Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

Πρακτικές υποτυπώσεις (Παραμονή Α' εβδομάδος Μ. Τεσσαρακοστής)


Πρακτικές υποτυπώσεις (Παραμονή Α' εβδομάδος Μ. Τεσσαρακοστής)



πρακτικές υποτυπώσεις
(Παραμονή Α' εβδομάδος Μ. Τεσσαρακοστής)
  γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή

 Το πρώτο, πού κάνει κάθε άνθρωπος, όταν τον καλέση ο Θεός στην επίγνωσί Του, είναινα ερευνήση με ακρίβεια τον εαυτό τουγια να ιδή, ότι πράγματι στην ζωή του πολλές ενέργειες του ήσαν έξω από το θέλημα του Θεού. Και από αυτή την στιγμή αρχίζει το έργο της μετανοίας.Η μετάνοια αρχίζει από την κατάπαυσι της αμαρτωλής ζωής και φθάνει μέχρι αυτής της θεώσεως, η οποία δεν έχει τέλος.
  Ο Θεός δεν έχει περιγραφή και τέρμα· ούτε και οι ιδιότητές Του είναι δυνατό να έχουν. Μπαίνοντας ο άνθρωπος, δια της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, μέσα στους κόλπους της θεώσεως, πάσχει όλες αυτές τις ιδιότητες τις ατέρμονες, τις αψηλάφητες, τις ανεξιχνίαστες, τις απέραντες. Γι' αυτό είπα ότι η μετάνοια δεν έχει τέρμα.
  Θέλω να σχολιάσω το θέμα της μετανοίας, παίρνοντας αφορμή από μερικά πράγματα πού με προεκάλεσαν και από τον προσωπικό μου βίο, αλλά και γενικώτερα.
  Βλέπω ότι μοναχοί στις ημέρες αυτές της περιόδου τηςΜ. Τεσσαρακοστής, ευρίσκουν καιρό και ασχολούνται με θέματα επουσιώδη και λόγω της απειρίας τους όταν τους ερωτήσης γιατί ασχολούνται με αυτά, απαντούν. «Επειδή είχα καιρό και δεν είχα τίποτε άλλο να κάνω». Αυτό είναι ένα είδος μικροψυχίας, να μην πω ολιγοπιστίας. Δεν έχεις τι να κάνης; Ίσως να ετελείωσες το διακόνημά σου και έχεις ένα περιθώριο χρόνου. Τότε πήγαινε στο κελλί σου. Το κελλί είναι το εργαστήριο της μεταβολής του χαρακτήρας σου. Δεν πηγαίνεις ναγονατίσηςεκεί μέσα; να κτυπήσης το μέτωπο σου κάτω, να κτυπήσης το στήθος, την «ενθήκη» των κακών, αλλά και την «ενθήκη» των καλών; Και να κτυπήσεις εκεί του Ιησού την πόρτα; Να ζήτησης, να αιτήσης, να επιμένης, ούτως ώστε να σου άνοίξη;
  Έπειτα κάθεσαι και δεν μελετάς; Μα, οι μοναχοί είναι θεολόγοι. Επί Βυζαντίου, στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, υπήρχαν όλοι οι επιστημονικοί κλάδοι. Όλες οι γνώσεις των ανθρώπων. Μόνο η θεολογία απαγορευόταν. Η θεολογία ήταν στις ιερές Μονές. Δεν εθεωρείτο ανθρώπινη γνώσι.Στους μοναχούς ανήκει η θεολογία, διότι ερχόμενοι σε επαφή με τον Θεό προσωπικά, δέχονται τις ελλάμψεις και αποκαλύψεις και γίνονται θεολόγοι.Γιατί λοιπόν, να μην ανοίξωμε το Πανεπιστήμιο μας εδώ, ημέρα και νύκτα και να γίνωμε πραγματικοί θεολόγοι; Είδα και επιμένω και δεν υποχωρώ, ότιτόση Χάρι παίρνει ο μοναχός από την μελέτη στο κελλί του, μέσα στο πνεύμα της απολύτου ησυχίας, σχεδόν ίση με αυτή πού δίνει η προσευχή.Εις αυτό επιμένω, διότι χάριτι Χριστού, το εγεύθηκα όχι μια, αλλά πολλές φορές στην ζωή μου.
  Και θέλω να τονίσω και κάτι ακόμα. Ο νόμος της επιρροής, ο κανόνας της επιδράσεως, εφαρμόζεται απόλυτα.Τα συγγράμματα των Πατέρων πού μελετά ο μοναχός με πίστι και πόθο και επικαλείται την ευχή τους είναι αδύνατο να μην επιδράσουν επάνω του.Διότι οι Πατέρες ήσαν και εξακολουθούν να είναι Πατέρες, και ζητούν αφορμή και αυτοί, όπως ο ίδιος ο Θεός, του οποίου είναι «εικών και ομοίωσις», να μεταδώσουν σε μας τις Χάριτες τις οποίες αυτοί ευρήκαν δια του αγώνος των. Με την ανάγνωσι και την μελέτη τους να είσθε βέβαιοι, ότι η πατρική τους στοργή θα επιδράση επάνω σας.
  Ας επανέλθωμε όμως στο θέμα της μετανοίας.
Πολλές φορές συμβαίνει στον αγωνιζόμενο, να μην ημπορή να νικήση τον παλαιό άνθρωπο, διότι είναι τόσο πολύ αιχμαλωτισμένος από τα πάθη του, παρ' όλο πού αυτός τα μισεί, τα αποστρέφεται, δεν τα θέλει· και αυτή η κατάστασι θεωρείται κατά την παράδοσι της Εκκλησίας, ζωή μετανοίας.
 Τότε μόνο δεν θεωρείται μετάνοια, όταν παύση ο άνθρωπος να αγωνίζεται και λέγει: «Δεν ημπορώ πλέον. Δεν υπάρχει για μένα τίποτε». Αυτό λέγεται απόγνωσι και το καταδικάζει η Εκκλησία ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος· περικόπτει και απορρίπτει αυτό το μέλος ως σάπιο, ως βλάσφημο,στρεφόμενο κατά της αγαθότητας του Θεού.
  Δεν πρέπει λοιπόν, σε καμμιά περίπτωσι να συστέλλωμε την πίστι μας. Ουδέποτε να σκεφθή κανείς, ότι είναι αδύνατο να φθάσουμε στην ολοκληρωτική μετάνοια στην οποία μας εκάλεσε ο Χριστός μας.Θα φθάσωμε χάριτι Χριστού.Ουδέποτε είναι ικανή μόνη η ανθρώπινη ενέργεια και προσπάθεια να φθάση εκεί. Αυτό είναι εγωιστικότατο και οι Πατέρες το κατεδίκασαν. Ο Μέγας Μακάριος λέγει ότι τόση είναι η δύναμι της προθέσεως του ανθρώπου, τόσο μόνο ημπορεί ο άνθρωπος, μέχρι πού να αντιδράση προς τον διάβολο. Προκαλούμενος υπό του σατανά, υπό μορφήπροσβολής«κάνε αυτό», τόσο μόνο ημπορεί να πή ο άνθρωπος· «όχι δεν το κάνω».Μέχρι εκεί ημπορεί να πάη ο άνθρωπος.Από εκεί και πέρα είναι έργο της Χάριτος. Γι' αυτό ο Ιησούς μας, ετόνιζε με έμφασι ότι, «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».
Άρα ποτέ να μην συσταλήτε, ποτέ να μην κατεβαίνετε στην μικροψυχία, εφ' όσο «δια πίστεως βαδίζομεν».Ποτέ να μην λέγετε: «Δεν θα φθάσωμε εμείς στην απάθεια, δεν θα φθάσωμε στον αγιασμό, δεν θα μιμηθούμε τους Πατέρες μας».Αυτό είναι βλάσφημο. Θα τους φθάσωμε επειδή το θέλομε και εφ' όσο το θέλομε θα μας το δώση ο Χριστός μας.
Μένοντας πιστοί και μη υποχωρούντες κατά πρόθεσι,οπωσδήποτε θα το επιτύχωμε. Αυτή είναι η πραγματικότης. Έξω από αυτή την γραμμή οι Πατέρες δεν παραδέχονται άλλη. Έξω από αυτή, θεωρείται πλέον απόγνωσι.Δεν υπάρχει το «δεν μπορώ πλέον». Πώς δεν μπορείς; Δια του Χριστού ισχύομε. «Πάντα ισχύομεν εν τω ενδυναμούντι ημάς Χριστώ». «Πάντα»,είπε ο Παύλος, για να μην αφήση κανένα περιθώριο, μήπως πή κάποιος «εγώ δεν ημπορώ». Αφού είναι«μεθ' ημών ο Θεός, τις καθ' ημών; Ει Θεός ο δικαιών, τις ο κατακρίνων;»
  Κοιτάξετε το όριο της μετανοίας πως αποκαλύπτεται μέσα στην Γραφή. Ο Πέτρος, ερώτησε τον Ιησού μας. «Κύριε, καλά είναι έως επτά φορές να συγχωρώ αυτόν που μου φταίει;» Ο Πέτρος τότε ατελής όντας, μη δεχθείς την έλλαμψι της Χάριτος, εσκέπτετο ανθρωπίνως. Ενόμιζε με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με την αυστηρότητα του Μωσαϊκού Νόμου, ότι έκανε μεγάλη οικονομία. Έφθασε, όχι μια αλλά επτά φορές να συγχωρή. Και ο Ιησούς μας, ερμηνεύοντας του το πνεύμα της Εκκλησίας, του λέγει: «όχι επτά αλλά εβδομηκοντάκις επτά», για να τονίση έτσι το απεριόριστο της μετανοίας.
  Η ζωή μας εδώ είναι ένα εικοσιτετράωρο επαναλαμβανόμενο. Αν και εις όλες τις στιγμές είμεθα πάντοτε έτοιμοι, με νέες αποφάσεις, η πρόθεσί μας είναι σωστή, το πνεύμα πρόθυμο, η σαρξ όμως είναι ασθενής. Και δεν είναι μόνο η σαρξ. Μαζί με την σάρκα, με την φύσι, υπάρχουν οι έξεις, οι συνήθειες, οι τόποι, τα περιβάλλοντα, τα πρόσωπα, τα πράγματα και ο ίδιος ο διάβολος. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν την αντίθεσι, καιμένει σε μας μόνο η πρόθεσιη ιδική μας και η ενεργούσα μυστηριωδώς θείαΧάρις, πού είναι παντοδύναμη.
  Θεωρητικά όλα αυτά είναι εύκολα, πρακτικά όμως είναι δύσκολα, όπως από την πείρα ο καθένας γνωρίζει. Αποφασίζομε κάθε πρωί, κάθε στιγμή, ότι από τώρα και στο εξής δεν θα υποδουλωθούμε στα πάθη.Ναι, αλλά τα πάθη δεν αφορίζονται, δεν εξορκίζονται, για να τους πούμε «φύγετε» και δεν σας θέλομε και να φύγουν,θέλουν τιτανική μάχη και αντίδρασι για να φύγουν. Και αυτό γίνεται όταν νικήση η Χάρις, όχι ο άνθρωπος. Διότι τα πάθη και οι αρετές είναι υπεράνω της φύσεως μας. Δεν τα πιάνομε, δεν τα ελέγχομε. Αυτά μόνο η θεία Χάρις θα τα διώξη, θα απελάση τα πάθη και θα ελκύση τις αρετές. Πότε όμως; Όταν εμείς επιμένωμε.
  Γι' αυτό ο Ιησούς μας ετόνισε την υπομονή και την επιμονή. «Εν τη υπομονή ημών κτήσασθε...». Και στις προσευχές ακόμα, λέγει: «κρούετε, ζητείτε, μη εκκακήτε εν ταις προσευχαίς». Και αναφέρει τα παραδείγματα εκείνα, με τα οποία μας ντροπιάζει. Εάν σας ζητήση το παιδί σας ψωμί, θα του δώσετε πέτρα; Και αν σας ζητήση να του δώσετε ψάρι, θα του δώσετε φίδι; Εάν εσείς πού είστε πονηροί, δίδετε αγαθά δόματα στα παιδιά σας, ο Ουράνιος Πατήρ δεν θα δώση Πνεύμα Άγιο εις εκείνους πού το ζητούν; Και «υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» θα δώση. Είναι αδύνατο να καταργηθούν οι θείες αυτές υποσχέσεις. Ο Ιησούς μας λέγει ότι,«ο ουρανός και η γη παρελεύσονται οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσι».Γι' αυτό τον σκοπό ήλθε ο Υιός του Θεού στην γη. Δεν είχε ανάγκη ο Θεός Λόγος να υποστή την «κένωσι» ει μη μόνο για την επιστροφή του ανθρώπου στους κόλπους της θείας αγάπης. Αυτή είναι η «καινή κτίσις» πού είναι ανωτέρα της προηγουμένης.
  Υπάρχει και ένα άλλο μυστήριο ακόμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας, το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να ξέρετε. Το μυστήριο είναι τούτο. Πολλές φορές, ενώ τα πράγματα πάνε καλά, η ίδια η Χάρις αφήνει τον πειρασμό· και διευκρινίζω καλύτερα. Η Χάρις δεν δημιουργεί ποτέ πειρασμό. Αλλοίμονο, είναι βλάσφημο να το πή κανείς. Δεν πηγάζει από το φως σκότος, ποτέ.
  Και εξηγούμαι σαφέστερα. Εγώ επιμένω αγωνιζόμενος εναντίον ενός πάθους πού με ενοχλεί· κατά της κακής έξεως πού με πιέζει· θέλω να φύγη· παρακαλώ τον Θεό να μου δώση εκείνο πού μου χρειάζεται. Ο Θεός μέσα στην πανσωστική του πρόνοια, πού περικλείει τα πάντα, βλέπει ότι δεν είναι ώρα να το δώση. Η ίδια η Χάρις, ενώ έπρεπε να λειτουργήση και να κάνη αυτό το πράγμα, δεν το κάνει. Δεν το κάνει για τον λόγο πού ξέρει, επειδή ο Θεός είναι ανενδεής και οι τρόποι πού επεμβαίνει είναι Θεοπρεπείς, και ότι κάνει ο Θεός είναι παντέλειο. Ότι κάνει ο Θεός δεν είναι μερικό, είναι γενικό.
  Επομένως στην γενικότητα αυτή χρειάζεται ο χρόνος. Διότι μαζί με την περίστασι, ο Θεός περικλείει πολλά μαζί. Χρειάζεται υπομονή, ούτως ώστε να ετοιμασθούν και τα πρόσωπα και οι παράγοντες και οι τόποι και ο χρόνος και ακόμα και αυτή η ιδιοσυγκρασία. Και τότε έρχεται και το τελειώνει, το φέρει εις πέρας.
  Υπάρχουν και άλλες πτυχές πάνω στο ίδιο θέμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες. Πολλές φορές προλαμβάνει η Χάρις και δίδει ένα κανόνα καιαφήνειτον άνθρωπο αβοήθητο σε μια περίστασι, για να τον σώση από ένα επερχόμενο πειρασμό τον οποίο ξέρει ο Θεός ότι θα επάθαινε μέσα στην απειρία και στην ατέλεια του.
  Είναι τόσα τα μυστήρια, πού δεν ημπορή να τα γνωρίζη κανείς.
Άλλες φορές η Χάρις προορίζει ένα άνθρωπο για να γίνη οδηγός άλλων και τον πειράζει ιδιαίτερα αυτόν για να τον ετοιμάση, ούτως ώστε στην κατάλληλη στιγμή να είναι από όλες τις απόψεις πεπειραμένος και να δυνηθή να σταθή μέσα στην Εκκλησία και να γίνη φωστήρας, οδηγός και καθοδηγητής των άλλων. Τον δοκιμάζει με ένα άλλο τρόπο μυστηριώδη και ασυνήθιστο. Είδες τι λέει; «Μήπως δεν έχει εξουσία ο κεραμεύς του πηλού; Να κάνη από τον ίδιο πηλό ότι θέλει;» Έτσι και η Χάρις. Όλα αυτά μας πείθουν ότι χρειάζεται υπομονή και καρτερία· ουδέποτε μικροψυχία.
  Εφ' όσον ο Ιησούς μας λέγει ότι «οι λόγοι μου, ου μη παρέλθωσι», να είστε βέβαιοι ότι κανενός η ελπίδα δεν θα διαψευσθή. Μόνο οι άνθρωποι ημπορούν να απατήσουν τους άλλους, διότι είναι πεπερασμένοι και έχουν τις γνώσεις τους περιορισμένες. Στον Θεό δεν συμβαίνει το ίδιο.Οτιδήποτε του ζητήσομεκαι αφορά την σωτηρία μας θα το πάρωμε.
 Μου είπε ένας αληθινά πνευματικός άνθρωπος, ότι από την αρχή πού εξεκίνησε, του έδειξε ο Θεός την Χάρι Του και τον έβαλε στον σωστό δρόμο. Μέσα στον αγώνα του τότε, παρεκάλεσε τον Θεό να τον απαλλάξη από μια κατάστασι πού του φαινόταν πολύ δύσκολη και ήταν αδύνατο να αντέξη. Παρ' όλο πού προσευχήθηκε πολύ δεν είδε καμμιά λύσι στο πρόβλημά του.Επέρασαν σαράντα δύο χρόνια· και τότε του είπε καθαρά η Χάρις: «θυμάσαι, πού με παρεκάλεσες να σου αποκαλύψω το θέλημα μου για εκείνο το πράγμα; Αυτό είναι πού έκανες τώρα». Και αυτός απάντησε: «Και εάν δεν έκανα έτσι τόσα χρόνια και έκανα αλλοιώς;» Και απεκρίθη η Χάρις: «θα εχάνεσο».Έτσι είναι τα μυστήρια, γι' αυτό χρειάζεται να κάνωμε υπομονή.
  Στο βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, κάποιος Ρώσσος ωνόματι Μοτοβίλοφ είχε απορία, τι σημαίνει Χάρις. Και ενώ είχε αυτή την απορία και προσευχόταν, ο Θεός δεν του έδειξε τίποτε. Τελικά αυτός το εξέχασε.Όταν επέρασαν είκοσι πέντε χρόνια, τον εφώναξε ο Άγιος Σεραφείμ και του λέγει: «Έλα εδώ τώρα να ιδής αυτό πού εζήτησες πριν τόσα χρόνια. Ο Θεός αργεί αλλά δεν ξεχνά».
  Όταν θέλωμε να σωθούμε αγωνιζόμεθα να αποβάλωμε τα πάθη μας και επιθυμούμε διακαώς να κατοικήση μέσα μας η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και να μας δείξη αυτή τι θέλει να κάνωμε. Είναι αυτό πού μας είπε ο Ιησούς μας; «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν των ουρανών» και τα υπόλοιπα «προστεθήσεται υμίν».
  Όταν εμείς ορθοποδούμε, θα επιτύχωμε περισσότερο από ότι υπολογίσαμε. Επομένως να μένετε πιστοί στις καλές σας αποφάσεις έστω και αν χιλιάκις επιχειρήσετε και δεν επιτύχετε. Μη νομίζετε ότι άλλαξε κάτι. Ούτε εμείς αλλάξαμε, ούτε ο Θεός, ούτε φυσικά και ο διάβολος. Το «αιτείτε και λήψεσθε» είναι πραγματικότης. Εφ' όσον αιτήσαμε θα λάβωμε, εφ' όσον εζητήσαμε θα μας δώσουν, εφ' όσον εκρούσαμε θα μας ανοίξουν. Ο ήλιος είναι δυνατό να μην ανατείλη, αλλάεμείς δεν είναι δυνατό να αποτύχωμε.
 Δεν είναι τυχαίο, το ότι μας εκάλεσε ο Θεός να τον ακολουθήσωμε. Ποιος μας έφερε εδώ; Ποιος μας ενίσχυσε να αρνηθούμε την φύσι και να γίνωμε περίγελως του κόσμου και να είμεθα αυτοεξόριστοι; Και όχι μόνο τούτο, αλλά να στενάζωμε μήπως γλυστρίσωμε και ξεφύγωμε λίγο από την εγκράτεια· μήπως κοιμηθήκαμε λίγο περισσότερο· μήπως αποφύγαμε τον κόπο· μήπως εξεφύγαμε λίγο από την υπακοή. Γι' αυτά στενάζομε. Αυτά είναι η ενεργός Χάρις του Αγίου ΙΙνεύματος πού ευρίσκεται μαζί μας και μας πείθει και μας πληροφορεί. Αυτά είναι πραγματικότης όχι λόγια λαλούμενα, λόγια αφηρημένα.Κρατούμε στα χέρια μας τις αποδείξεις της ελεημοσύνης του Χριστού.
  «Το μείζον» το έδωσε. Δεν θα δώσει το ελάχιστον; «Έτι αμαρτωλών όντων ημών, υπέρ ημών απέθανε». Εάν αυτός εσταυρώθη και δια του Σταυρού κατήργησε την αμαρτία και εσφράγισε το διαβατήριο της εισόδου μας στην ζωή παρέχοντας και την άφεσι των αμαρτιών μας, τώρα απομένει σε μας να κάνωμε λίγη υπομονή. Να μην γυρίσουμε πίσω, αλλά να αναμένωμε ως δούλοι τον Κύριο μας «πότε αναλύσει εκ των γάμων». Και θα αναλύση και θα φωνάξη τον καθένα· και θα απαντήσωμε και εμείς με καύχημα. «Παρόντες, Κύριε, εδώ είμεθα. Αφ' ης στιγμής μας εκάλεσες, αναμέναμε πότε θα έλθης να μας δώσης την επαγγελία». Οπόταν θα ακούσωμε το: «Ευ, δούλοι αγαθοί και πιστοί».
 Αυτές είναι πραγματικότητες.Αυτά τα ζήτε και θα τα ζήσετε ακόμη περισσότερο, εάν δώσετε περισσότερη σπουδή στην μελέτη και γενικά στην πνευματική εργασία. Να κάνετε την διακονία σας με λεπτομέρεια και υπακοή.Να βλέπετε στο πρόσωπο του Γέροντα την πραγματική παρουσία του θείου θελήματος.Ο καθένας να σκέπτεται ότι ζή ο εαυτός του, και ο Χριστός.
  Μόλις τελειώσετε την διακονία σας να είστε χαρούμενοι· μεταξύ σας όχι σκυθρωποί και να μην αποφεύγετε ο ένας τον άλλο. Να είσθε ευγενικοί και πρόθυμοι. Μην ομίλητε όμως άσκοπα. Από την πολυλογία «ουκ εκφεύξεταί τις αμαρτίαν». Λέγει ο σοφός Σειράχ: «Μεταξύ αρμών λίθων πύγνηται πάσσαλος και μεταξύ πράσεως και αγορασμού εμφωλεύει αμαρτία».Πράσις και αγορασμός κατά τους Πατέραςείναι το «δούναι και λαβείν». Να ακούσω και να ακούσης. Μα αυτά είναι για μας; Αυτά είναι για τους αργόσχολους του κόσμου τούτου, πού ομιλούν περί ανέμων και υδάτων. Εμείς ποια σχέσι έχομε με τον κόσμο τούτο; Για μας είναι τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού. Εκείνα μας απασχολούν. Εμάς μας απασχολεί ο ουρανός. Άνω σχώμεν τάς καρδίας. Πού; Εκεί «όπου, υπέρ ημών εισήλθεν Ιησούς, εις τα Άγια αιωνίαν λύτρωσιν ευράμενος»
  Εκεί, στο ουράνιο καταπέτασμα, εκεί να αποβλέπωμε, εκεί είναι η πατρίδα μας. «Ουκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν». Είμαστε Ουρανοπολίται. «Μνήσθητι της βασιλείας των ουρανών ίνα η επιθυμία αυτής κατά μικρόν - μικρόν ελκύση σε», λέγει ο Αββάς Ησαΐας. Και αυτή η μνήμη αυξάνει μέσα μας τον ζήλο.
  Αυτά ήθελα να σας υπενθυμίσω την περίοδο αυτή της περιεκτικής μετανοίας. Έτσι προχωρούμε «αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν», το κέντρο της αγάπης μας, πού μας εκάλεσε και μας έδωσε την οσμή της ευωδιάς της κλήσεως Του και μας έβαλε στον δρόμο των Αγίων.
  
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ - ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 
Ερωτ.:Γέροντα, μας μιλήσατε προηγουμένως για το ατελές του Απ. Πέτρου, προ της Πεντηκοστής. Λόγω της ατέλειας του αρνήθηκε τον Κύριο μας;
   Απαντ.: Το θέμα της αρνήσεως του Πέτρου, κατά τις κρίσεις των Πατέρων, είναι οικονομία. Διότι δεν ήτο δυνατό ο Πέτρος, ο οποίος εις όλη την περίοδο πού ήταν μαζί με τον Χριστό και έδειξε τόσο ζήλο και τόση ταπεινοφροσύνη, να πέση σε τόσο μεγάλο λάθος, να αρνηθή τρεις φορές τον Δεσπότη Χριστό. Δεν είναι λογικό αυτό. Θυμηθείτε την ομολογία του Πέτρου!
 Όταν ο Ιησούς μας ερώτησε: «Υμείς δε τίνα με λέγετε είναι;» ο Πέτρος ωμολόγησε και είπε: «Συ ει ο Χριστός ο υιός του Θεού του ζώντος». Και ο Ιησούς μας εγύρισε και του είπε: «Μακάριος ει, Σίμων Βαριωνά, ότι σαρξ και αίμα ουκ απεκάλυψε σοι, αλλ' ο Πατήρ μου ο εν τοις ουρανοίς. Καγώ δε σοι λέγω ότι συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν». (Ματθ. 16,16-18).
  Ο Πέτρος κατά φύσι ήταν πολύ ζηλωτής και ασυμβίβαστος. Μέσα στην πανσοφία Του ο Θεός, μετά την θερμή του ομολογία, τον έθεσε θεμέλιο Γης Εκκλησίας. Επειδή όμως η Εκκλησία θα αγκάλιαζε όλη την ανθρώπινη φύσι, όλους τους χαρακτήρες, όχι μόνο τους ζηλωτές και ισχυρούς αλλά και τους ασθενείς και αδυνάτους, επιτρέπει ο Κύριος την τριπλή άρνησι. Διότι, μην ξεχνάμε· οι περισσότεροι άνθρωποι είναι ασθενείς και αδύνατοι. Ούτε στους πέντε ανά εκατό δεν θα εύρωμε ισχυρούς χαρακτήρας, οι όποιοι αγάπησαν τον Θεό εξ ολοκλήρου και με την ορμή της αγάπης τους έδειξαν αυταπάρνησι. Γι' αυτούς λοιπόν τους υπολοίπους ασθενείς έγινε οικονομία. Ο Πέτρος όμως ως ζηλωτής και ισχυρός, πού δεν είχε μέσα του νόημα συγκαταβάσεως, δεν θα το καταλάβαινε αυτό.
  Επομένως κάνει μια οικονομία ο Θεός και επιτρέπει να τον αρνηθή. Ύστερα τον θεραπεύει μόνος Του. Τον πλησιάζει και του λέει: «Πέτρε, φιλείς με; Πέτρε, αγαπάς με;» Ελυπήθη ο Πέτρος, δεν το κατάλαβε.Αλλά οι τρεις ερωτήσεις ήταν η θεραπεία της τρισσής αρνήσεως.
  Με την τριπλή Ομολογία, ο Πέτρος, εξήλειψε την ενοχή. Έμαθε όμως εκ πείρας, ότι και οι ζηλωταί ακόμη έχουν ανάγκη επιεικείας.
  Το ίδιο κάνει ο Θεός και στον Απ. Παύλο. Επειδή ήταν η σπονδυλική στήλη της Εκκλησίας, τον αφήνει στην αρχή να γίνη διώκτης, εχθρός· και ύστερα τον παίρνει· και αυτός με συναίσθησι βαθυτάτης ταπεινοφροσύνης λέγει: «Ουκ ειμί ικανός καλείσθε Απόστολος, διότι έδιωξα την Εκκλησία του Χριστού». Έχω όμως ένα ελαφρυντικό, ότι «αγνοών εποίησα».
  Βλέπετε με πόση πανσοφία ο Θεός οικονομεί για να δώση και σε μας παρηγοριά. Διότι αυτοί οι κορυφαίοι εάν έμπαιναν με την δύναμι της ορμής τους μέσα στην Εκκλησία, που θα ήξεραν ότι εμείς οι αδύνατοι δεν ημπορούμε τώρα να κρατήσωμε; Με αυτό τον τρόπο συγκαταβαίνει η θεία αγαθότης προς τις αδυναμίες των ανθρώπων, ώστε να ημπορέσωμε και εμείς να φθάσωμε εις αυτή. Κατεβαίνει ο Θεός για να σηκωθούμε εμείς.
  
Ερωτ.:Γέροντα, μερικές φορές είμαστε κουρασμένοι από το διακόνημα και παρεξηγούμεθα μεταξύ μας. Τι γίνεται τότε;
  Άπαν.: Όταν είστε κουρασμένοι, να είστε περισσότερο προσεκτικοί. Πάντοτε να προηγήται η μεταξύ σας αγάπη, παρά οτιδήποτε άλλο. Και αν συμβή αυτό, με πραγματική, όχι υποκριτική αγάπη, να πείσης τον αδελφό σου ότι παρεφέρθης χωρίς να το καταλάβης. «Συγχώρεσε με, αδελφέ μου, διότι παρεφέρθηκα.». Όταν έχετε αλληλεγγύη και «εύχεσθε υπέρ αλλήλων» και γενικά καλλιεργήτε την μεταξύ σας αγάπη και ενότητα, αυτός είναι ένας ισχυρός δεσμός πού κάνει ανίσχυρο τον σατανά.
  Ευρίσκομε πολλά παραδείγματα στους Πατέρες, πού φανερώνουν ότι εκείνοι πού αγωνίζονταν με την χάρι της αγάπης υπέρ των άλλων, εγίνοντο αφορμή να σωθούν οι άλλοι από τις αδυναμίες πού είχαν. Σας υπενθυμίζω το παράδειγμα του αδελφού εκείνου, πού επολεμήθη στην σάρκα και δεν ημπορούσε να αντέξη.
 Ήσαν δύο μαζί· και είπε ο ένας στον άλλο. «Αδελφέ μου, να με συγχώρησης. Εγώ δεν ημπορώ να μείνω άλλο εδώ. Αγωνίστηκα όσο άντεχα, άλλο δεν ημπορώ, θα φύγω να πάω στον κόσμο να νυμφευτώ».
 Ό αδελφός αφού τον ενουθέτησε αρκετά, δεν ημπόρεσε να τον πείση. Όταν ήλθε η ώρα πού θα έφευγε, του λέγει: «θα έλθω και εγώ μαζί σου. Επειδή είμαστε πνευματικοί αδελφοί και εζήσαμε τόσα χρόνια μαζί, δεν κρίνω σκόπιμο να σε αφήσω μόνο σου».
 -Μα ξέρεις τι κάνεις; Εγώ πάω τώρα να εύρω γυναίκα να αμαρτήσω μαζί της. Εσύ θάρθης μαζί μου;
 - Δεν θα αμαρτήσω αλλά θα έρθω. Δεν θα σε αφήσω μόνο σου.
 Και πράγματι τον ακολούθησε, και όταν έφθασε στον τόπο εκείνο πού υπήρχαν τέτοιες γυναίκες, πήγε αυτός μέσα να ικανοποιήση την επιθυμία του.
 Ο άλλος εκάθησε απ' έξω και παρεκάλει τον Θεό. «Θεέ μου, αν και είναι η τελευταία ώρα, εσύ ημπορείς να τον σώσης».
  Και πράγματι όταν εμπήκε μέσα να κάνη την αμαρτία, μετεμελήθη. Ανεχαίτησε ο Θεός την δύναμι του πολέμου και συνήλθε και είπε: «Μα τι κάνω τώρα; Τόσα χρόνια στην έρημο, δεν εχόρτασα ψωμί και νερό και ήλθα τώρα για μια μικρή ηδονή, να γίνω ακάθαρτος, να αρνηθώ τον Χριστό μου και να χάσω τον κόπο μου όλο και να πάω με τον διάβολο στην κόλασι;» Και εγύρισε πίσω. Δεν αμάρτησε.
 Πήγε έξω στον αδελφό του λέγοντας; «Μετανόησα. Δεν πωλώ την σωτηρία· μου για τόσο φθηνό πράγμα».
  Και επέστρεψαν στον τόπο τους. Και απεκάλυψε ένας από τους Γέροντες, ότι δια τον κόπο αυτού πού τον ηκολούθησε επήρε ο Θεός τον πόλεμο από τον άλλο.
  Βλέπετε; Και εσείς όταν έχετε μεταξύ σας αγάπη, τότε γίνεται φραγμός σωτηρίας.  Η αγάπη των άλλων προφυλάσσει, σκεπάζει και καλύπτει όποιον είναι μακρυά και όποιον είναι αδύνατος, και έτσι δεν ημπορεί ο εχθρός να μας κάνη κακό. Τόσο μεγάλο πράγμα είναι η αγάπη! Πραγματικά «ουδέποτε εκπίπτει».

ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ    www.egolpion.com


Read more:http://www.egolpion.com/praktikes_ypotypwseis.el.aspx#ixzz2jVLnCfn5

Η πρακτική εκδήλωση της αγάπης προς τον Θεό (Μνήμη Αγίων Παύλου του Θηβαίου και Ιωάννου του Καλυβίτου)

Η πρακτική εκδήλωση της αγάπης προς τον Θεό (Μνήμη Αγίων Παύλου του Θηβαίου και Ιωάννου του Καλυβίτου)



Το δωμάτιο-σπηλιά του αγίου
η πρακτική εκδήλωση
της αγάπης προς τον Θεό
(Μνήμη Αγίων Παύλου του Θηβαίου και Ιωάννου του Καλυβίτου)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


  Τιμά η Εκκλησία μας τους δύο μεγάλους Πατέρες, τους Αγ. Παύλο τον Θηβαίο και Ιωάννη τον Καλυβίτη, των οποίων η ζωή είναι κάπως παράξενη, αλλά είναι αυτή πού ταιριάζει σε μας τους μοναχούς. Ο μεν ένας, είναι σχεδόν από τους πρώτους πού εξεκίνησαν να γίνουν μοναχοί, αφού απαρνήθηκαν πραγματικά τον κόσμο και εβγήκαν μόνοι τους έξω στην έρημο. Έζησαν μόνοι με μόνο τον Θεό, πρωτάκουστο στις ήμερες τους και σπάνιο φυσικά. Τρόπον τινά, ήταν οι πρωτοπόροι πού εχάραξαν τον δρόμο αυτό. Ο δε δεύτερος, είναι μεταγενέστερος. Ξεκίνησε μικρό παιδάκι από το σπίτι του, με ζήλο να γίνη μοναχός. Μετά από μερικά χρόνια έφυγε από το μοναστήρι του και επέστρεψε και εκάθησε στην είσοδο της πατρικής του κατοικίας, όπου εκεί ετελείωσε την ζωή με υπεράνθρωπους ασκητικούς αγώνας.
Τώρα διερωτάται κανείς. Ποιος είναι εκείνος ο παράγων ο οποίος έδωσε την δύναμι αυτή γι' αυτούς τους υπερφυσικούς αγώνες: Διότι πραγματικά αυτό είναι και το κέντρο του γενικού ενδιαφέροντος μας.
Διότι και εμείς πολλές φορές λέμε: «Γιατί δεν ημπορούμε: Και πώς αυτοί ημπόρεσαν;» Μέχρι του σημείου που ερευνούμε ακόμα και στα μαρτύρια των Αγίων, πως ημπόρεσαν, αφού ήσαν πήλινες σάρκες σαν και εμάς· και υπέμειναν τους τρομερούς αυτούς αγώνας, πού μόνο η ακοή των προκαλεί φρίκη! Να πη κανείς ότι είναι υπερβολές αυτά; Αλλοίμονο κάτι τέτοιο και να το σκεφθούμε. Ποιο είναι όμως το μυστικό τους; Εν ονόματι τίνος κατώρθωσαν αυτοί οι άνθρωποι, οι πήλινοι, να φθάσουν στην κατάστασι αυτή;
Ασφαλώς, πρώτος λόγος είναι, ότι το κατώρθωσαν διά της Χάριτος του Θεού. Τώρα όμως διερωτώμεθα.
Καλά ο Θεός ήταν μόνο για αυτούς; Για άλλες γενεές δεν είναι; Ο Θεός μεροληπτεί; Άλλους διαλέγει και άλλους προωθεί και ενισχύει, ενώ άλλους αφήνει; Τα ερωτήματα αυτά είναι πάντοτε επίκαιρα.

Ο Θεός μεν είναι αυτός πού δίνει την Χάρι Του, πού κάνει «σημεία και τέρατα», ο άνθρωπος δε είναι εκείνος πού θέτει σε ενέργεια αυτή την επίδρασι της Χάριτος. Ύστερα αυτός ο άνθρωπος με αυτή την Χάρι μαζί κατορθώνει αυτά τα υπερφυσικά πράγματα. Ποιος είναι λοιπόν ο κυριώτερος παράγων; Ποια είναι η αιτία πού προκαλεί αυτού του είδους την Χάρι; θα το βρούμε πάλι από τους Πατέρες μας.
Κάποτε είχε γίνει ένας διάλογος μεταξύ του Οσίου Παύλου του Θηβαίου και του Μεγάλου Αντωνίου. Ερώτησε ο Όσιος Παύλος τον Μέγα Αντώνιο: «Πώς εγώ αφού έχω κάνει μεγαλύτερους αγώνες από σένα, το όνομα σου εκυκλοφόρησε περισσότερο από το ιδικόν μου;» Και φυσικά ο διάλογος δεν ήταν τόσο γι' αυτούς, όσο για να μείνη σε μας. Και λέει ο Άγιος Αντώνιος, χαριεντιζόμενος. «Απλούστατα, γιατί εγώ αγαπώ πιο πολύ από σένα τον Θεό. Και ακριβώς επειδή αγαπώ τον Θεό πιο πολύ από σένα, αυτή είναι η αιτία πού εξαπλώθηκε πιο πολύ το όνομα μου».
Πιο πολύ, τώρα, αρχίζει να ξεδιπλώνεται το μυστήριο. Εκείνος ο οποίος έχει μεγαλυτέραν απόδοσι, εκείνος είναι πού αγαπά περισσότερο τον Θεό και σε τούτον επιδρά πιο πολύ η θεία Χάρις. Να το κλειδί! Πώς και εμείς ημπορούμε να αγαπήσωμε πρακτικώτερα, κατά αυτό τον τρόπο τον Θεό, ούτως ώστε να αυξηθή και σε μας περισσότερο η Χάρις, για να ημπορέσωμε να δρασκελίσωμε αυτές τις ελεεινότητες πού μας περισφίγγουν και να επιτύχωμε την πνευματική μας προαγωγή; Αυτό είναι το πιο επίκαιρο ερωτηματικό που ημπορούμε να προβάλωμε και απασχολεί ιδιαίτερα εμάς τους μοναχούς.

Για να δείξωμε πρακτικά πόσο αγαπούμε τον Θεό, πρέπει να τηρούμε τις εντολές Του· «ο μη αγαπών με, τους λόγους μου ου τηρεί» (Ίωάν. 14,23) και πάλι «εκείνος εστίν ο αγαπών με, ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς» (Ίωάν. 14,21). Εκείνο το οποίο πρακτικώτερα μπορώ να πω, πού το ακούομε και από τους Πατέρες μας και είναι άξιο εφαρμογής και προκαλεί σε ένα μεγάλο ποσοστό αυτό το αποτέλεσμα, είναι η εκδήλωσι της αγάπης προς τον Θεό. Αυτή αρχίζει από την μνήμη του Θεού. Ένας άνθρωπος ο οποίος λέει ότι αγαπά κάποιον και δεν τον ενθυμάται, είναι σαν να μη λέγη την αλήθεια. Έχομε πείρα όλοι μας. Ένα πράγμα πού το αγαπούμε, πού μας ενδιαφέρει, σε αυτό σχεδόν κολλάει ο νους μας. Εάν και εμείς πραγματικά θέλωμε να αγαπήσωμε τον Θεό, είμαστε υποχρεωμένοι να βιάσωμε τον εαυτό μας στην συνεχή μνήμη Του. Να γίνη αυτό πού λέει ο Αγ. Γρηγόριος ο θεολόγος· «μνημονευτέον του Θεού μάλλον ή αναπνευστέον».
Να τώρα τα κλειδιά, το ένα πίσω από το άλλο.Ανοίγουν τα μυστήρια, τα όποια ίσως να ήταν κλειστά για μας. Είναι γεγονός ότι οι Πατέρες των πρώτων αιώνων είχαν αυστηρότατη φιλοπονία και βία. Εισήλθαν, όπως λένε μόνοι τους, με τέτοια σκληρότητα ζωής, με τέτοια σκληρά φιλοπονία, πού όχι μόνο δεν υπετάχθησαν σε κανένα τρόπο ηδονής και φιλαρέσκειας, αλλά ούτε στους νόμους της χρείας δεν έφθαναν. Με την βία της φιλοπονίας πού είχαν, επόμενο ήτο να εύρουν και ένα αντίκρυ το να κρατούν την μνήμη Του. Γι' αυτό και καλλιέργησαν περισσότερο το θέμα της ευχής και της εσωστρέφειας και ύψωσαν το θέμα της μονολόγιστης ευχής σε περιωπή. Αυτό παρέμεινε και παρατείνεται μέχρι και σε μας. Και είναι παρήγορο και ευχάριστο γεγονός. Γιατί και εμείς, πραγματικά, περισσότερο από τους προγενεστέρους Πατέρες μας, είμεθα φιλάσθενοι και δεν έχομε ούτε αυταπάρνησι, αλλά ούτε και δύναμι.
Θέλομε όμως να σωθούμε και το πρόβλημα είναι διπλό.
Θέλομε να σωθούμε - και πρέπει οπωσδήποτε να σωθούμε - αλλά και τα πάθη μας, χάριν του ότι είμεθα αδύνατοι και δεν έχομε αυταπάρνησι, είναι περισσότερο ισχυρά μέσα μας. Δυστυχώς είμεθα και περισσότερο αμαρτωλοί. Πρέπει λοιπόν οπωσδήποτε να απαλλαγούμε από όλα αυτά, διότι παρόντων των παθών, σωτηρία δεν ημπορεί να γίνη.
Επομένως, πάση σπουδή έχομε ανάγκη της επιδράσεως της Χάριτος, ούτως ώστε αυτή να μας βοηθήση, να μας ελευθερώση από την αιχμαλωσία των παθών και αδυναμιών μας, και να μας οδηγήση στην σωτηρία.
Άρα έχομε μεγαλυτέραν ανάγκη από τους προηγουμένους να βρούμε την θεία Χάρι μέσα μας να ενεργή και ποιοτικά και ποσοτικά. Γι' αυτό, το μόνο πού μας μένει μετά από όλα αυτά, είναι η εκδήλωσι της αγάπης μας προς τον Θεό μέσω τούτου του τρόπου, της μνήμης Του. Γι' αυτό επιβάλλεται να πιέζωμε τον εαυτό μας στην ευχή. Δεν υπάρχει καλλίτερος τρόπος από αυτόν, πού να κρατάη ο άνθρωπος την μνήμη του στον Θεό.
Όλες οι αρετές είναι, τρόπον τινά, δρόμοι, μονοπάτια πού οδηγούν στον Θεό, στην μνήμη Του και στην σχέσι μαζί Του. Όλες οι εντολές τηρούμενες, εκεί οδηγούν.
Άλλη όμως αρετή από την ευχή, πού να μας οδηγή κατ' ευθεία και κατ' ενέργεια στην μνήμη του Θεού, δεν υπάρχει. Αυτός είναι και ο λόγος πού οι Πατέρες μας πού ζήσαμε κοντά τους, επέμεναν πολύ σε αυτό τον τομέα. Αλλά και αν ερωτάτε, και η ιδική μου εντολή σε σας είναι τούτη μόνο, ώστε να μη ξεχνάμε ότι σαν μοναχοί, πέρα από τις υπόλοιπες υποχρεώσεις πού κρατάμε, η ευχή είναι το κεφάλαιο όλων. Στα άλλα όλα υπάρχει μια οικονομία· εδώ δεν υπάρχει κάτι τέτοιο.
Ημπορούμε όλοι μας όταν θέλωμε να επιμένωμε σε αυτό. Και ιστάμενοι, και καθήμενοι, και άρρωστοι, και δουλεύοντες, και περιπατούντες, και τρώγοντες, και οτιδήποτε κάνοντες όσο είμεθα ξύπνιοι, ώστε να γίνη συνήθεια ακόμη και στον ύπνο μας η ευχή. Γιατί σε εκείνον πού έχει προχωρήσει η ευχή, ενεργεί και στον ύπνο του ακόμα. Πρέπει να σπουδάζετε και να προσπαθήτε. Μην ύποχωρήτε κατ΄ ούδένα τρόπο.
Πάμε στα κελιά μας τώρα και αρχίζομε. Έρχεται φυσικά η αντίστασι, ο πόλεμος. Αυτά τα ξέρομε. Ημπορεί μια ή δυο βραδιές, μια εβδομάδα, 15 μέρες, να έχωμε επίδοσι στην ευχή και να αισθανόμαστε ειρήνη. Αυτό είναι αδύνατο να μείνη, θα διακοπή, θα έρθη ο ύπνος, η ακηδία, οι λογισμοί και χίλια δυό κακά, από τα οποία όλοι μας έχομε πείρα. Είναι παράλογο να μας τρομάζουν αυτά, διότι ξέραμε πλέον ποιοι θα' ρθουν και από που θα' ρθουν, και τι γυρεύουν.
Αλλά ξέρομε ότι ο στόχος μας είναι η μνήμη του Θεού και αυτό θα κάνωμε. Δεν μας αφήνει να σταθούμε όρθιοι; θα καθήσωμε. Δεν μας αφήνει καθήμενους και μας φέρνει ύπνο; Πάλι θα σηκωθούμε. Δεν μας αφήνει έτσι; θα περπατήσωμε. Έρχεται μας πιέζει, μας πιάνουν λογισμοί, σταματάμε μια στιγμή και κάνομε διάλογο και λέμε στον εαυτό μας δήθεν, αλλά στην πραγματικότητα αυτόν πού μας πολεμά ερωτάμε: «Τι ζητάς από μένα; Δεν πρόκειται να υποχωρήσω. Εδώ δεν ευρέθηκα τυχαία. Έχω πλήρη επίγνωσι και αίσθησι της αποστολής μου πώς είμαι μοναχός. Δεν πρόκειται να υποχωρήσω. Το καθήκον είναι αυτό. Αγαπώ τον Χριστό μου, πού με εφώναξε να Τον ακολουθήσω και θα συνεχίσω να Τον ακολουθώ. Δεν πρόκειται να με εμποδίσης λοιπόν».

Με αυτό τον τρόπο ενισχύομε τον εαυτό μας, δίνομε ξανά θάρρος και συνεχίζομε την πορεία. Δεν πάει ο νους στην ευχή; Τον συγχύζει η ζάλη, η πίεσι των λογισμών; Πάνε τα χείλη όμως. Τα χείλη δεν θα σιωπήσουν, θα φωνάζουν και θα λένε: «Ναι, δεν αφήνεις τον νου, διάβολε, να πάη; Εγώ θά φωνάξω με το στόμα. Ο Θεός μου ξέρει και με τις κινήσεις ακόμα πού κάνω με το χέρι μου. Επιμένω και Τον κράζω και θάρθη να με σώση. «Ισχυκότες ηττάσθε, και αν πάλιν ισχύσητε και πάλιν ηττηθήσεσθε' και ην αν βουλήν βουλεύσητε, διασκεδάσει Κύριος, ότι μεθ' ημών ο Θεός» (Ησαΐας 8,9). Αυτός είναι ο τρόπος.

Εάν έτσι επιμένωμε, να είστε βέβαιοι ότι η επιτυχία είναι σε μας, γιατί η ιδική μας ζωή είναι προγραμματισμένη απολύτως από την πρόνοια του Θεού και είναι αδύνατο να παραχαραχθή. Δεν είναι προσβολή για μας, ένα παιδί δώδεκα - δεκατριών χρόνων, μέσα από αριστοκρατική οικογένεια, όπως ήταν ο Άγιος Ιωάννης ο Καλυβίτης, να ξεκινήση να γίνη μοναχός και να γυρίση πίσω και να συντρίψη το κράτος του σατανά με τέτοια αυταπάρνησι, πού μόνο η ακοή της προκαλεί φρίκη; Τι ήταν αυτό το παιδί; Μήπως ήταν σαν εμάς, πού είμασταν αγρότες και εργάτες και είχαμε πείρα της σκληρής ζωής; Τι ήξερε εκείνο, εκτός από το να ζή μέσα στα πούπουλα; Και όμως τι κατώρθωσε! Γιατί με την ειλικρινή του αυταπάρνησι προκάλεσε την θεία Χάρι, και αυτή τον έστεψε με τόσες επιτυχίες.

Αυτή την Χάρι ζητούμε και εμείς. Με αυτή την Χάρι εξεκίνησε και ο Αγ. Παύλος ο Θηβαίος, χωρίς να ξέρη, πρώτη φορά. Έκανε το τόλμημα να φυγή μόνος, χωρίς σύμβουλο, χωρίς πείρα, χωρίς γνώσι και να εξέλθη στην βαθύτατη έρημο, να πολεμήση με τα τάγματα των δαιμόνων και να μην λυγίση στους τόσο σκληρούς πειρασμούς πού του έκαναν, για να φοβηθή και να γυρίση πίσω. Αλλά επίστευε και έλεγε: «Δεν είναι δυνατό. Εγώ για τον Θεό εξεκίνησα, πώς είναι δυνατό ο Θεός να με αφήση;». Και πράγματι επέτυχε.
Αμήν


Read more:http://www.egolpion.com/ekdhlwsi_agapis.el.aspx#ixzz2jVLRJglA

Το ταπεινό φρόνημα


Το ταπεινό φρόνημα



Το κελλί του αγίου
το ταπεινό φρόνημα
(Μνήμη Αγίου Ιωάννου τον Σιναΐτου)
  γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή

     Ο σήμερον εορταζόμενος Φωστήρ,κορυφαίοςΠατέρας της μοναστικής μας ιδιότητος,Ιωάννης ο Σιναΐτης, είχε ως εξαίρετο αρετή - εκτός των άλλων πού επλούτιζαν και επροίκιζαν την μακαριά ψυχή του - τηνταπεινοφροσύνη.
Κατά την κούρα του εις μοναχό, ένας εκ των πνευματοφόρων Πατέρων, ελθών εις έκστασι, είπε στον Γέροντα του Μαρτύριο. «Βαβαί, Αββά Μαρτύριε, οίδας ότι σήμερον ηγούμενον του Σινά εκούρευσας;»
Μέσα στην βαθύτατη ταπεινοφροσύνη του ο Όσιος Ιωάννης, δεν απεκάλυψε τίποτε για τον εαυτό του. Το μόνο πού γνωρίζομε είναι, ότιδεκαεξαετήςμπήκε στην μοναχική πολιτεία. Εκάθησε υπό τον Γέροντα του περί τα δεκαοκτώ έτη και μετά απεσύρθη στην βαθύτεραέρημο, στην οποία έζησε περί τα40έτη. Μόνος εκεί με τον μαθητή του Μωυσή. Ίσως και με άλλους. Στο βαθύ του γήρας, περίπου εβδομηκοντούτης, εξελέγηηγούμενοςτης Ιεράς Μονής Σινά.
Πλήρης αρετών, εστήριξε γενικά την περιφέρεια αυτή τον τότε υπάρχοντα μοναχισμό, αφήνοντας και εις εμάς τους ευτελείς, ως κληρονομία την περίφημό του Βίβλο, την ονομαζόμενη «Κλίμακα». Αρχίζει από την ξενιτιά και κλιμακωδώς αναφέρει όλες τις καταστάσεις των αρετών, μέχρι της απάθειας και της θεώσεως.
Εκείνο το οποίο συνιστά, είναι τοταπεινό φρόνημα, σαν το πλέον απαραίτητο στοιχείο,ως καθήκον απόλυτο σε κάθε χριστιανό. Αναφέρεται στον βίο του, ότι οι Πατέρες, για να δοκιμάσουν το ταπεινό του φρόνημα τουεπέταξαν, όπως ρίχνομε στα σκυλιά, ένα κομμάτι ψωμί και αυτός ο μακάριος έσκυψε,επερπάτησεμε τα τέσσερα και το επήρε, για να τους αποδείξη που απεδέχθη αυτό πού του έκαμαν σαν πείραμα. Αυτό ήταν το δείγμα της προκοπής του.
Θα ήθελα να αναφερθώ στο θέμα τηςμακροθυμίαςπού πρέπει να έχωμε ως μοναχοί. Σας ανέφερα το όραμα πού είδε πνευματοφόρος Πατέρας για τον όσιο Ιωάννη, ότι έμελλε να γίνη ηγούμενος του Σινά. Πότε όμως έγινε αυτό;Μετά από πενήντα πέντε χρόνια. Αυτό το γεγονός είναι σοβαρό και απασχολεί και εμάς με την είσοδό μας στην μοναχική ζωή. Αν και κάποιος δεν ευρίσκεται να μας το πή εσωτερικά όμως η συνείδησι και η βαθεία πίστι μας το ομολογούν συνεχώς.Ποιο;Το ότι εφ' όσον εκλήθημε στην ζωή αυτή, ασφαλώς είμαστε προορισμένοι στο απόλυτο της επιτυχίας μας,δια του ελέους του Θεού. Αυτό όμως πότε θα γίνη; Στο τέρμα της ζωής μας; Κανείς δεν ξέρει πόσο θα ζήσωμε.
Ενδέχεται να μακροβιώσωμε. Εκείνο πού γνωρίζομε είναι ότι, «ο καλέσας ημάς Θεός» είναι αψευδής στις επαγγελίες Του, καθώς είναι «πιστός εν πάσι τοις λόγοις Αυτού». Άρα μας ετοίμασε τόπο και θα μας τον χαρίση. Χρειάζεται όμως μιαυπομονήπολλών ετών και τότε θα εκπληρωθή η επαγγελία. Αυτός είναι ο τρόπος πού ο Θεός εκτελεί τις επαγγελίες Του.
Ας επανέλθωμε τώρα στο θέμα τηςταπεινοφροσύνης. Κάθε αρετή είναι επωφελής και αναγκαία, διότι εξυψώνει την προσωπικότητα μας, η οποία κατερρακώθη με την πτώσι, και εγέμισε την εικόνα μεκηλίδες. Πρέπει αυτές οι κηλίδες, μία-μία ναεξαλειφθούνκαι να επανέλθη η εικόνα και η μορφή στην αρχική της αξία.Οι κηλίδες είναι η παρά φύσι ζωή, δηλ. ταπάθηκαι οιαμαρτίες, τα οποία μας προκάλεσε η πτώσι και ηαμελημένημας ζωή. Από τότε πού εγνωρίσαμε την ευσέβεια, έως αυτή την ώρα, δεν ημπορέσαμε να εφαρμόσωμε αυτά πού απαιτεί το θειο θέλημα. Και δεν είμεθα αμαρτωλοί μόνο στην περίοδο της αγνοίας μας.Δυστυχώς εμείναμε αμαρτωλοί και στην περίοδο της γνώσεως. Και η εικόνα ευρίσκεται καταρρακωμένη.
Τώρα, επιβάλλεται με την πτωχή μας προσπάθεια και με την απόλυτο συνεργασία της θείας Χάριτος να αποκτήσωμε, αντί των κακών και των παθών, τις αρετές, οι οποίες έχουν αυτήν ακριβώς την ιδιότητα.Αντικαθιστούν την δυσμορφία της εικόνος, και αφού σιγά-σιγά χάριτι Χριστού, αναζωγραφίσομε καιεπαναφέρομετην εικόνα στην πρώτη της αίγλη και κατάστασι, στο αρχαίο απλούν, τότε φαίνεται ο χαρακτήρας, τίνος είμεθα, από πού καταγόμενα. Είμεθα, φυσικά του Πατρός μας, γι' αυτό και φέρομε το επίθετο «χριστιανοί», διότι καταγόμεθα από τον Χριστό.
Όλες λοιπόν οι αρετές είναι χρήσιμες, απαραίτητες, αναγκαίες και κάθε μια ακριβώς ξεριζώνει την αντίστοιχη κακία και θεραπεύει την κατάλληλη πληγή.
Υπάρχει όμως και μια άλλη αρετή, η οποία και μόνη αυτή μπορεί να αντικαταστήση όλες τις άλλες και να αποκαταστήση την μορφή της εικόνος ασυγκρίτως λαμπρότερη από ό,τι φυσιολογικά θα εγίνετο.Αυτή συνιστούν οι Πατέρες.Και δεν είναι παράξενο. Διότι αυτή η αρετή, είναι ακριβώς ο γνήσιος χαρακτήρας του Πατρός μας, του Χριστού.Αυτός ο οποίος ενομοθέτησε και έγινε για μας άνθρωπος, όχι γιατί Του εχρειάζετο, αλλά για το πλήρωμα της παναγάπης Του προς τον άνθρωπο. Δεν ηρκέσθη να του μιλήση από μακρυά, αλλά εφόρεσε τον ίδιο τον άνθρωπο, έζησε μαζί μας και μας έδειξε πρακτικά, σαν κλίμακα, ένα - ένα το σκαλοπάτι, πώς να βαδίσωμε, ανακτούντες τις αρετές και καταστρέφοντες τις κακίες.
Με όλα αυτά ηθέλησε να μας πή και κάτι παραπάνω: «Θέλετε να σας πω ποιος είμαι; Μάθετε απ' εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία» (Ματθ. 11,29).Εδώ ελύθηκε το μεγάλο μυστήριο. Τώρα εμάθαμε όχι μόνο εξωτερικά την μορφή, άλλα το βάθος της καρδίας, το κέντρο της υποστάσεως Αυτού.Αυτός είναι ο Θεός και Πατέρας μας!
Ποιος θέλει τώρα λοιπόν να πάρη επάνω του τον τίτλο της κληρονομιάς, πού θα έχει ως αποτέλεσμα να παραμερισθούν τα εμπόδια και οι θυρωροί, δια να εισέλθη με δόξα και παρρησία και να πέση στην πατρική αγκάλη; Αυτός ο οποίος είναι έξυπνος, θα προσπαθήση στην ζωή αυτή να περισυλλέξη επάνω στην μορφή του ολόκληρο τον χαρακτήρα του Πατρός. Και αυτός είναι οταπεινός.
Είναι όμως φυσιολογική η ταπείνωσι, ή μήπως είναι κάποιο πράγμα υπέρ φύσι και είναι δύσκολο να το συλλάβωμε και διανοητικά ακόμα;
Τι είναι ταπείνωσι; Ταπείνωσι είναι η πραγματικότης.Μήπως μας χρειάζονται όμως επίνοιες για να ανακαλύψωμε μέσα μας την πραγματικότητα, ότι όντως είμαστε ευτελείς καιουτιδανοί,ανίκανοιστην αθλιότητα πού ευρισκόμαστε; Δεν νομίζω, ότι αυτό είναι δύσκολο.
Εάν άκούσωμε από την Γραφή την καταγωγή μας και βάλωμε δίπλα στο πρότυπο την μορφή μας, αμέσως θα εντραπούμε. Ακούσαμε, ότι η κατασκευή μας εξ αρχής έγινε κατά ιδιαίτερο τρόπο, με την πρόνοια του Θεού «κατ' εικόνα και ομοίωσίν» Του. Εγίναμε κατά την θείαν απόφασι ένας «κατά χάριν» Θεός, όμοιος με τον κατά φύσι Θεό. Αυτή είναι η καταγωγή μας, και τώρα ευρίσκομε, ότι εκαταντήσαμε «σπήλαια ληστών».Η κακουργία, η εγκληματικότης, η πονηρία και η ποικιλόμορφη αμαρτία, περιστρέφονται μέσα μας ελεύθερα και μόνο εξωτερικά διαφέραμε από τα κτήνη.Αυτή η διαπίστωσι είναι η πραγματικότης. Και άρα από τούτο το παράδειγμα, ημπορούμε να βάλωμε αρχή για να κατακτήσωμε τηνταπείνωσι. Μετά την διαπίστωσι, ότι είμαστε ελεεινοί, πιάναμε αυτό το φρόνημα και ησυχάζομε.Όταν κρατούμε αυτό το φρόνημα, πώς είναι δυνατό να θυμώσωμε κατά του αλλού;Ένας τέτοιος χαρακτήρας σκέφτεται για πλεονεξίες, αρπαγές, εκδικήσεις και κακουργίες; Ουδέποτε γίνεται αυτό. Ένας τέτοιος άνθρωπος, πάλι δεν είναι άξιος, χάριν της ελεεινότητός του, να πάσχη και όχι να δοξάζεται;
Αυτά όλα τα είπα, για να δώσω ύλη στο πόσο είναι εύκολο, αν θελήσωμε, από αυτές τις πρόχειρες διαπιστώσεις, να αρπάξωμε αυτή την εργασία και να ξεκινήσωμε ο καθένας μας με άμιλλα ευσεβή, ποιος να περάση τον άλλο. Εδώ επιτρέπεται η άμιλλα. «Καλόν το ζηλούσθαι έπ' αγαθώ».
  Να όμως και δεύτερη επίγνωσι της ταπεινώσεώς μας. Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου και επεδήμησε ο Θεός Λόγος, έσβησε τα παλιά, έσχισε τοχειρόγραφο, ανέσυρε την εικόνα από το βάθος και την εσφράγισε με τα ημαγμένα Του δάκτυλα. Τηνεπανέφερεστο αρχαίο κάλλος και της έδωσε την δύναμι τηςυιοθεσίας· και την επήραμε στο βάπτισμα,αλλά και πάλι κατηντήσαμε στα ίδια. Ελεεινότης χωρίς σύνορα και περιγραφή.
Είναι λοιπόν, δύσκολο αυτές τις διαπιστώσεις να τις κρατά ο καθένας και να αγωνισθή να αποκτήση αυτή την παναρετή, πού είναι ο γνήσιος χαρακτήρας του Πατρός μας, πού μόλις την ιδούν οι Άγγελοι αμέσως παραμερίζουν; Και η φλογίνη ρομφαία ακόμα, αν έμενε στη θέσι της και δεν κατηργείτο από τον Σταυρό του Ιησού μας, μόλις αντίκριζε την μορφή αυτή, θα παρεμέριζε αμέσως. Διότι πώς θα σταθή, όταν βλέπη τους υιούς του πατρός των να βαδίζουν με παρρησία να κληρονομήσουν την επαγγελία τους;
 Με παράδειγμα τον σημερινό Όσιο Πατέρα και όλους τους Αγίους, αλλά περισσότερο τοπρότυπόμας, τοναρχηγό της σωτηρίαςμας «τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήνΙησούν» (Εβρ. 12,2), ας συνεχίσωμεν «τον προκείμενον ημίν αγώνα» και να είσθε σίγουροι ότι η επιτυχία μας είναι βεβαία.

αμήν
ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ    www.egolpion.com



Read more:http://www.egolpion.com/656C866F.el.aspx#ixzz2jVKysVCV

Το θείον Πυρ


Το θείον Πυρ


το θείον πυρ
(Μνήμη Αγίου Ιγνατίου τον θεοφόρου)
γέροντος ιωσήφ του ησυχαστή

Το μοναδικό έπιπλο του αγίου!
     Με την είσοδο των προεορτίων των Χριστουγέννων, έχομε και την μνήμη του Αγίου ενδόξου Ιερομάρτυρος Ιγνατίου του Θεοφόρου, ενός εκ των Αποστολικών Πατέρων. Και ενθυμήθηκα μία περικοπή από τους λόγους του Κυρίου μας, πού αρμόζει στην αυριανή εορτή. Μη νομίσητε ότι ήλθον, είπε κάποτε ο Ιησούς μας, βαλείν ειρήνην επί την γην ουκ ήλθον βαλείν ειρήνην αλλά μάχαιραν (Ματθ. 10, 34). Και αφού είπε τους τρόπους της διαιρέσεως πού ήλθε να προκαλέση, όπως ερμηνεύονται φυσικά κατά την ιερά μας παράδοσι, προσέθεσε. Πυρ ήλθον βαλείν επί την γην και τι θέλω ει ήδη ανήφθη (Λουκ. 12,49). Περί αυτού του πυρός ακριβώς είναι ο λόγος, γιατί πολύ απασχολεί τουλάχιστον εμάς τους μοναχούς.
Το δοξαστικό του Αγίου Ιγνατίου αναφέρει τα εξής· «Ουκ εστίν εν εμοί πυρ φιλόυλον, ύδωρ δε μάλλον ζών, και λαλούν εν εμοί, ένδοθέν μοι λέγον - Δεύρο προς τον πατέρα.» Και γενικά η ακολουθία, όπως θα παρακολουθήσετε, είναι μια έξαρσι θεουργικού έρωτος, πού πάλλει μέσα στην καρδία αυτού του μεγάλου φωστήρος. Γιατί αναφέρει η παράδοσι, ότι αυτός ο Άγιος ήταν ένα οπό τα παιδιά εκείνα, τα οποία εδέχθη ο Ιησούς μας στις αγκάλες Του.
     Όταν κάποτε τον ερωτούσαν οι μαθηταί Του για τα πρωτεία και ποιες είναι οι αξίες τους στο μέλλον, κατά τον τρόπο πού ημορούσαν να συλλάβουν τότε το νόημα, επηρεασμένοι από τις ιουδαϊκές παραδόσεις, τότε, προσκαλεσάμενος ο Ιησούς παιδίον έστησε αυτό εν μέσω αυτών και είπεν ος αν δέξηται παιδίον τοιούτον εν επί τω ονόματί μου, εμέ δέχεται (Ματθ. 18,2,5). Και πάλιν άφετε τα παιδία και μη κωλύετε αυτά ελθείν προς με (Ματθ. 19,14). Ένα λοιπόν από τα παιδιά ήτο αυτός ο Άγιος, ο μετέπειτα Θεοφόρος.
Γι᾽ αυτό και ωνομάσθη Θεοφόρος, επειδή έφερε τον Θεό. Αλλά και πάντες οι Άγιοι Θεοφόροι είναι, διότι ο αγιασμός τούτο σημαίνει Θεοφόρος και Θεολόγος. Η Χάρις του Αγίου Πνεύματος ενοικεί μέσα στην ψυχή του ανθρώπου και τον καταξιώνει να ονομάζεται έτσι, διότι φέρει εντός του τον Θεό. Και αυτή η Χάρις, πού ενοικεί μέσα του, τον διδάσκει τα μυστήρια της Θεολογίας γενικά, αυτά πού είναι δόγματα της πίστεως.
Ειδικά όμως, εμάς τους μοναχούς μας απασχολεί αυτό. Πότε και εμείς θα ιδούμε μέσα μας εάν άναψε αυτό το πυρ; Άλλοτε ο Κύριος το ονομάζει ύδωρ αλλόμενον, όπως ερμήνευσε στην Σαμαρείτιδα. Όπου αναβλύση αυτό, ποτέ δεν τελειώνει και αυτό ακριβώς είναι η Θεία Χάρις. Και ειδικά εκείνη, η οποία συνδέει εμάς με την απόλυτο - ανθρωπίνως ερμηνεύομε - αγάπη του Ιησού μας, του κέντρου της αγάπης και όλου του ενδιαφέροντός μας.
Γι᾽ αυτό στενάζομε και εμείς, περιφερόμενοι εις αυτούς τους τόπους, στους οποίους μας οδήγησε Αυτός. Διότι όταν εξυπνήσαμε και εγνωρίσαμε περί τίνος πρόκειται, έγινε και σε μας αυτό πού λέει ο Απόστολος Ιωάννης. Ημείς αγαπώμεν Αυτόν ότι Αυτός πρώτος ηγάπησε ημάς (Α᾽ Ιωάν. 4,19). Και πραγματικά, πρώτος Αυτός ηγάπησε και γι᾽ αυτό μας εκάλεσε, όπως σας ερμήνευσα και άλλοτε. Δεν είναι απλή η κλήσι μέσα στην ψυχή, αλλά είναι προσωπική επέμβασι της μακαριάς Θεότητος.
Τώρα μας απασχολεί το πώς πρακτικά και εμείς θα μπορέσωμε να συμβάλωμε. Διότι από μέρους της Χάριτος αυτό υπάρχει. Το ότι έγινε η κλήσι μας και ότι ημπορούμε και ευρισκόμεθα εδώ και συνεχίζομε παρά τις ασθενείς δυνάμεις μας, αυτό είναι εγγύησι και η απόδειξι μάλλον της πλήρους από μέρους της Χάριτος λειτουργίας. Ο,τι εξαρτάται από τον Θεό, γίνεται απολύτως προς εμάς.
     Τώρα μένει το δεύτερο σκέλος, πού είναι το εξ ημών ή *, κατά την γνώμην των Πατέρων. Αυτό είναι πού πρέπει να καταβάλωμε εμείς, ούτως ώστε να συνεργαστούν αυτοί οι δύο παράγοντες, η ενέργεια της Θείας Χάριτος, πού γίνεται κατ᾽ ευδοκία και αγάπη του Θεού, και η προαίρεσι η σωστή από μέρους του ανθρώπου, πού αποδέχεται την κλήσι και υποτάσσεται στο Θείο θέλημα. Όταν αυτά τα δύο συναντηθούν καταλλήλως όπως ο Θεός ξέρει, τότε επιτυγχάνεται ακριβώς στην ψυχή του ανθρώπου η ενοίκησι της Θείας Χάριτος και τον επαναφέρει στην πρώτη του κατάστασι. Καταργείται τότε το θνητόν υπό της ζωής και η καινή κτίσις, ο Ιησούς μας ζη και λαλεί μέσα στον άνθρωπο. Και τότε γίνεται η ανάστασι. Αυτός πλέον ο άνθρωπος, είναι αυτός πού έλαβε Αυτόν (Ιωάν. 1,12) και ο Ιησούς του έδωσε εξουσίαν τέκνον Θεού γενέσθαι. Και ερμηνεύει. «Ουκ εκ θελήματος σαρκός, ουδέ εκ θελήματος ανδρός, άλλ᾽ εκ Θεού» (Ιωάν. 1,13) έγινε αύτη η γέννησι. Και γίνεται ο άνθρωπος πράγματι τέκνο και φίλος Θεού.
Αυτός είναι και ο στόχος μας. Και δεν θα παύσω να σας ενθυμίζω, ότι δεν πρέπει να σταματήσωμε όσο ζούμε να προσπαθούμε στο πώς θα επιτύχωμεν αυτό.
Και τότε είμεθα μοναχοί. Αυτή είναι η ερμηνεία του πραγματικού μονάχου. Αν και ζη στον κόσμο αυτό, είναι εκτός κόσμου, γιατί αντιστρατεύεται τις επιθυμίες του παλαιού ανθρώπου και προσπαθεί να εκδυθή, κατά το δυνατό, όλα τα συστήματα και τις ενέργειες του και να ενδυθή τον καινό άνθρωπο τον κατά Θεόν κτισθέντα (Εφεσ. 4,42). Τα δείγματα της παρουσίας του καινού ανθρώπου, είναι ακριβώς το πυρ αυτό το οποίο άναψε ο Ιησούς μας με την παρουσία Του εδώ, και όπως μας ερμήνευσε ο ίδιος, επιθυμούσε αυτή την ώρα πού το έλεγε, να το έβλεπε αναμμένο στην τετραπέρατο κτίσι και να πυρπολή όλων των ανθρώπων τις καρδιές. Δυστυχώς όμως η πλειονότης των ανθρώπων δεν έδειξε ενδιαφέρο.
Σε μας όμως, εδόθη ο κλήρος αυτός. Και έτσι με όλες μας τις δυνάμεις θα προσπαθούμε όσο υπάρχομε, να το ιδούμε και σε μας αναμμένο. Γιατί αν αυτό ανάψη, όπως λέει ο Άγιος Ιγνάτιος, θα μας αναβίβαση προς τον Πατέρα. Εφ᾽ όσο εκ μέρους του Θεού, εκ μέρους της Χάριτος, όλα ορθά λειτουργούν και δεν υπάρχει λάθος, τότε εάν δεν επιτυγχάνεται ο σκοπός, το σφάλμα είναι ιδικό μας. Κάτι σε μας δεν πάει καλά και επομένως εδώ πρέπει να συγκεντρωθή όλο μας το ενδιαφέρο, όλη μας η έννοια, όλη μας η σπουδή, όλη μας η προσοχή. Γιατί να μην ανάβη το πυρ αυτό; Φαίνεται υπάρχει μέσα μας υγρασία, δηλαδή φιλαυτία, φιληδονία, εγωισμός. Συμβαίνει όπως με την αισθητή φωτιά. Δεν ανάβουν τα ξύλα όταν η εμπρηστική ύλη είναι υγρή. Πρέπει να στέγνωση.
     Και εμείς ακριβώς τώρα πρέπει να προσέξωμε, διότι κάποια υγρασία υπάρχει και δεν ανάβει αυτή η πυρά. Διότι αν δεν αγαπήσωμε τον Θεό εξ ολοκλήρου, όπως μας παρεδόθη από την Εκκλησία μας, εξ όλης ψυχής, εξ όλης ισχύος, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας και άρα και τον πλησίο μας όπως και τον εαυτό μας, δεν επιτυγχάνεται ο σκοπός είναι άστοχη η προσπάθεια μας. Γι᾽ αυτό βλέπετε, ότι από μέρους της Χάριτος τα πάντα είναι τέλεια. Ο Θεός με όλη την Θεοπρεπή του αγάπη και συμπάθεια, αγκαλιάζει τον άνθρωπο και από μέρους Του δεν υπάρχει τίποτε ελλιπές. Πρέπει όμως και από μέρους μας να συμβαίνει το ίδιο.
Παρούσης της φιλαυτίας, η οποία γεννά την περιεκτική φιληδονία του Εγώ, πού εκπροσωπεί τον παλαιό άνθρωπο, πού είναι τα πάθη και οι επιθυμίες, δεν ανάβει το Θείο πυρ. Όλη μας η σπουδή είναι να αποβάλωμε αυτές τις υγρασίες. Κάτω το εγώ, κάτω η φιλαυτία και η φιληδονία, πού είναι οι πόρτες πού εισήγαγαν την παρανομία και εδημιούργησαν την πτώσι και την φθορά. Κάτω τα αίτια του θανάτου και τα αίτια της φθοράς, για να ανάψη μέσα μας αυτό το πυρ.
Κάθε μέρα και κάθε νύκτα εξετάζετε τον εαυτό σας. Και όσο ζη μέσα αυτός ο εγωισμός, να μην δειλιάτε, αλλά συνεχώς να τον αποξέετε με οποιονδήποτε τρόπο μπορείτε, έως ότου, χάριτι Θεού, να τον κρημνίσωμε. Γιατί αν δεν πέσουν αυτές οι ρευστότητες, δεν θα ιδούμε μέσα μας αυτό το πυρ και τότε φυσικά σαν να αποδιώξαμε, δηλαδή δεν απεδέχθημεν την κλήσι του Θεού, αν και Αυτός την έχει δώσει κατ᾽ επανάληψι. Αυτή είναι η σπουδή μας.
Πώς είναι δυνατό να πιστέψωμε ότι αγαπάμε τον Θεό με όλες μας τις δυνάμεις, εφ᾽ όσο δεν παραμερίζομε τις ιδιοτέλειες; Όταν υπάρχει ιδιοτέλεια, τότε ο άνθρωπος ζη για το άτομο του και όχι για την αγάπη του Θεού και προτιμά κάτι, πού αρέσει πρώτα εις αυτόν και μετά εκείνο πού αρέσει στον Θεό. Οπόταν, εκείνος ο οποίος πηγαίνει με πλάγια μέσα προς Εμέ, θα πάω και Εγώ με πλάγια μέσα προς αυτόν, λέει ο Θεός και μόνο τους δοξάζοντάς με δοξάσω. Οι υπόλοιποι πού φαίνονται ότι με εξουθενούν, ατιμασθήσονται.
Όλη μας λοιπόν η σπουδή να είναι εδώ κάθε τι πού είναι θέλημα του Θεού, προηγείται. Εδώ δεν χωράει καμμιά συγκατάβασι. Αυτό ορκίσθημεν, αυτό ετάξαμε από την αρχή. Εάν παρασυρθήκαμε, δεν είναι παράδοξο. Δεν είναι εύκολο ο άνθρωπος με μια προαίρεσι να μεταφερθή στην απάθεια. Είναι δύσκολο πράγμα. Βλέπετε μεγαλώσαμε μέσα στα συστήματα του παλαιού ανθρώπου, και εσκληρύνθησαν μέσα μας οι παμπόνηρες έξεις και οι συνήθειες. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό
είναι και η δύναμι της αμαρτίας, πού εμφωλεύει μέσα στα μέλη μας. Η τραγική αυτή ανταρσία, πού εφυτεύθη μεταπτωτικά μέσα στον άνθρωπο και του δημιουργεί συνεχή πάλη. Επομένως θα έχωμε το νου μας εις αυτούς τους τρόπους της ανταρσίας, του αντιστρατευομένου νόμου, πού βρίσκεται μέσα στα μέλη μας και μας πιέζει να μην πειθαρχήσωμε στον Θεό. Εδώ είναι όλη η τιτανομαχία, όλη μας η πάλη, η μάχη, όλη μας η προσοχή. Δεν θα παρασυρθούμε «ει και πάντα ημίν έξεστιν άλλ᾽ ουκ εξουσιασθησόμεθα υπό τίνος».
     Αυτό είναι το σύνθημα των Πατέρων μας, το οποίο κάθε μέρα αναγινώσκομε. Θα συνεχίσωμε την πορεία μας αυτή με εστραμμένη την ελπίδα μας στον Πανάγαθο Δεσπότη, ο οποίος όχι μόνο τώρα πρακτικά, πού τον βλέπομε, αλλά και πριν ξυπνήσωμε να τον ιδούμε, εγνώριζε με την Θεοπρεπή Του μεγαλωσύνη, ότι είμεθα ευτελείς και ουτιδανοί και όμως δεν μας απεστράφη. Αυτός είναι ο θρίαμβος του καυχήματος μας και η μεγάλη μας ελπίδα. Ότι, παρ᾽ όλο πού ήξερε ότι είμαστε τόσο ευτελείς και αδύνατοι, δεν μας εβδελύχθη, αλλά μας έδωσε τον κλήρο της κλήσεως Του, όπως τον έδωσε στους εκλεκτούς. Και αυτό μας γεννάει, εν μέρει, την μακαριά ελπίδα ότι οπωσδήποτε θα πετύχωμε, εφ᾽ όσον Αυτός μένει μαζί μας και μας δικαιώνει.
Βλέποντας την μικρή μας πρόθεσι, Αυτός θα συνέχιση μέχρι τέλους και στο μέλλο θα μας δοξάση, όπως υπόσχεται με την αγαθότητα Του.

* αυτό πού, βέβαια, προέρχεται από μαςή, δηλαδή τη θέληση, την προαίρεση μας.

  

Read more:http://www.egolpion.com/8eion_pur.el.aspx#ixzz2jVKVd8Xu

Οι δύο πόλοι της πνευματικής ζωής


Οι δύο πόλοι της πνευματικής ζωής



Οιδύο πόλοι της πνευματικής ζωής
 (Μνήμη Αγίου Ιωάννου τον Ελεήμονος)
γέροντος ιωσήφ του ησυχαστή
 Εορτάζει η Εκκλησία μας σήμερα την μνήμη του Αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, Πατριάρχου Αλεξανδρείας.
Ο Άγιος Ιωάννης κατήγετο από την Κύπρο. Υπήρξε τέκνο ευσεβών και πλουσίων γονέων. Αν και ανετράφη μέσα στην άνεσι, έστρεψε όλη του την διάθεσι και προσοχή στην ευσέβεια.  Διαβλέποντας η Θεία Χάρις μέσα στην αγνή ψυχή του, ότι θα απέδιδε πολύ πνευματικό καρπό στο μέλλον, τον προώρισε και τον ανεβίβασε στον θρόνο του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, πού ήκμαζε τότε.
Στον βίο του αναφέρεται ένα σύμβολο, πού έδειξε η Χάρις για την μέλλουσα του διαγωγή. Είδε στον ύπνο του μια ωραία κόρη στεφανωμένη με κλάδο ελαίας, η οποία του είπε:«Εγώ είμαι η πρώτη θυγάτηρ του βασιλέως. Αν με αγαπήσης, έχω την δύναμι να σε οδηγήσω εις αυτόν».Ο Άγιος συνεπέρανε ότι αυτή ήτο η Χάρις της συμπαθείας και της ελεημοσύνης.
Πράγματι. Το κεντρικώτερο σημείο πού ευρίσκεται μέσα στην θεοπρεπή μεγαλωσύνη, είναι η συμπάθεια. Αυτή εκίνησε τρόπον τινά τον Θεό να δημιουργήση τον κόσμο εκ του μηδενός. Αλλα και όταν εχρεωκόπησε ο κόσμος με την ιδική του απροσεξία, και εγκατέλειψε την ισορροπία, πάλι από συμπάθεια και ελεημοσύνη έκανε την «κένωσί» Του ο Θεός Λόγος. Επεδήμησε στον κόσμο αυτό, εφόρεσε την ιδική μας «πτώχεια» και ενεκάλεσε στην ισορροπία την διασαλευθείσα κτίσι. Μονογενής θυγάτηρ του Θεού, η ελεημοσύνη. Αυτή, δια να επανέλθωμε στον βίο του Αγίου, προεκάλεσε τον νέο τότε και του είπε: «Εάν με αγαπήσης, εγώ θα σε οδηγήσω στον βασιλέα, διότι έχω πολλή παρρησία εις αυτόν».
Όταν προεχειρίσθη Πατριάρχης Αλεξανδρείας, η πόλι, αλλά και ολόκληρη η περιοχή της δικαιοδοσίας του είχε υποστεί πολλές δοκιμασίες, διότι ήταν η περίοδος πού άρχισε να εξαπλώνεται το Ισλάμ. Άρχισαν επιδρομές στα μέρη εκείνα, πού επίεζαν τον χριστιανικό κόσμο. Προστέθηκαν εις αυτά και διάφορες θεομηνίες, όπως ανομβρίες, πού προκαλούσαν φτώχεια, πείνα και δυστυχία. Η περιοχή ήταν καταδικασμένη, επειδή ο Νείλος ποταμός δεν επλημμύριζε, λόγω της ανομβρίας των χωρών όπου ευρίσκοντο οι πηγές του.
Και μέσα εις αυτές τις συμφορές, οι χριστιανοί εζητούσαν καταφύγιο, ελεημοσύνη, τροφή και συμπαράστασι στην μεγάλη πόλι της Αλεξανδρείας. Τότε ο Άγιος Ιωάννης, πού ήταν ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη στιγμή και θέσι, επέδειξε τις διαθέσεις της ψυχής του. Εφανέρωσε την πολλή συμπάθεια πού είχε.
Τότε η Εκκλησία ήταν ανεξάρτητη οικονομικά. Είχε πόρους ιδικούς της και δεν είχε ανάγκη συμπαραστάσεως της πολιτείας. Σε δύσκολες μέρες ημπορούσε να κυβέρνηση τον λαό. Δημιουργούσε νοσοκομεία, θεραπευτήρια, εκπαιδευτήρια και πρακτικά εβοηθούσε τους ανθρώπους. Σ' εκείνες τις ημέρες έδειξε τόσο πολύ την αμίμητη ελεημοσύνη του ο Άγιος, ώστε δικαίως ωνομάσθη «Ελεήμων». Τον μεν βίο του ημπορεί να μελετήοη ο καθένας μας· εκείνο όμως πού θέλομε να τονίσωμε και πού είναι ωφέλιμο για μας» είναι ο ακριβής τρόπος της συμπάθειας προς τον πλησίον, πού είναι ο ένας πόλος του προορισμού του ανθρώπου.
Δύο είναι οι πόλοι στους οποίους κινείται ο άνθρωπος σαν ένα τέλειο και λογικό όν. Ο μεν ένας είναι το να αγαπήση τον Θεό «εξ όλης ψυχής, εξ όλης ισχύος, εξ όλης καρδίας» και ο δεύτερος να αγαπήση «τον πλησίον ως εαυτόν». Εάν επιτύχη το πρώτο, οπωσδήποτε θα επιτύχη και το δεύτερο.
Πώς θα κινηθή ο άνθρωπος για να αγαπήση «Κύριον τον Θεόν του;
Για να αγαπήση κανείς τον Θεό και να Τον λατρεύση, πρέπει να Τον πιστεύση σωστά. Για να Τον πιστεύση σωστά, πρέπει να Τον γνωρίση. Προηγείται εδώ η εισαγωγική γνώσι. Η εισαγωγική γνώσι, γεννά την εισαγωγική πίστι. Αν η εισαγωγική γνώσι δεν διαφθαρή από επιδράσεις ξένων θεωριών, αυτομάτως
γεννά την πίστι. Διότι η πίστι είναι υπόστασι ψυχική. Δεν είναι επινόησι, όπως προσπαθούν να μας αποπλανήσουν οι διάφοροι υλιστές σήμερα. Η πίστι είναι υπόστασι του πνευματικού κόσμου. Είναι συμφυής της πνευματικότητος των λογικών όντων.
Όταν ο νους είναι υγιής, ο άνθρωπος δεν ημπορεί παρά να πιστεύση, να παραδεχθή, ότι δεν είναι δυνατό να υπάρχει αυτή η αρμονία στο σύμπαν, χωρίς να υπάρχει κάποια δύναμι, κάποια εξουσία, η οποία έχει βάλει στην γραμμή όλα αυτά και τα προνοεί. Σύμφωνα με τους κανόνες της φυσικής, τίποτε δεν είναι αυθύπαρκτο. Παρά τις τόσες έρευνες και παρά το πείσμα της απιστίας, δεν απεδείχθη το αντίθετο.
Με την εισαγωγική πίστι αρχίζει κανείς να πιστεύη, ότι πραγματικά υπάρχει Θεός. Το θέμα της πραγματικής πίστεως λύνεται με την αποκάλυψι. Εμείς σήμερα, δεν έχομε ανάγκη να ψηλαφίσωμε, να ανακαλύψωμε τον Θεό. Με την «κένωσι» του Θεού Λόγου, με την παρουσία του ενός προσώπου της Μακαριάς Τριάδος, εισερχόμεθα μέσα στην πίστι αυτή πού παραδίδει η Εκκλησία μας, το κέντρο της Αποκαλύψεως. Διότι εμείς δεν ενδιαφερόμεθα να μάθωμε εάν υπάρχη Θεός, αλλά αποβλέπομε στο να ρυθμίσωμε τίς σχέσεις μας μαζί Του.
Εμείς, ως μεταπτωτικοί άνθρωποι, δεν ημπορούμε να υπάρξωμε χωρίς την παρουσία του Θεού. Υποκείμενοι τώρα μέσα στον θάνατο, τη φθορά, την ροή, τον πόνο και τόν όλεθρο, πρέπει να ελευθερωθούμε από αυτά. Καμμία δύναμι δεν ημπορεί να μας ελευθέρωση εκτός από τον Θεό. Χωρίς την μυστηριώδη παρουσία της προνοίας Του, δεν ημπορούμε να υπάρξωμε, ούτε εμείς, ούτε κανένα στοιχείο. Έχομε ανάγκη της προσωπικής μας σωτηρίας, διότι το φάσμα του θανάτου επικρεμμάται επάνω μας. Δεν ημπορούμε να απαλλαγούμε από αυτό. Αγόμεθα μέσα στον μύλο του θανάτου προς καταστροφή και απώλεια.
Πρέπει οπωσδήποτε να απαλλαγούμε. Για να γίνη αυτό, πρέπει να έχωμε σχέσεις με Αυτόν, πού είναι η απόλυτη Αυτοζωία. Μόνο η απόλυτη αυτοζωία ημπορεί να καταργή τον θάνατο και να ελευθερώνη δυναμικά όσους καταφεύγουν εις Αυτόν. Τότε, μεταφερόμεθα από την εισαγωγική πίστι στην πίστι της θεωρίας. Στην πραγματική πίστι πού σημαίνει υποταγή στο Θείο θέλημα. Εμείς είμεθα έτοιμοι να προσφέρωμε ό,τι θέλει ο Θεός. Αυτή η υποταγή στο Θείο θέλημα, είναι αυτό πού περικλείεται στην εντολή «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εξ όλης ψυχής, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας».
Με την υποταγή στον Θεό, εφαρμόζομε την αγάπη μας πρακτικά. Η υποταγή είναι το όργανο της αγάπης. Αγάπη αφηρημένη δεν είναι δυνατό να υπάρξη. Η αγάπη είναι συγκεκριμένη. Πώς θα μεταδώσης πρακτική αγάπη εάν δεν κινηθής να υπηρέτησης αυτόν πού λέγεις ότι αγαπάς; Αφού λοιπόν πιστεύσης στον Θεό θα εφαρμόσης και αυτά πού ζητά από σένα, με όλη σου την ψυχή. Όχι «κατ' οφθαλμό-δουλεία» αλλά εκ προθέσεως ολοκλήρου.
Αποδεικνύοντας ότι εξ ολοκλήρου αγαπάμε τον Θεό και προτιμούμε Αυτόν και το θέλημα Του, περισσότερο και από την ιδική μας ζωή, πείθομε τον Θεό και έρχεται και ενώνεται μαζί μας. Γίνεται η πραγματική ένωσι Θεού και ανθρώπου, αυτό πού ονομάζομε «Θεανθρωπισμό», που με την παρουσία Του ο Θεός Λόγος μας εδίδαξε πρακτικά.
Και όταν εμείς δώσωμε στον Θεό ότι υπάρχει μέσα στο περιθώριο της αγάπης μας, τότε και Αυτός δίδει ότι έχει προς εμάς. Την ιδική Του αγάπη, τις ιδικές Του υποσχέσεις. Εφαρμόζεται αυτό που λέγει ο Ιησούς μας. «Εκείνος εστίν ο αγαπών με, ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς» και τότε «ο αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου και εγώ και ο Πατήρ ελευσόμεθα και μονήν παρ' αυτώ ποιήσομεν». Ο άνθρωπος
μετέχει, όταν φθάση εις αυτή την θέσι, στις Θείες ιδιότητες. Συμβαίνει ότι και με το σίδερο πού το βάζομε μέσα στην φωτιά. Γίνεται και αυτό φωτιά. Κοκκινίζει και παίρνει όλες τις ιδιότητες της φωτιάς, χωρίς να αλλάζη. Μένει σίδερο, αλλά καίει και φωτίζει όπως η φωτιά. Το ίδιο συμβαίνει με τον άνθρωπο πού επήρε τις Θείες ιδιότητες. Γίνεται όλος αγάπη και τότε αγαπά «τον πλησίον ως εαυτόν». Δεν ζή για τον εαυτό του.
Γίνεται ακριβώς αυτό πού λέγει ο Απόστολος Παύλος. «Έκαστος τω πλησίω αρεσκέτω εις το αγαθόν προς οικοδομήν». Και ο Ιωάννης λέγει ένα τολμηρότερο. «Τας ψυχάς ημών οφείλομεν υπέρ των αδελφών ημών τιθέναι».
Εις αύτη την θέσι, εις αυτή την κληρονομιά έφθασαν οι Πατέρες μας και αφού κατά μονάς κατόρθωσαν να αγαπήσουν τον Θεό, εξ όλης ψυχής, εξ όλης καρδίας, εξ όλης διανοίας και εδέχθησαν τις Θείες ενέργειες, εστράφησαν ύστερα σε μας τους ασθενείς και αδυνάτους, μεταδίδοντας όλη την συμπάθεια και αγάπη πού τους έδωσε ο Θεός. Ο Άγιος Ιωάννης ο Ελεήμων είναι ένας εξ αυτών των τόσων πολλών πού η Εκκλησία μας πλουτεί. Με τις πρεσβείες του εύχομαι να ξεκινήσωμε με καλή πρόθεσι, αγαπώντες πρώτα τον Θεό και μετά τον πλησίον μας.
Αμήν


Read more:http://www.egolpion.com/2poloi_pnevmatikhszwhs.el.aspx#ixzz2jVKBg8oC

η ολοκλήρωση στον μοναχισμό (Μνήμη Αγίου Νεκταρίου)

η ολοκλήρωση στον μοναχισμό (Μνήμη Αγίου Νεκταρίου)


Η Ολοκλήρωση στον Μοναχισμό  
(Μνήμη Αγίου Νεκταρίου) 
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή
  
        Ο σήμερον εορταζόμενος Άγιος με το μέγεθος της αγιαστικής του καταστάσεως, που απεκόμισε δια της ορθής του πολιτείας, συνεκλόνισε τον κόσμο ολόκληρο. Είναι δε πραγματικά ένα παρήγορο όνομα εις όλα τα στόματα των πιστών. Για την Εκκλησία μας αυτό δεν είναι παράδοξο, διότι οδηγεί τα τέκνα της εις αυτό το ύψος και σ' αυτές τις διαστάσεις. Σε μας όμως, που πραγματικά μας περισφίγγουν οι τόσες μας αδυναμίες, είναι ένα παρήγορο σημείο, το ότι και στις δύσκολες αυτές ημέρες βρίσκονται ομοιοπαθείς με μας άνθρωποι, οι όποιοι όχι μόνο απλώς κατενίκησαν τα πάθη τους, επέρασαν από την παρά - φύσι στην κατά φύσι ζωή, αλλά επέρασαν και τις φυσικές διαστάσεις και έφθασαν στην υπέρ - φύσι, μέσα στον αγιασμό, στο τέρμα της τελειότατης επαγγελίας που είναι αύτη ηυιοθεσία. Ο σημερινός λοιπόν Άγιος είναι ακριβώς αυτού του ύψους.
 Εκείνο το οποίο εχαρακτήριζε πάντοτε αυτό τον ουρανομήκη φωστήρα της Εκκλησίας μας, ήτο ότι από την μικρή του ηλικίαεπερίσσευσε μέσα του η αγάπη προς τον πλησίονκαι η πίστι προς τον Θεό.
Κάποτε, όταν εταξίδευε με το καράβι, συνέβη μεγάλη τρικυμία. Αυτός ήτο πολύ νέος. Οι άλλοι εφοβήθησαν, αυτός όμως με την παιδική του απλότητα και την ακεραία του πίστι προς τον Θεό, είπε σαν προσευχή, αλλά και σαν απορία προς τους συμπλέοντας: «Καλά, πώς είναι δυνατό ο Θεός τον οποίο πιστεύομε και επικαλούμεθα, να μας αφήση να χαθούμε και να μην μας σώση;» Και πράγματι δεν διεψεύσθη, διότι όντως εκινδύνευσαν αλλά εσώθησαν.

Εκείνο το οποίο, όπως είπα, τον εχαρακτήριζε ήταν ηαγάπηπρος τον πλησίον. Αυτή τον παρακινούσε, ούτος ώστε εάν κάτι εμάνθανε από την Γραφή, ή από κάποιο πατερικό κείμενο το οποίο συντελούσε προς μετάνοια και σωτηρία, ήθελε να το μεταδώση και στον πλησίον του.Και έγραφε την πρότασι σε χαρτάκια και την έβαζε, κάπου, ή την εσκόρπιζε σε σημεία που επίστευε ότι θα ημπορούσε κάποιος να την διαβάση.Με αυτό τον τρόπο τότε, της παιδικότητός του, εφήρμοζε την προς τον πλησίον αγάπη. Ήτο ένα δείγμα, του τι περιείχε μέσα στην αγία του ψυχή, διότι βλέπετε, αγκάλιασε όλο το πλήρωμα των πιστών, στα τετραπέρατα της οικουμένης.
  Όπου επικαλούνται το γλυκύ του όνομα, εκεί παρίσταται με την θαυματουργική του ενέργεια. Σαν ποταμός ρέουν τα θαύματα, τα οποία ακριβώς πηγάζουν από την πλήρη αγάπης καρδία του, που συνεχώς θέλει να συμπαρίσταται στον πανανθρώπινο πόνο.

Αυτός, διαπιστώνοντας την παχυλή αγνοία που ευρίσκετο η φυλή μας, επίστευσε ότι εάν κατορθώση να μάθη γράμματα, θα ημπορούσε να οφελήση τον πλησίον του. Έτσι λοιπόν μέσα στην φροντίδα του αυτή, ευρέθησαν τα κατάλληλα εκείνα όργανα που εβοήθησαν σιγά-σιγά στις κλιμακώσεις της παιδείας, να μεταφερθή από την στοιχειώδη παιδεία στην μέση. Και όταν ετελείωσε τις γυμνασιακές του σπουδές, που ήταν περισσότερο ανώτερες από τις σημερινές, εξασκούσε το επάγγελμα του δημοδιδασκάλου στην νήσο Χίο. Περισσότερο επεδίδετο, όχι τόσο στο να μάθη γράμματα τους μικρούς μαθητές, όσο στο να μεταδώση στους χριστιανούς το νόημα της πίστεως, της χριστιανικής μας αγωγής. Εκεί ήτο ο πόθος του.

Αφού διεπίστωσαν οι χριστιανοί της περιφέρειας εκείνης τον πόθο του νέου αυτού μέσα στην παιδεία, εφρόντισαν και τον έστειλαν να προχωρήση σε πανεπιστημιακές σπουδές. Και αφού ετελείωσε, εξεδηλώνετο με τον τρόπο αυτό η πεποίθησί του, ότι ήθελε οπωσδήποτε να πληρώση την γεμάτη χριστιανική αγάπη καρδία του και να ημπορέση να μεταδώση με όλες του τις δυνάμεις στον συνάνθρωπο του τα μέσα της σωτηρίας, της σωστής πίστεως και του βιωματισμού. Αυτό ενόμιζε, ότι θα ημπορούσε να το πετύχη δια της μαθήσεως και του λόγου. Έτσι η νεανική του τότε και αγνή ψυχή επίστευσε, ότι αυτό το εργαλείο της χρειαζόταν. Γι' αυτό και επεδόθη μέσα στην έκτασι της παιδείας.

Όταν στο Πανεπιστήμιο ετελείωσε την Θεολογία, όπως επιθυμούσε, εγύρισε κατ' ευθεία προς την Εκκλησία. Προσελήφθη από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας όπου έγινε Επίσκοπος μιας Μητροπόλεως, της λεγομένης Πενταπόλεως. Και η μεγάλη του δράσι ήταν ότι δεν υπεχώρησε ούτε στο παραμικρό, αλλά όλες του τις δυνάμεις τις διέθετε συνεχώς στο στήριγμα της Εκκλησίας. Εφρόντισε ακόμα και τους ναούς νακαλλωπίση, είτε με αγιογραφίες, είτε με τα υπόλοιπα τελετουργικά και λειτουργικά μέσα που τους εχρειάζοντο, ούτος ώστε με αυτό τον τρόπο να ελκύωνται περισσότερο οι πιστοί και να καταρτίζωνται.

Αλλά εδώ ακριβώς απεδείχθη ένα γεγονός· ότι μόνο η προσφορά της προσπάθειας και μόνο το εργαλείο της μαθήσεως, τα οποία διέθετε τότε, δεν ήταν ικανά να ολοκληρώσουν τον πόθο της φλεγόμενης προς το Θεό καρδίας του. Αναζητούσε συνεχώς να εύρη αυτό τον τρόπο, τον οποίο επίστευε μεν ότι υπάρχει, αλλά δεν τον κατείχε, ούτε στον ζήλο τον θερμό, ούτε στην μάθησι.Κάπου άλλου ήτο. Βλέποντας τις ατασθαλίες των ανθρώπων και την σύγκρουσι της εξουσίας και τον υπέρμετρο εναντίο του φθόνο που έφθασε μέχρι διωγμού, φεύγει από την επισκοπική του θέσι και επιδίδεται περισσότερο μέσα στην προσπάθεια του αυτή, την οποία συνεχίζει στο να οφελήση τον συνάνθρωπο του.

Διωκόμενοςήλθε στην Ελλάδα. Άρχισε ως ιεροκήρυξ από τον άμβωνα, συγγραφών και εκφωνών πύρινους λόγους περί μετανοίας. Ερμήνευε τα δόγματα και γενικά ολόκληρο την εκκλησιαστική μας παράδοσι. Και εις αυτό τον τομέα επέδειξε ολόκληρο τον ζήλο του, πιστεύοντας ότι μέσω αυτού του τρόπου θα εύρισκε αυτό το οποίο περιείχε μέσα στην δίψα της αναζητήσεως του.Εζητούσενα εύρη κάτι, που και αυτός ο ίδιος να ολοκληρωθή και μέσω εκείνου να επιτυχή ολόκληρο την αποστολή του.

Έπειτα υπηρέτησε μέσα στην εκκλησιαστική εκπαίδευσι και συγκεκριμένα στηνΡιζάρειοσχολή. Προσέφερε πολλούς καρπούς, όπως ήδη αναφέρουν και ζωντανά πρόσωπα, που υπήρξαν μαθηταί του.
Ο ζήλος του, η ευσέβεια του δεν εμειώθη ούτε εις αυτό το σημείο· όμως δεν συνήντησε το μυστικό εκείνο το οποίοαναζητούσεη ψυχή του. Ούτε ως ιεροκήρυξ, ούτε ως υπεύθυνος της Ριζαρείου Σχολής επλήρωσε αυτό τον πόθο. Και τότε άλλαξε πάλι, αναζητώντας συνεχώς τους καταλλήλους εκείνους τρόπους που θα ολοκληρωνόταν και αυτός ως προσωπικότης, αλλά και θα ημπορούσε να μεταδώση και στον πλησίο του εξ ολοκλήρου πλέον αυτό το οποίο εχρειάζετο.
Και τότε επίστευσε στις πατερικές γραμμές, ότι αυτό θα το επετύγχανε δια της απολύτου συνεργασίας της Χάριτος. Θα μου πήτε έως τότε δεν υπήρχε μαζί του η Χάρις; Ασφαλώς υπήρχε. Δεν υπάρχει χριστιανός πιστός που να μην έχη μαζί του την Θεία Χάρι. Όμως δεν είχε ακόμη εκείνη την Χάρι, την οποία οι Πατέρες μας ακριβώς επέτυχαν στο τέρμα της αγωνιστικής τους ζωής· εκείνη η οποία πηγάζει από την πράξι και οδηγεί τον άνθρωπο στην θεωρία, στον τέλειο βαθμό του αγιασμού, στο πλήρωμα της Θείας επαγγελίας που είναι η υιοθεσία.

Τότε εγκατέλειψε πλέον όλες τις προσπάθειες αυτές και αποσύρθηκε στην ησυχία. Ιδού πάλι ο θρίαμβος της πατερικής μας παραδόσεως. Ο φλογερός ρήτωρ, ο επιτυχής ιεράρχης, ο άριστος συγγραφεύς, διεπίστωσε ότι δια της ησυχίας θα έφθανε από την πράξι στην θεωρία, αλλά τον εμπόδιζε ο τρόπος εκείνος του κοινωνισμού. Έτσι απεσύρθη στην ησυχία και εκεί ίδρυσε μικρό μονήδριο, στο οποίο έγινε και πατήρ και προστάτης των μοναζουσών. Μαζί με αυτές, εξασκώντας την ησυχία και εφαρμόζοντας απόλυτα το πατερικό πνεύμα της μοναστικής μας ιδιότητος, επέτυχε το πλήρωμα και ολοκληρώθηκε σαν προσωπικότης.

Εδώ όμως χρειάζεται μια διευκρίνησι. Όπως είπα και πριν, δεν του έλειπε το εφόδιο της εισόδου προς τον αγιασμό και το ευρήκε τότε μόνο. Το κρατούσε, το συνέχιζε. Αλλά εκεί τοολοκλήρωσε.Μέσα λοιπόν στην ησυχία ολοκλήρωσε την προσωπικότητα του· επέτυχε τον θρίαμβο του αγιασμού· έγινε φωστήρας τέλειος· ετέθη επί την λυχνία και έκτοτε και μέχρι της συντέλειας θα είναι ο πραγματικός λύχνος της σημερινής μας Εκκλησίας, το παρήγορο σημείο όλων των πιστών, ο θρίαμβος της Ορθοδοξίας.Εκεί είναι το πλήρωμα της ολοκληρώσεως του.
Πέρασε όλα τα στάδια της κοινωνικότητας της Εκκλησίας. Εις όλα προσέφερε και επέτυχε. Το πλήρωμά του όμως, το επέτυχε μέσα στην πραγματική ησυχία, όπου η πατερική μας παράδοσι ευρίσκει το θρίαμβο της. Και ακριβώς εδώ ευρίσκομε τον Άγιο Νεκτάριο ωςμοναχό. Χωρίς να υστερηθή της Ιεραρχικής του αξίας και όλης της προσφοράς του, με το πλήρωμα της αγάπης του προς τους πιστούς, ολοκληρώθηκε μέσα στην ησυχία σαν ησυχαστής μοναχός. Βλέπετε λοιπόν την συνέχεια της πατερικής μας παραδόσεως;

Υπάρχουν πολλά περιστατικά που δεν εσχολίασα, τα οποία πραγματοποιήθηκαν κατά την διάρκεια της ησυχαστικής του ζωής, στους αγώνες που έκανε στο κελλί του, αγωνιζόμενος με τους λογισμούς, με τους δαίμονες, με τα πάθη και με την ευχή.
  Θα αναφέρω ένα ελάχιστο που ενθυμούμαι, από την επαφή του με τον αείμνηστο π. Ιωακείμ Σπετσιέρη, που τον πρόφθασε πολύ καλά και ήταν και φίλοι. Όταν ερωτούσε ο π. Ιωακείμ τον Άγιο Νεκτάριο για το θέμα της ευχής, του έλεγε: «π. Ιωακείμ, όταν λες την ευχή να συγκλονίζεσαι ολόκληρος. Να βγαίνη η ευχή μέσα από την καρδιά σου, να μην την λες μόνο με τα χείλη»· που αυτό ήταν το απαύγασμα της εσωτερικής του καταστάσεως στο πώς αυτός εβιούσε την εσωστρέφεια, τηννήψικαι την ευχή, την οποία ολοκλήρωσε μέσα στην ησυχαστική του περίοδο σαν Νεκτάριος μοναχός.

Βλέπετε πόσο χρήσιμος, πόσο τελεία και πόσο βεβαία είναι η ιδική μας αγωγή, και πώς την παρέδωσαν οιΠατέρεςεις εμάς τόσο εξονυχιστικά και λεπτομερώς οργανωμένη, καθορισμένη, εσφραγισμένη και επιτυχή; Λοιπόν τώρα με θάρρος περισσότερο στην ζωή μας αυτή, τίποτε να μην μας λείψη. Με τα παραδείγματα των παλαιοτέρων αλλά και των προσφάτων, οι οποίοι μέσα εις αυτή την ζωή επέτυχαν το πλήρωμα τους,θα συνεχίσωμε και εμείςμε πολύ θάρρος και ελπίδα στον Χριστό μας, έχοντες σαν άγκυρα βεβαιότητας την πρεσβεία του μεγάλου αυτού αγίου.
Αυτά θα σας ενθύμιζα, που είναι για μας καύχημα. Έχοντες παρρησία στην πρεσβεία των Αγίων μας και ατενίζοντες στην πατρική τους στοργή, πιστεύομε ότι θα συνδράμουν την ευτέλειά μας και θα μας βοηθήσουν να επιτύχωμε.
Γιατί ο Πανάγαθος Δεσπότης μας, που εκάλεσε και εμάς όπως και αυτούς, δεν έχει κάνει λάθος στην απόφασι της αγαθότητός Του. Οπωσδήποτε θα δώση και εις εμάς το βραβείο της επιτυχίας.
 
αμήν


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com


Read more:http://www.egolpion.com/oloklhrwsh_monaxismo.el.aspx#ixzz2jVJm7R7T

Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων


Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων


Έλεγχος λογισμών και φυλακή αισθήσεων
(Μνήμη Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου)
γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή


   Σήμερα πανηγυρίζει ένας εκ των γιγάντων της μοναστικής μας πολιτείας, ο Μέγας Σάββας, που εδώ στο Άγιο Όρος δεν είναι και τόσο πολύ γνωστός. Αυτός ο μεγάλος φωστήρας, είναι για μας η μεγαλύτερη παρηγοριά. Στο πρόσωπό του ευρίσκαμε τους κεντρικότερους παράγοντες της μοναχικής μας ιδιότητας. Μερικούς από αυτούς θα αναφέρωμε.
Εξεκίνησε μικρό παιδί αγαπήσας εξ ολοκλήρου τον Θεό. Εφήρμοσε το προφητικό,Μακάριος ος αίρει ζυγόν εκ νεότητας αυτού. Οι γονείς του παρόλο που ήταν ευκατάστατοι, δεν τον εμπόδισαν να ακολουθήση τον μοναχισμό. Ήλθε στα μέρη της ανατολής ως μοναχός. Εκράτησε την παιδαγωγία της νεαράς δοκιμαστικής ζωής άριστα, έως ότου κατέληξε στην Παλαιστίνη και προσελήφθη στην Λαύρα του Αγίου Ευθυμίου και υπό την πρόνοια των μεγάλων Πατέρων που ήκμαζαν τότε στην ανατολή, ανεδείχθη όχι μόνο τέλειος μοναχός, αλλά και ένας μεγάλος αναμορφωτής του μοναχισμού.
Μέχρι των ημερών του, το οργανωμένο σύστημα του μοναχισμού ήταν άγνωστο στην Παλαιστίνη. Ήτο γνωστό στα μέρη της Αιγύπτου, στους Ταβεννησιώτας, όπως ελέγοντο οι μοναχοί του Αγίου Παχωμίου. Σε αυτόν παρεδόθη, εξ αποκαλύψεως δια παρουσίας Αγγέλου, ο οργανωμένος μοναχισμός. Στα κοινόβια αυτά που ωνομάζοντο Λαύραι, είχαν κοινό ταμείο, κοινή ακολουθία και εξάρτησι από τους πνευματικούς πατέρες υπήρχε μόνο ελευθερία και ιδιαιτερότητα στην ασκητικότητα. Είχαν ευλογία οι μοναχοί από τους πνευματικούς ηγέτες να αγωνίζονται κάθε ένας όσο ημπορούσε.
Επειδή ήτο νεαρός ο Όσιος Σάββας, τον έβαλε ο Μ. Ευθύμιος μεταξύ των νέων. Είχε δε ως παιδαγωγό των νέων, ένα σεβάσμιο γέροντα, τον Αββά Θεόκτιστο. Στο πρόσωπο του νεαρού Σάββα απεδείχθη το γνήσιο της φιλοθείας. Πόσο θαυμάσιο είναι το να ξεκινά κάποιος από τα σπάργανά του, από την νεαρωτάτη ηλικία, αγαπώντας τον Θεό και αφιερώνοντας τον εαυτό του εις Αυτόν. Βλέπομε στον άγιο Σάββα το απόλυτο της υποταγής και εξαρτήσεως και ιδιαίτερα την αγάπη και την φιλαλληλία του.
Μέσα στην βιογραφία του αναφέρεται, ότι εκινδύνευσε ο ίδιος από την αγάπη προς τον πλησίον. Κάποτε ο αρτοποιός του μοναστηριού σε καιρό χειμώνας, άπλωσε τα βρεγμένα ενδύματά του στο βάθος του ζεστού φούρνου για να στεγνώσουν, διότι δεν φαινόταν καθόλου ήλιος. Εκεί τα εξέχασε. Μετά από μία ημέρα που έλειψε το ψωμί, μερικοί Πατέρες επήραν ευλογία και άρχισαν να εργάζονται στο φούρνο. Μαζί με αυτούς ήταν και ο άγιος Σάββας. Ο αρτοποιός πήρε είδησι από τον καπνό και ενεθυμήθη τα ρούχα του. Εταράχθη τότε και ανησύχησε και εθλίβετο, διότι η φλόγα ήταν μεγάλη και είχε αρκετά ζεσταθή ο φούρνος, και κανείς από τους μεγάλους δεν ετόλμησε να μπη μέσα διότι θα εκαίετο. Βλέποντας ο νεαρώτατος Σάββας την θλίψι του αδελφού, ώρμησε μέσα στην φλόγα, για την φιλαδελφεία που είχε, και άρπαξε τα φορέματα χωρίς να καή ούτε αυτός, ούτε εκείνα. Ενίκησε η πυρά της πραγματικής αγάπης, την αισθητή πυρά.
Πριν όμως από αυτό το κατόρθωμα, έκανε ένα άλλο μεγαλύτερο άθλο. Παρά το νεαρό της ηλικίας του, είχε μπει στο νόημα του πνευματικού νόμου. Εγνώριζε ότι προτού γίνει μια πράξι, προηγείται η διανοητική της συγκατάθεσι. Εάν αυτή δεν προηγηθή, είναι αδύνατο να γίνη η πράξι. Κάποτε ευρίσκετο στον κήπο του μοναστηρίου και ηργάζετο. Του ήλθε η επιθυμία να φάγη ένα ωραίο μήλο. Η επιθυμία τον ωδήγησε να το κόψη. Είπε αμέσως η εύλογη πρόφασι "Δεν είναι κακό να το φάγω αφού εργάζομαι εδώ". Το εσκούπισε και το έφερε στο στόμα του. Τότε εξύπνησε ο αθλητής, ενεθυμήθη - όπως είχε συνήθεια να ελέγχη τις πράξεις του - και εσταμάτησε και είπε· Πως θα το φάγω τώρα αυτό; Εάν το φάγω δεν είναι λαθροφαγία; Πως μου ξέφυγε και έφθασα σε τέτοια συγκατάθεσι; Πως δεν το εκατάλαβα από την πρώτη προσβολή του λογισμού της επιθυμίας, που μου είπε κόψε το και φάγε; Γιατί δεν αντέδρασα από τότε; Αυτό είναι ήττα για μένα. Δεν πρέπει να επαναληφθή, διότι αν γίνη και δεύτερη και τρίτη φορά να νικώμαι από τις ευλογοφανείς προφάσεις, εγώ δεν θα γίνω μοναχός. Και για κανόνα μήπως και εξαπατηθώ, δεν θα φάω μήλο στον αιώνα. Το έρριψε κάτω, και το επάτησε και μαζί με αυτό, επάτησε και τον δράκοντα της επιθυμίας και δεν ηττήθη από την φιλαυτία και την φιληδονία. Και όπως η παράδοσι αναφέρει, δεν έφαγε ξανά μήλο, ενθυμούμενος την μικρή αυτή υποχώρησι έναντι της επιθυμίας.
Παρ' όλο το νεαρό της ηλικίας του, εμπήκε στο σωστό νόημα του τι σημαίνει μοναχός, τι σημαίνει πνευματικός άνθρωπος, και πως ημπορή να γίνη πνευματικός εάν ελέγχη τις προφάσεις μέσω των οποίων προσβάλλει ο λογισμός και απατά τον άνθρωπο. Διότι ποτέ η αμαρτία δεν παρουσιάζεται γυμνή, να πη στον άνθρωπο, "αμάρτησε". Τέτοιο πράγμα δεν γίνεται.
Ο διάβολος είναι πονηρός. Ενεργεί σαν τον ψαρά, ο οποίος κρύβει το αγκίστρι κάτω από το δόλωμα. Το ψάρι αγνοώντας ότι είναι αγκίστρι, βλέποντας μόνο την τροφή, απατάται, το καταπίνει και έρχεται ο θάνατος. Μας εδίδαξε με αυτό ο Μέγας φωστήρ, ότι δεν πρέπει ο μοναχός να κινήται σε πράξι, εάν προηγουμένως δεν την ελέγξη. Κάθε πρόφασι, η οποία μας παρακινεί σε κάτι, πρέπει να ελέγχεται. Στην Παλαιά Διαθήκη, ο Ιησούς του Ναυή, όταν συνήντησε κάποιο άγνωστο τον ερώτησε Ημέτερος ει η των υπεναντίων; Ακριβώς έτσι θα κάνωμε και εμείς. Όταν ο μοναχός δέχεται λογισμό, να συμπεριφερθή κατά τον ίδιο τρόπο ,ημέτερος ει η των υπεναντίων; και τότε αποκαλύπτεται.  θα δραπετεύση αμέσως να κρυβή, ή θα εξαναγκασθή να πη ότι ξεκινά εν ονόματι αυτού του πάθους, ή εκείνης της επιθυμίας.
Ευρίσκομε και δεύτερο παράδειγμα ακριβείας του ελέγχου των λογισμών. Κάποτε περιπατούσε με ένα μαθητή του στον δρόμο από την Ιεριχώ προς τον Ιορδάνη. Ο άγιος τον παρακολουθούσε για να ιδή σε ποιο επίπεδο ευρίσκεται της φυλακής των αισθήσεων.
Στον δρόμο συνήντησαν μια ομάδα κοσμικών, μεταξύ των οποίων ήτο και μια νέα γυναίκα. Ο νέος μοναχός κοίταζε με περιέργεια. Τότε για να τον ελέγξη και να τον αναγκάση να πη την αλήθεια - διότι πολλές φορές από εντροπή κρύβει κανείς την αλήθεια και λέγει ψέμματα - έκανε το εξής μεθόδευμα. Του είπε· Ποια είναι αυτή η νέα κόρη, που πέρασε και είναι μονόφθαλμη; Και ο αδελφός του είπε· Όχι, Γέροντα, έχει και τα δυο της μάτια. Ο Γέροντας απάντησε· Απατήθηκες, παιδί μου, μονόφθαλμη είναι. Εκείνος τον διαβεβαίωνε ότι γνωρίζει πολύ καλά, ότι όχι μόνο δεν είναι μονόφθαλμη αλλά αντίθετα ότι έχει και τα δύο της μάτια. Και είπε ο Γέροντας· Από που το γνωρίζεις τόσο καλά; Και αυτός απεκρίθη· Εγώ Γέροντα, την πρόσεξα καλά και το είδα. Τότε ο Γέροντας του είπε· Και που έβαλες μέσα σου το παράγγελμα που λέγει να μην αφήσης το βλέμμα σου να την περιεργασθή, και να μην συναρπασθούν τα μάτια σου; Ώστε λοιπόν, η έγνοια σου είναι να κοιτάς καινα περιγράφης τα πρόσωπα και ιδίως των γυναικών; Άλλη φορά μαζί μου δεν θα έλθης, μέχρι να μάθης να συστέλλης τις αισθήσεις σου. Και τον έστειλε στο Καστέλλιο. Αυτό ήταν ένα άλλο μοναστήρι που το είχαν για σωφρονιστήριο των μοναχών, μέχρις ότου μάθουν να μαζεύουν την γλώσσα τους, να μαζεύουν τα μάτια τους και ότι άλλο, είναι και λέγεται περιέργεια και απροσεξία.
Βλέπετε πόση προσοχή είχαν οι Πατέρες σε αυτά; Από αυτά εξαρτάται η προκοπή ή η πτώσι. πως δεν γίνεται κάποια πράξι αν δεν προηγηθή νόημα, δεν υπάρχει και μεγάλη πτώσι αν δεν προηγηθή μικρή. Αν αρχίση ο άνθρωπος να μην κρατάη το στόμα του και συνεχώς ομιλή, ύστερα ξεκινά να λέγη αστεία και μετά αρχίζει να αντιλέγη, δήθεν από μια καλή πρόφασι. Τότε σκληρύνεται και επικρατείο θυμός, οπότε αρχίζουν τα πείσματα, οι έριδες και οι συγκρούσεις.
Απομένει σε μας να στρέψωμε την προσοχήμας σε αυτά τα οποία οι Πατέρες μας, με τόση ακρίβεια μας παρέδωσαν. Στην μονή του Αγίου Σάββα, ετέθησαν τα θεμέλια όχι μόνο της μοναστικής ζωής και ιδέας, αλλά ολοκλήρου της εκκλησιαστικής παραδόσεως. Το τυπικό και τελετουργικό της Εκκλησίας, ξεκινά από αυτή την μονή. Σε αυτή ασκήθηκε και ετελειοποιήθη ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο οποίος εδημιούργησε την Οκτώηχο, τα μέλη και τους ύμνους της Εκκλησίας μας. Σε αυτή ήκμασε ο Άγιος Κοσμάς, Επίσκοπος Μαϊουμά, αυτός ο μεγάλος μελωδός. Σε αυτή έζησαν οι κατά σάρκα αδελφοί άγιοι, Θεοφάνης και Θεόδωρος οι Γραπτοί. Από αυτή την μονή μετεφέρθη η παράδοσι και το τυπικό στην Κωνσταντινούπολι και το ετελειοποίησαν οι Στουδίται μοναχοί. Αυτό κατέχει σήμερα το Άγιο Όρος, όπως το μετέφερε ο άγιος Αθανάσιος, ο ιδρυτής της Μεγίστης Λαύρας.
Αυτά ήθελα να σας υπενθυμίσω και έτσι όλοι μας με προθυμία, να παρακαλέσωμε τον όσιο Πατέρα μας Σάββα, με τις πρεσβείες και την παρρησία που έχει, να μας ενίσχυση και να μεταφέρη μέσα μας το Πατερικό πνεύμα. Πνεύμα αυταπαρνήσεως, πνεύμα ακριβείας, πνεύμα εσωστρεφείας και φόβου Θεού. Ας επικαλεσθούμε τις ευχές του Μεγάλου αυτού φωστήρας, για να επιτύχωμε και εμείς ανάλογα με το προορισμό μας.
Αμήν


Αντιαιρετικόν Εγκόλπιον    www.egolpion.com



Read more:http://www.egolpion.com/elegxos_logismwn.el.aspx#ixzz2jVJRgLcu