Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018

ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΙ ΟΜΟΛΟΓΗΤΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ.... ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ





ΛΙΓΑ ΑΠΟ ΟΣΑ ΕΠΡΑΞΕ Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΞΙΜΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΜΗΠΩΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΛΑΒΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ ΤΙ ΠΑΕΙ ΝΑ ΠΕΙ ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ..........

ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΜΑΞΙΜΟΥ ΤΟΥ ΟΜΟΛΟΓΗΤΟΥ
Διάλογος με τον Θεοδόσιο, τον επίσκοπο Καισαρείας Βιθυνίας, κατά την πρώτη του εξορία στο φρούριο της Βιζύης της Θράκης.

ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ: Παρακαλούν μέσω ημών ο βασι­λεύς και ο πατριάρχης, να μάθουν από σένα ποια εί­ναι η αιτία που δεν έχεις κοινωνία με τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως.

ΜΑΞΙΜΟΣ: Γνωρίζετε τις καινοτομίες που έγιναν από την επινέμησι του περασμένου κύκλου, οι όποίες άρχισαν από την Αλεξάνδρεια με τα εννέα κεφάλαια που εξέθεσε ο Κύρος, αυτός που δεν ξέρω πως έγινε πατριάρχης της πόλεως εκείνης, και που επικυρώθη­καν από τον θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Γνωρί­ζετε επίσης και τις άλλες αλλοιώσεις, τις προσθήκες και τις αφαιρέσεις, που έγιναν συνοδικά από τους προεδρεύσαντας στην Εκκλησία των Βυζαντινών. Εν­νοώ τον Σέργιο, τον Πύρρο και τον Παύλο. Και αυτές τις καινοτομίες τις γνωρίζει όλη η οικουμένη. Γι' αυ­τήν την αιτία δεν έχω κοινωνία, ο δούλος σας, με την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. 


Ας αρθούν τα εμπόδια που μπήκαν από τους παραπάνω άνδρες, και μαζί μ' αυτά κι αυτοί που τάβαλαν, όπως είπε ο Θεός: «και τους λίθους εκ της οδού διαρρίψατε» (Ιερεμ. 50, 26). Έτσι, βρίσκοντας την οδό του Ευαγγελίου όπως ήταν πρώτα, λεία και ομαλή και ελεύθερη από κάθε α­κανθώδη αιρετική κακία, θα την βαδίζω χωρίς να μου χρειάζεται καμμία ανθρώπινη προτροπή. Μέχρις ότου όμως οι πατριάρχαι της Κωνσταντινουπόλεως καυχώ­νται για τα τεθέντα εμπόδια και γι' αυτούς που τα έβα­λαν, δεν υπάρχει κανένας λόγος ή τρόπος που να με πείση να έχω κοινωνία με αυτούς.

ΘΕΟΔ.: Μα τι κακό λοιπόν ομολογούμε, ώστε να χωρισθής από την κοινωνία μαζί μας;

ΜΑΞΙΜΟΣ: Επειδή λέγετε ότι ο Θεός και Σωτήρας μας Ιησούς Χριστός έχει μία ενέργεια της Θεότητος και ανθρωπότητός του. Έτσι συγχέετε τον λόγο της θεολογίας με τον λόγο της οικονομίας.

Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ


Αρχιμ. Κύριλλου
(Κεφαλόπουλου)

Ο Άγιος  Μάρκος ο Ευγενικός, αρχιεπίσκοπος Εφέσου, δεν είναι μία συνηθισμένη μορφή αγίου. Αποτελεί μία πολύπλευρη και δυναμική εκκλησιαστική προσωπικότητα, μία εμβληματική μορφή της Ορθοδοξίας. Με την στάση του στην σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας το 1438-39 ανεδείχθη πρωταγωνιστής αυτής και απετέλεσε ”σημείον αντιλεγόμενον”. Στο πρόσωπό του διατυπώθηκαν οι πιο αντιφατικές κρίσεις. Η ορθόδοξος Ανατολή και η Παπική Δύση τον θαύμασαν για τον δυναμισμό και την μαχητικότητα, αλλά και τον επέκριναν σκληρά για φανατισμό και στενότητα αντιλήψεων (κυρίως οι δυτικοί).
Ζυμωμένος όμως με το πνεύμα και την σκέψιν των θεοκηρύκων Πατέρων και ενσαρκωτής του Ορθοδόξου θρησκευτικού αισθητηρίου του λαού, ούτε επτοήθη ούτε παρεσύρθη από την δίνην των γεγονότων. Είχεν εννοήσει εγκαίρως το πνευματικόν ψεύδος, επάνω εις το οποίον οι άλλοι, με την κοντόφθαλμον πολιτικήν των, προσεπάθησαν να στηρίξουν την σωτηρίαν της αυτοκρατορίας. Είχεν αισθανθεί το κλίμα και είχεν εισδύσει εις το  βάθος του πραγματικού περιεχομένου της ψευδοσυνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας. Και οξύνους καθώς ήτο, διέβλεψεν ότι ο Πάπας δεν ήθελεν την ένωσιν των Εκκλησιών. Ο Πάπας, μαζί με τους ηγεμόνας της Δύεως, έπαιζε μάλλον με το απερίγραπτον δράμα της νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως, την υποταγήν της οποίας ουδέποτε έπαυσαν να λαχταρούν και να επιδιώκουν.
Ο Άγιος Εφέσου, πεπεισμένος δι’ όλα αυτά, όπως επίσης και διά την κρυστάλλινην αλήθειαν, την οποίαν υπεστήριζεν, επέτυχε να αρθή εις το ύψος των περιστάσεων και να αναπετάση την σημαίαν του Σταυρού. Έθεσεν ευθύς εξ αρχής υπεράνω του πολιτικού συμφέροντος την διαφύλαξιν της Ορθοδόξου πίστεως και των Αποστολικών της παραδόσεων. Ύψωσε το πνευματέμφορον ανάστημά του και εστάθη αμετακίνητος εις την έπαλξιν. Έγινεν έτσι ο αδιαπέραστος θυρεός εμπρός εις την πύλην, την οποίαν επέμενε να περάση η Δύσις, δια να πατήση τον ιερόν χώρον της μαρτυρικής και ασκητικής Ορθοδοξίας.
Επειδή η πτώσις της Κωνσταντινουπόλεως υπερβαίνει τα στενά όρια του χρόνου και του τόπου και είναι γεγονός με παγκόσμιον αντίκτυπον, διά τούτο και η ταπεινή και γενναία μορφή του αγίου Μάρκου, επισκόπου Εφέσου, εφ’ όσον συνεδέθη με το συνταρακτικόν εκείνο δράμα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, αποκτά αξίαν οικουμενικην… αυτό ακριβώς θα αποτελή πάντοτε και την δικαίωσιν των θεοφιλών αγώνων του επισκόπου Εφέσου αγίου Μάρκου του Ευγενικού, του οποίου τας θερμάς προς τον Κύριον πρεσβείαις πρέπει να εξαιτούμεθα εκ βάθους ψυχής πάντοτε μεν, ιδιαιτέρως σήμερον” (Νικ. Βασιλειάδη, Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και η ένωσις των Εκκλησιών, εκδ. ΣΩΤΗΡ,  Αθήναι 2007, σελ. 3-5).
Ο Άγιος Μάρκος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στην συνοικία του Γαλατά το 1392, σε μία περίοδο παρακμής και συρρικνώσεως της αυτοκρατορίας, από γονείς ευσεβείς και επιφανείς, ευγενικής καταγωγής, εξ ου και το προσωνύμιο Ευγενικός. Ο πατέρας του Γεώργιος ήταν Διάκονος της μεγάλης Εκκλησίας, και η μητέρα του ονομαζόταν Μαρία. Ο άγιος έλαβε το βαπτιστικό όνομα Μανουήλ, και είχε ένα άλλον αδελφόν, τον Ιωάννην.
Και τα δύο αδέλφια με την φροντίδα των γονέων τους έλαβαν σπουδαία μόρφωση θύραθεν φιλοσοφική και χριστιανική μαθητεύοντες σε σπουδαίους διδασκάλους και φιλοσόφους της Πόλεως. Ο νεαρός Μανουήλ αγάπησε τον μοναστικό βίο και εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στην Μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων. Σε ηλικία 25 ετών εκάρη μοναχός λαβών το όνομα Μάρκος. Χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας, ενώ για την μεγάλη του μόρφωση τοποθετήθηκε διευθυντής στο Πατριαρχικό φροντιστήριο. Ο ιερομόναχος Μάρκος ετιμάτο για την αρετή και την μόρφωσή του, και είχε καλή φήμη στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Έτσι, ήταν πολύ φυσικό να τον επιλέξουν να συμμετάσχει στην βυζαντινή αποστολή που θα μετέβαινε στην Δύση, στην Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Ιδιαιτέρως επέμενε ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος, που εκτιμούσε την μόρφωσή του και ήθελε να τον συμπεριλάβει στην συνοδεία του, αφού προηγουμένως θέλησε να τον αναβαθμίσει εκκλησιαστικά και να τον περιβάλλει με το κύρος του μητροπολίτου. Η Σύνοδος του Πατριαρχείου τον εξέλεξε μητροπολίτην Εφέσου, λίγο πριν αναχωρήσουν για την Ιταλία. Τον μητροπολίτην πλέον Εφέσου Μάρκο τον Ευγενικό επέλεξαν και τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων να τα αντιπροσωπεύσει στον διάλογο με τους Λατίνους.

Η ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΕΥΓΕΝΙΚΟΥ ΣΤΗΝ ΨΕΥΔΟΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΦΕΡΡΑΡΑΣ – ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ ΟΠΩΣ ΤΗΝ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ Ο ΙΔΙΟΣ



1. Άφιλοι και υπεροπτικοί οι Λατίνοι Είναι γνωστόν ότι ο Άγιος Μάρκος Εφέσου ο Ευγενικός υπήρξε πρωταγωνιστής και ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως στην προδοτική αυτή σύνοδο (1437-1439), την οποία ακύρωσε η συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, εξ αιτίας των ιδικών του αγώνων. Εκτός των άλλων πηγών, από τις οποίες αντλούμε πληροφορίες για την σύγκληση και την λειτουργία της συνόδου, αυθεντικώτερη των οποίων είναι τα «Απομνημονεύματα» του Σιλβέστρου Συροπούλου, υπάρχει και ένα μικρό έργο του ιδίου του Αγίου Μάρκου, στο οποίο εξιστορεί σε γενικές γραμμές την πορεία των εργασιών της συνόδου και εξηγεί και την ιδική του στάση, που κατέληξε σε ολοκληρωτική διαφοροποίηση από τα υπόλοιπα μέλη της Ορθοδόξου αντιπροσωπείας. Το έργο έχει τίτλο «Έκθεσις του Αγιωτάτου μητροπολίτου Εφέσου τίνι τρόπω εδέξατο το της αρχιερωσύνης αξίωμα και δήλωσις της συνόδου της εν Φλωρεντία γενομένης». Αναίρεση του σπουδαίου αυτού έργου επεχείρησε ο γνωστός αποστάτης Ιωσήφ Μεθώνης. Μας εξηγεί λοιπόν στην αρχή ότι, ενώ ήταν απλός ιερομόναχος και δεν ενδιαφερόταν για το αξίωμα της αρχιερωσύνης, για το οποίο θεωρούσε τον εαυτό του ανάξιο, δέχθηκε τελικά να γίνει επίσκοπος και να ακολουθήσει τον πατριάρχη και τον αυτοκράτορα στην Ιταλία, μολονότι ήταν φιλάσθενος και το ταξείδι μεγάλο και κοπιαστικό, γιατί πίστεψε στον Θεό και στους ανωτέρους του ότι όλα θα πάνε καλά, και θα κατορθωθεί κάτι πολύ μεγάλο, αντάξιο των ελπίδων και των κόπων. Μόλις όμως έφθασαν εκεί και συναντήθηκαν με τους Λατίνους, που τους συμπεριφέρθηκαν διαφορετικά από ότι ήλπιζαν, αμέσως απελπίσθηκαν για το αίσιο τέλος της συνόδου και κάποιος από τους Ορθοδόξους είπε: «Δύσκολα αυτοί οι άνθρωποι, που μας συμπεριφέρονται τόσο υπερήφανα, θα δεχθούν να αλλάξουν κάτι από τα δόγματά τους και τα έθη τους». 2. Δεν έχουν ούτε Ιερωσύνη ούτε μυστήρια. Αφού επί αρκετούς μήνες παρέμειναν άπραγοι, τελικώς άρχισαν σε κοινές συνελεύσεις με τους Λατίνους να συζητούν τις διαφορές σε θέματα πίστεως. Το πρώτο θέμα που συζητήθηκε ήταν η προσθήκη του filioque στο Σύμβολο της Πίστεως εκ μέρους των Λατίνων. Κατά προτροπήν των υπολοίπων άρχισε πρώτος να ομιλεί ο Άγιος Μάρκος, απέδωσε εις εκείνους την αιτίαν της διαιρέσεως και κατηγόρησε «το άφιλον και υπεροπτικόν» της συμπεριφοράς τους, ενώ εκείνοι, όπως συνήθιζαν, απολογούνταν, ανταπέδιδαν τις κατηγορίες και εδικαίωναν τους εαυτούς των. Κατόπιν στις επόμενες συνελεύσεις τους παρουσίασε τα πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων και τους όρους της πίστεως, όπου οι Άγιοι Πατέρες απαγορεύουν την οποιαδήποτε αλλοίωση στο Σύμβολο, ακόμη και το να αλλάξει κανείς μία λέξη η μία συλλαβή. Εκφωνούν δε φρικτές κατάρες και επιβάλλουν μεγάλες ποινές σε όσους τυχόν θα τολμούσαν να προβούν σε αλλαγές. Αν είναι επίσκοποι και κληρικοί, χάνουν την Ιερωσύνη και την Χάρη, ενώ οι λαϊκοί αναθεματίζονται, πράγμα που σημαίνει χωρισμό από τον Θεό: «Ώστε τους επισκόπους μεν και τους κληρικούς ανιέρους είναι το από τούδε και της δεδομένης αυτοίς Χάριτος αλλοτρίους, τους δε λαϊκούς υποκείσθαι τω αναθέματι, τούτο δε εστίν ο από του Θεού χωρισμός». Η θέση αυτή του Αγίου Μάρκου, ερειδόμενη σε αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων, αποδεικνύει συν τοις άλλοις πόσο άδικο έχουν και πόσο μακριά βρίσκονται από την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία οι λατινόφρονες

"Περί αποτειχίσεως" π Γ Μεταλληνός (Ομιλία)



ΟΙ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΓΙΑ «ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΕΝΩΣΗΣ» ΣΤΗΝ ΣΥΝΟΔΟ ΦΕΡΡΑΡΑΣ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΜΕ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΓΧΡΟΝΕΣ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΓΙΑ «ΣΥΜΦΩΝΙΑ» ΜΕΤΑΞΥ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΙ ΤΡΟΙΚΑΣ






Η Σύνοδος Φλωρεντίας λεγόμενη και Σύνοδος Φερράρας - Φλωρεντίας 1438-9 λέγεται η σύνοδος που από μέρους της Καθολικής εκκλησίας θεωρείται ότι είναι η συνέχεια της συνόδου της Βασιλείας που είχε αρχίσει το 1431 από τον πάπα [[Μαρτίνος Ε΄|Μαρτίνο τον Ε΄]. Κατά την διάρκεια της συνόδου της Βασιλείας ο πάπας Μαρτίνος ο Ε΄ πέθανε και στην θέση του στη Ρώμη εκλέχτηκε ως πάπας ο Ευγένιος Ο Δ΄, όμως οι περισσότεροι επίσκοποι που ήταν παρόντες στη σύνοδο της Βασιλείας αρνήθηκαν την εξουσία του Ευγένιου επί της συνόδου και τον καθαίρεσαν εκλέγοντας στη θέση του τον Φιλίκα Ε΄.
Οι επίσκοποι της συνόδου της Βασιλείας, άλλωστε, εμφορούνταν από το πνεύμα του λεγόμενου "συνοδικού κινήματος" που ζητούσε την επιστροφή της εκκλησίας στο συνοδικό σύστημα διοίκησης, έτσι η δυτική εκκλησία βρέθηκε να έχει δύο αντιπάλους πάπες. Ο Ευγένιος για αντιπερισπασμό, μετέφερε σε πρώτη φάση τη σύνοδο, με όσους επισκόπους του ήταν πιστοί, στην Φεράρα Φεράρα της Ιταλίας το 1438 και αργότερα, το 1439 στη Φλωρεντία της Ιταλίας όπου και εκεί συζητήθηκε το ζήτημα της Ένωσης των δυο εκκλησιών -Ανατολικής και Δυτικής- υπό την ηγεσία του πάπα Ευγένιου Δ΄ προφανώς γιατί μέσω της ένωσης ο Ευγένιος (1431-1447) ήθελε να ενισχύσει το κύρος του έναντι της συνόδου της Βασιλείας και όσων επισκόπων δεν τον αναγνώριζαν ως κανονικό πάπα. Το αποτέλεσμα της Συνόδου ήταν να ψηφιστεί η Ένωση των δυο εκκλησιών αλλά εξαιτίας των αντιδράσεων στη Κωνσταντινούπολη να μη γίνει πράξη ποτέ.
Η Σύνοδος της Βασιλείας συνεκλήθη το 1431 πρώτα από τον πάπα Μαρτίνο τον Δ' και όταν αυτός πέθανε από το διάδοχό του, τον Βενετσιάνο καρδινάλιο που ονομάστηκε Ευγένιος Δ' (Η σύνοδος της Βασιλείας ανήκε σε μια σειρά συνόδων για την μεταρρύθμιση της καθολικής εκκλησίας και την καταδίκη των εμφανιζόμενων όλο και συχνότερα, αιρετικών. Το συμβούλιο αντιμετώπιζε το θέμα της καθαίρεσης του Ευγένιου του Δ', γι' αυτό όταν ο βυζαντινόςαυτοκράτορας Ιωάννης ο Η' θέλησε να διαπραγματευτεί τη βοήθεια των Δυτικών και κυρίως του Πάπα με αντάλλαγμα την ένωση των δυο εκκλησιών, ο καρδινάλιος Ευγένιος άδραξε την ευκαιρία για να ισχυροποιήσει τη θέση του).

Εκείνη την εποχή, ενώ οι Βυζαντινοί επεκτείνονταν στην Πελοπόννησο, λίγο πιο βόρεια η Θεσσαλονίκη έδινε την τελευταία μάχη της με τους Τούρκους. Οι τελευταίοι έπειτα από σύντομη αλλά σκληρή πολιορκία κατέλαβαν την πόλη στις 29 Μαρτίου 1430 και αιχμαλώτισαν όσους κατοίκους της διέφυγαν την σφαγή. Μετά την Θεσσαλονίκη οι Τούρκοι πολιόρκησαν τα Ιωάννινα. Οι κάτοικοι των Ιωαννίνων ωστόσο συγκλονισμένοι από την καταστροφή της Θεσσαλονίκης προτίμησαν να δεχθούν τα προνόμια που τους υποσχέθηκαν οι Τούρκοι σε περίπτωση που δεν πρόβαλαν αντίσταση και παρέδωσαν την πόλη σε αυτούς τον Οκτώβριο του 1430.
Οι νέες απώλειες ανάγκασαν τον αυτοκράτορα να στραφεί πάλι για βοήθεια στη Δύση και τον πάπα. Σε αυτή την δύσκολη για το Βυζάντιο ιστορική συγκυρία, ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος πίστεψε ότι θα µπορούσε να διαπραγµατευτεί µια συµφωνία, η οποία θα συνέδεε την Ένωση των δύο Εκκλησιών µε µια νέα Σταυροφορία από τους ∆υτικούς εναντίον της πιεστικής τουρκικής απειλής κατά της Αυτοκρατορίας του, γι’ αυτό και αποδέχτηκε την πρόσκληση του Πάπα, να συμμετάσχουν και οι εκπρόσωποι της ανατολικής εκκλησίας στη Σύνοδο.
Ξεκίνησε έτσι από το 1431 επαφές με τον πάπα και τους κύκλους της Βασιλείας, που σε σύνοδο την ίδια χρονιά είχαν θέσει το ζήτημα της λήψης σημαντικών αποφάσεων από σύνοδο και όχι από τον πάπα. Η έριδα του πάπα Ευγενίου Δ' με τους κύκλους της Βασιλείας καθυστέρησε τις διαπραγματεύσεις, αποφασίστηκε όμως τελικά να συγκληθεί σύνοδος στη Φερράρα που μεταξύ άλλων θα έλυνε και το ζήτημα της Ένωσης των Εκκλησιών. Τη σύνοδο θα παρακολουθούσε και ο ίδιος ο Ιωάννης Η' που πήγαινε στη Δύση όχι μόνο για να ζητήσει βοήθεια, αλλά και για να πραγματοποιήσει την Ένωση με τη Ρώμη. Πριν φύγει το Νοέμβριο του 1437 άφησε αντικαταστάτη στο θρόνο τον αδελφό του Κωνσταντίνο.

Το κείμενο της Ραβέννας και το πρωτείο του πάπα (Αρχιμ. Γεώργιος Καψάνης, Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου Αγίου Όρους)


theologia
Στην Ι’ Συνέλευσί της στην Ραβέννα (Οκτώβριος 2007) η Διεθνής Μικτή Θεολογική Επιτροπή για τον Διάλογο Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών υποστηρίζει ότι έθεσε «σταθερόν έρεισμα δια μελλοντικήν συζήτησιν του ερωτήματος του πρωτείου επί του παγκοσμίου επιπέδου εν τη Εκκλησία» (Κείμενο της Ραβέννας παράγρ. 46) (1). Το «σταθερόν έρεισμα», όπως προκύπτει από τις 46 παραγράφους του ανωτέρω κειμένου, είναι η παραδοχή ότι κατά την πρώτη χιλιετία, πριν από το οριστικό σχίσμα του 1054, ο επίσκοπος της Ρώμης ανεγνωρίζετο πρώτος μεταξύ των πέντε πατριαρχών στο πλαίσιο της καλώς λειτουργούσης τότε συνοδικότητος. Προαγγέλλεται η περαιτέρω συζήτησις περί του Πρωτείου ως εξής: «Το ερώτημα περί του ρόλου του επισκόπου Ρώμης εν τη κοινωνία πασών των εκκλησιών παραμένει προς μελέτην εις μεγαλύτερον βάθος. Ποία είναι η συγκεκριμένη λειτουργία του επισκόπου “της πρώτης καθέδρας” εν μια εκκλησιολογία κοινωνίας και υπό το πρίσμα όσων περί συνοδικότητος και αυθεντίας έχομεν αναφέρει εν τω παρόντι εγγράφω; Πώς θα ήτο δέον να νοήται και να βιούται η διδασκαλία της πρώτης και της δευτέρας βατικανής συνόδου επί του παγκοσμίου πρωτείου υπό το φώς της εκκλησιακής πρακτικής κατά την πρώτην χιλιετίαν; Ταύτα είναι κρίσιμα ερωτήματα δια τον ημέτερον διάλογον και δια τας ημετέρας ελπίδας περί αποκαταστάσεως της πλήρους μεταξύ ημών κοινωνίας» (παράγρ. 45).
Η σοβαρότης του θέματος είναι προφανής. Πού προβλέπεται να καταλήξη ο διάλογος; Η εκτίμησις του διεθνούς Τύπου (Le Figaro 15/11/2007, The Times 16/11/2007), κυρίως όμως του ιταλικού, είναι ότι τα πράγματα οδηγούνται προς ένωσι των Εκκλησιών με αναγνώρισι του παπικού Πρωτείου επί θυσία ενδεχομένως κάποιων προνομίων του Πάπα. Η Δύσις με συγκρατημένη αισιοδοξία περιμένει την ένωσι Ρωμαιοκαθολικών και Ορθοδόξων επί τη βάσει της αρξαμένης συμφωνίας. Στην καθ’ ημάς Ορθόδοξο Ανατολή υπάρχει επιφυλακτικότης και αγωνία. Διερωτάται ο πιστός λαός: Θα διαφυλαχθή άραγε ανόθευτος η Ορθόδοξος Πίστις; Σε πρόσφατο άρθρο μας είχαμε επισημάνει ότι ο Διάλογος Ορθοδόξων και Ρωμαιοκαθολικών, όπως μέχρι τώρα εξελίσσεται, δείχνει να οδηγή σε ουνιτικού τύπου ένωσι και μάλιστα βάσει σχεδίου που έχει εκπονήσει το Βατικανό. Είχαμε εκφράσει την ελπίδα ότι «οι Ορθόδοξοι δεν θα υποκύψουν στις προαιώνιες παπικές αξιώσεις, δεν θα αμνηστεύσουν την Ουνία, δεν θα αναγνωρίσουν στον Πάπα κάποια μορφή πρωτείου εξουσίας και παγκοσμίου δικαιοδοσίας, ούτε θα δεχθούν να συνεργασθούν στους Βατικάνειους σχεδιασμούς για ένωσι που άμεσα ή έμμεσα θα παραθεωρή την ακαινοτόμητο Ορθόδοξο Πίστι» (2).

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός (1392 – 1444) +19 Ιανουαρίου

  Ο αναδειχθείς σε φλογερό υπέρμαχο και ακράδαντο στύλο της αμωμήτου ορθοδόξου πίστεως θεόπνευστος και πανευκλεής ιεράρχης της Εφέσου.
Μεταξύ των φωτισμένων ιεραρχών, μεγάλων διδασκάλων και φλογερών προμάχων της Ορθοδόξου Εκκλησίας εξέχουσα θέση καταλαμβάνει ο τιμώμενος στις 19 Ιανουαρίου Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ο αγωνιστής Επίσκοπος της Εφέσου, ο οποίος αναδείχθηκε ο αδιάψευστος μονομάχος, ο φλογερός υπέρμαχος και ο πιστός φύλακας της Ορθοδοξίας των Ανατολικών Γραικών απέναντι στην επιρροή και απειλή του Παπισμού της Δύσεως. Γι’ αυτό και υπήρξε μέγας ευεργέτης και λαμπρός φωστήρ του Έθνους των Ελλήνων, αφού κράτησε στους ώμους του ανόθευτο όλο τον πνευματικό πλούτο της Ορθοδοξίας, γενόμενος «ὄργανον τοῦ Παρακλήτου», «θεοκρότητος σάλπιγγα τῆς θεολογίας», «ὑπέρμαχος τῶν εὐσεβῶν δογμάτων», «θερμότατος ζηλωτής
τῆς πατροπαραδότου ὁμολογίας τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως», «ἀνατροπέας τῆς παπικῆς ἀλαζονείας», «ἀκένωτος ποταμός τῶν εὐσεβῶν συγγραμμάτων». 

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός, ο λαμπρότατος αυτός φωστήρ της Εκκλησίας του Χριστού, ο υμνηθείς ως «μέγας ζηλωτής, ὑπερμαχῶν πατρώου φρονήματος καὶ καθαιρῶν τοῦ σκότους τὰ ὑψώματα», γεννήθηκε το 1392 στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γόνος επιφανούς αρχοντικής οικογένειας. Το κατά κόσμον όνομά του ήταν Μανουήλ, οι δε ευσεβείς και ευγενείς στην καταγωγή γονείς του φρόντισαν να τον αναθρέψουν με τα νάματα της ορθοδόξου πίστεως και να του προσφέρουν επιμελή και ανωτέρα μόρφωση. Τα πρώτα γράμματα ο Μανουήλ τα διδάχθηκε από τον πατέρα του, τον Γεώργιο, ο οποίος ήταν διάκονος και σακελλίων της Μεγάλης Εκκλησίας και είχε μία φημισμένη ιδιωτική σχολή. Όταν όμως ο Μανουήλ ήταν δεκατριών ετών, ο πατέρας του απεβίωσε και έτσι έμεινε ορφανός μαζί και με τον αδελφό του, τον Ιωάννη. Τότε η μητέρα του, η Μαρία, η οποία ήταν κόρη ενός ευσεβούς ιατρού, ονόματι Λουκάς, τον έστειλε να μορφωθεί ακόμη περισσότερο πλησίον των επιφανέστερων και σοφότερων διδασκάλων της εποχής εκείνης, οι οποίοι ήταν ο Ιωάννης Χορτασμένος (ο και μετέπειτα εκλεγείς Μητροπολίτης Σηλυβρίας Ιγνάτιος) και ο φημισμένος μαθηματικός και φιλόσοφος Γεώργιος Γεμιστός ή Πλήθωνας. Όταν ο Μανουήλ ολοκλήρωσε τη μόρφωσή του, ανέλαβε τη διεύθυνση του πατριαρχικού σχολείου και σε σύντομο χρονικό διάστημα αναδείχθηκε ως ένας από τους επιφανέστερους διδασκάλους της Κωνσταντινουπόλεως. Ενδεικτικό είναι ότι πολλοί από τους μαθητές του διέπρεψαν αργότερα, όπως ο Γεώργιος Σχολάριος, ο οποίος μετά την Άλωση της Βασιλεύουσας εξελέγη πρώτος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως με το όνομα Γεννάδιος, ο Θεόδωρος Αγαλλιανός και ο Μητροπολίτης Μηδείας Θεοφάνης. 

Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και ο διάλογος για την ένωση των Εκκλησιών



Ο ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ ΚΑΙ Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ
Αρχιμ. Κύριλλου (Κεφαλόπουλου)
Ο Άγιος  Μάρκος ο Ευγενικός, αρχιεπίσκοπος Εφέσου, δεν είναι μία συνηθισμένη μορφή αγίου. Αποτελεί μία πολύπλευρη και δυναμική εκκλησιαστική προσωπικότητα, μία εμβληματική μορφή της Ορθοδοξίας. Με την στάση του στην σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας το 1438-39 ανεδείχθη πρωταγωνιστής αυτής και απετέλεσε »σημείον αντιλεγόμενον». Στο πρόσωπό του διατυπώθηκαν οι πιο αντιφατικές κρίσεις. Η ορθόδοξος Ανατολή και η Παπική Δύση τον θαύμασαν για τον δυναμισμό και την μαχητικότητα, αλλά και τον επέκριναν σκληρά για φανατισμό και στενότητα αντιλήψεων (κυρίως οι δυτικοί).
»Ζυμωμένος όμως με το πνεύμα και την σκέψιν των θεοκηρύκων Πατέρων και ενσαρκωτής του Ορθοδόξου θρησκευτικού αισθητηρίου του λαού, ούτε επτοήθη ούτε παρεσύρθη από την δίνην των γεγονότων. Είχεν εννοήσει εγκαίρως το πνευματικόν ψεύδος, επάνω εις το οποίον οι άλλοι, με την κοντόφθαλμον πολιτικήν των, προσεπάθησαν να στηρίξουν την σωτηρίαν της αυτοκρατορίας. Είχεν αισθανθεί το κλίμα και είχεν εισδύσει εις το  βάθος του πραγματικού περιεχομένου της ψευδοσυνόδου Φερράρας-Φλωρεντίας. Και οξύνους καθώς ήτο, διέβλεψεν ότι ο Πάπας δεν ήθελεν την ένωσιν των Εκκλησιών. Ο Πάπας, μαζί με τους ηγεμόνας της Δύεως, έπαιζε μάλλον με το απερίγραπτον δράμα της νέας Ρώμης-Κωνσταντινουπόλεως, την υποταγήν της οποίας ουδέποτε έπαυσαν να λαχταρούν και να επιδιώκουν.

Ο Άγιος Εφέσου, πεπεισμένος δι’ όλα αυτά, όπως επίσης και διά την κρυστάλλινην αλήθειαν, την οποίαν υπεστήριζεν, επέτυχε να αρθή εις το ύψος των περιστάσεων και να αναπετάση την σημαίαν του Σταυρού. Έθεσεν ευθύς εξ αρχής υπεράνω του πολιτικού συμφέροντος την διαφύλαξιν της Ορθοδόξου πίστεως και των Αποστολικών της παραδόσεων. Ύψωσε το πνευματέμφορον ανάστημά του και εστάθη αμετακίνητος εις την έπαλξιν. Έγινεν έτσι ο αδιαπέραστος θυρεός εμπρός εις την πύλην, την οποίαν επέμενε να περάση η Δύσις, δια να πατήση τον ιερόν χώρον της μαρτυρικής και ασκητικής Ορθοδοξίας.
Επειδή η πτώσις της Κωνσταντινουπόλεως υπερβαίνει τα στενά όρια του χρόνου και του τόπου και είναι γεγονός με παγκόσμιον αντίκτυπον, διά τούτο και η ταπεινή και γενναία μορφή του αγίου Μάρκου, επισκόπου Εφέσου, εφ’ όσον συνεδέθη με το συνταρακτικόν εκείνο δράμα του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας, αποκτά αξίαν οικουμενικην… αυτό ακριβώς θα αποτελή πάντοτε και την δικαίωσιν των θεοφιλών αγώνων του επισκόπου Εφέσου αγίου Μάρκου του Ευγενικού, του οποίου τας θερμάς προς τον Κύριον πρεσβείαις πρέπει να εξαιτούμεθα εκ βάθους ψυχής πάντοτε μεν, ιδιαιτέρως σήμερον» (Νικ. Βασιλειάδη, Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός και η ένωσις των Εκκλησιών, εκδ. ΣΩΤΗΡ,  Αθήναι 2007, σελ. 3-5).
Ο Άγιος Μάρκος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, στην συνοικία του Γαλατά το 1392, σε μία περίοδο παρακμής και συρρικνώσεως της αυτοκρατορίας, από γονείς ευσεβείς και επιφανείς, ευγενικής καταγωγής, εξ ου και το προσωνύμιο Ευγενικός. Ο πατέρας του Γεώργιος ήταν Διάκονος της μεγάλης Εκκλησίας, και η μητέρα του ονομαζόταν Μαρία. Ο άγιος έλαβε το βαπτιστικό όνομα Μανουήλ, και είχε ένα άλλον αδελφόν, τον Ιωάννην.
Και τα δύο αδέλφια με την φροντίδα των γονέων τους έλαβαν σπουδαία μόρφωση θύραθεν φιλοσοφική και χριστιανική μαθητεύοντες σε σπουδαίους διδασκάλους και φιλοσόφους της Πόλεως. Ο νεαρός Μανουήλ αγάπησε τον μοναστικό βίο και εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στην Μονή του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων. Σε ηλικία 25 ετών εκάρη μοναχός λαβών το όνομα Μάρκος. Χειροτονήθηκε διάκονος και ιερέας, ενώ για την μεγάλη του μόρφωση τοποθετήθηκε διευθυντής στο Πατριαρχικό φροντιστήριο. Ο ιερομόναχος Μάρκος ετιμάτο για την αρετή και την μόρφωσή του, και είχε καλή φήμη στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Έτσι, ήταν πολύ φυσικό να τον επιλέξουν να συμμετάσχει στην βυζαντινή αποστολή που θα μετέβαινε στην Δύση, στην Σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας. Ιδιαιτέρως επέμενε ο αυτοκράτωρ Ιωάννης Παλαιολόγος, που εκτιμούσε την μόρφωσή του και ήθελε να τον συμπεριλάβει στην συνοδεία του, αφού προηγουμένως θέλησε να τον αναβαθμίσει εκκλησιαστικά και να τον περιβάλλει με το κύρος του μητροπολίτου. Η Σύνοδος του Πατριαρχείου τον εξέλεξε μητροπολίτην Εφέσου, λίγο πριν αναχωρήσουν για την Ιταλία. Τον μητροπολίτην πλέον Εφέσου Μάρκο τον Ευγενικό επέλεξαν και τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας, Αντιοχείας και Ιεροσολύμων να τα αντιπροσωπεύσει στον διάλογο με τους Λατίνους.

ΟΙ ΠΑΠΙΚΟΙ ΠΡΟΣΤΡΕΧΟΥΝ ΣΤΗ ΣΥΝΟΔΟ ΤΗΣ ΦΛΩΡΕΝΤΙΑΣ (1439), ΩΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΦΟΡΜΟΥΛΑΣ ‘’ΕΝΩΣΗΣ’’



(Μια νέα Φερράρα – Φλωρεντία επιζητούν οι Παπικοί)
Του Β. Χαραλάμπους, θεολόγου
Ιδού τι λένε οι Παπικοί. Ιδού το απότοκο των οικουμενιστικών ατοπημάτων στο Φανάρι. Με θρασύτητα προτείνεται από Παπικούς, το πρότυπο της Συνόδου της Φλωρεντίας του έτους 1439.

Στο τελευταίο τεύχος του Ιησουίτικου Περιοδικού «La Cività Cattolica» με θρασύτητα αναφέρεται ότι «ο Πάπας Φραγκίσκος έχει λάβει μια αρχαία φόρμουλα της Ένωσης, η οποία είχε υποστεί ‘’κυρώσεις’’ το έτος 1439, το Συμβούλιο (Σύνοδος) της Φλωρεντίας».

Σε κείμενο του Andrea Tornielli στη Vatican insider, ημερομηνίας 5 Φεβρουαρίου 2015 που τιτλοφορείται «Το Συμβούλιο (Σύνοδος) της Φλωρεντίας, το μοντέλο για ενότητα μεταξύ Καθολικών και Ορθοδόξων» (Il concilio di Firenze, modello per l’ unità tra cattolici e ortodossi), σχολιάζεται ευμενώς η ‘’ανακάλυψη’’ της φόρμουλας για ‘’ένωση’’, από το Ιησουίτικο Περιοδικό «La Cività Cattolica».

Χρησιμοποιήθηκε ο όρος Συμβούλιο (Concilio), αντί του όρου Σύνοδος (Sinodo) γιατί πραγματικά έτσι ήταν. Δεν μπορεί να θεωρηθεί η ούτω καλούμενη Σύνοδος Φερράρας – Φλωρεντίας, ως κανονική Σύνοδος, αλλά απλά συνάντηση Ορθοδόξων με τους αποκοπέντες από τη Μία Αγία Εκκλησία, αιρετικούς Παπικούς.

«Τα λόγια του Πάπα Φραγκίσκου τον περασμένο Νοέμβριο στην Κωνσταντινούπολη, στην παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βαρθολομαίου, αναβίωσαν την προσέγγιση που έγινε στο Συμβούλιο της Φλωρεντίας, ‘’ένα νέο και πρωτότυπο τρόπο για να επιτύχουμε την πλήρη ενότητα μεταξύ των Εκκλησιών’’». Αυτό αναφέρεται μεταξύ άλλων στο τελευταίο τεύχος «La Cività Cattolica» (Ο Καθολικός Πολιτισμός), περιοδικό της ‘’επιρροής’’ των Ιησουιτών. Σε άρθρο του ο Ιησουίτης ‘’πατέρας’’ Giancarlo Pani, που τιτλοφορείται «Για να επιτύχουμε την πλήρη ενότητα» υποδεικνύει με θράσος, την αρχαία όπως την κάλεσε φόρμουλα της Φλωρεντίας για ένωση.

Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Andrea Tornielli στη Vatican insider, ότι «το Περιοδικό «La Cività Cattolica», είναι της ‘’επιρροής’’ των Ιησουιτών, των οποίων οι σχεδιασμοί εξετάζονται από τη Γραμματεία του Βατικανού», με ότι αυτό συνεπάγεται.

Προχωρούν μάλιστα και στο ‘’μεγάλο αντάλλαγμα’’ της Παπικής ‘’μεγαλοψυχίας’’, ότι θα δικαιούται η Ορθόδοξη Εκκλησία να έχει το Σύμβολο της Πίστεως, χωρίς την προσθήκη του Filioque. Όμως πρέπει η Ορθόδοξη Εκκλησία, τονίζουν με θράσος οι Παπικοί, να αποδεχθεί τη ‘’Λατινική ορθοδοξία’’, όπως έχει καλέσει την αιρετική προσθήκη του Filioque. Αναφέρεται επίσης ότι «Η διαμάχη στη Φλωρεντία, ήταν αρκετά έντονη και είχε τελειώσει με μια συμβιβαστική λύση, ότι πρέπει να γίνει σεβαστή η ελευθερία των Ελλήνων, οι οποίοι δεν είναι υποχρεωμένοι να δεχθούν το Filioque στο Σύμβολο της Πίστεως, αλλά πρέπει να αναγνωρίσουν τη ‘’Λατινική ορθοδοξία’’ της προσθήκης» το Περιοδικό «La Cività Cattolica».

Και το ατόπημα των Παπικών μακραίνει προτείνοντας αιρετίζοντας τρόπους αποδοχής του Filioque. «Στη Φλωρεντία την αντιπαράθεση για το Filioque είχαν καλύψει οι δύο τύποι : ‘’εκ του Πατρός δι’ Υιού ή εκ του Πατρός και του Υιού’’» αναφέρει το Ιησουίτικο Περιοδικό «La Cività Cattolica». Προς τούτο επισημαίνει ο Ιησουίτης ‘’πατέρας’’ Giancarlo Pani, ότι στη Φλωρεντία το έτος 1439, έχει ‘’καλυφθεί’’ το ζήτημα της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος εκ του Πατρός και του Υιού. Οι δύο αυτοί τύποι γράφει το «La Cività Cattolica» αναφέρονται τόσο στους Ανατολικούς όσο και στους Δυτικούς Πατέρες. Υπενθυμίζουμε στους Παπικούς, ότι δεν υπάρχει συμμετοχή του Υιού στην εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Ο αδιάψευστος λόγος του Χριστού ξεκάθαρα το αναφέρει «Το Πνεύμα το Άγιον ο παρά του Πατρός εκπορεύεται».

Η συμπεριφορά του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού προς τους Λατίνους.




Ο Άγιος Επίσκοπος Εφέσου, Μάρκος ο Ευγενικός θεωρείται μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας, ομολογητής της Ορθοδόξου Πίστεως και προσαγορεύεται προς τούτο: «Άτλας της Ορθοδοξίας». Όπως ο Μ. Αθανάσιος και ο Μ. Βασίλειος υπήρξαν στην εποχή τους άτλαντες της Ορθοδοξίας και κράτησαν με αγώνες και θυσίες την Ορθόδοξη Πίστη αλώβητη από τη λαίλαπα του Αρειανισμού, έτσι και ο άγιος Μάρκος κράτησε αλώβητη την Ορθοδοξία από τη λαίλαπα του Παπισμού, που κατέτρωγε την Εκκλησία ήδη από τη γέννησή της.
Ακολουθώντας τους μεγάλους Πατέρες εφάρμοσε το «κατ’ οικονομίαν» σε πάμπολλες περιπτώσεις, αλλά μόλις υπήρχε κίνδυνος να ανατραπεί ή απλώς να θιγεί το δόγμα, εκεί παρέμεινε άκαμπτος τηρητής της Ι. Παρακαταθήκης, μη δεχόμενος καμία, έστω και ελάχιστη υποχώρηση και εφαρμόζοντας επακριβώς το «κατ’ ακρίβειαν».
Στη θέση του αυτή έμεινε μόνος και εγκαταλειμμένος από τους πάντες, πλην όμως αυτή του η αντίδραση κράτησε την Ορθοδοξία στο ύψος της και οι επόμενοι αιώνες τον δικαίωσαν. Έδωσε και έδειξε τη μεγάλη του αγάπη ακόμη και στους αιρετικούς Λατίνους, γιατί αλγούσε για τα παραπλανημένα αυτά τέκνα της Εκκλησίας και έκανε μύριες προσπάθειες να τους φέρει στην Εκκλησία του Χριστού. Παρεξηγήθηκε και πολεμήθηκε, πλην όμως δικαιώθηκε, γιατί θεωρήθηκε τελικά ο προστάτης της Ορθόδοξης Πίστης και Παράδοσης, όπως και οι προηγούμενοι μεγάλοι Πατέρες (Αθανάσιος, Βασίλειος, Γρηγόριος, Χρυσόστομος, Φώτιος, Παλαμάς).
Θεωρούμε, ότι η στάση και η συμπεριφορά του αγίου Μάρκου στους Λατίνους, οι κάποιες υποχωρήσεις του στους Κανόνες, αλλά και η σταθερότητά του στο Δόγμα θα πρέπει να ακολουθούνται και σήμερα, που έχει αναπτυχθεί μια εργώδης προσπάθεια προσέγγισης με τους Λατίνους και επαναφοράς τους στη μία Ποίμνη. Δύσκολη προσπάθεια, που χρειάζεται πολύ λεπτούς χειρισμούς, βαθύτατη γνώση των Πατέρων και της πρακτικής τους και ειδικά του αγίου Μάρκου, ο οποίος, ενώ έκανε «αβαρίες» στους Κανόνες, έμεινε όμως στερρός στην Πίστη και το Δόγμα. Η στάση του, ίσως θα πρέπει να προβληματίσει όσους διαμαρτύρονται, για κάποιες παραβάσεις κανόνων, όπου προκειμένου να επιτευχθεί το μέγιστον, θα πρέπει να πρυτανεύσει το του αγίου Νεκταρίου, όπου σε ανάλογες περιπτώσεις στην εκκλησιαστική ιστορία, τις δικαιολογούσε, όπου «Πίστις το κινδυνευόμενον» Λέγει π.χ. σχετικά με τη στάση των αντιπροσώπων του Πάπα άγιου Λέοντα: «Πως ήκουσαν τοσαύτα ψεύδη! Πως δεν διερράγησαν εκ της αγανακτήσεως! Πάντως επιβάλλουσα ανάγκη έθετο φυλακήν τοις
στόμασιν αυτών. Οι πατέρες έπασχον όμοιον προς τον εν παρεμβολή ιστάμενον και πιεζόμενον υπό του ιδίου συμμάχου προς παραχωρήσεις. Τοιαύτη αληθώς η θέσις των αγίων της Οικουμενικής Συνόδου πατέρων. Εάν η αγανάκτησις απέκρουεν αυτούς, ο σκοπός της συνόδου εματαιούτο, η δε αίρεσις θα ελυμαίνετο την Εκκλησίαν. Η φρόνησις απήτει την ανοχήν χάριν της πίστεως και τούτο εποίησαν οι μακάριοι πατέρες» (Τα αίτια του Σχίσματος, τ. Α΄, σελ. 151-152). Τι δέχτηκαν λοιπόν οι πατέρες της Δ΄ και τι ανέχθηκαν, χάριν της συνοχής της Εκκλησίας; Μα δέχτηκαντον Πάπα της Ρώμης να υπέρκειται της Συνόδου, κάτι αδιανόητο στις μέρες μας! ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΔΑΣΗΣ
Γενικά
Ο άγιος Μάρκος ο Ευγενικός (1393–1445), υπήρξε Μητροπολίτης Εφέσου και μια από τις σημαντικότερες εκκλησιαστικές και θεολογικές προσωπικότητες της εποχής του. Θεωρείται ο κύριος παράγοντας της αποτυχίας της ένωσης της Δυτικής και της Ανατολικής Εκκλησίας στη σύνοδο της Φεράρας-Φλωρεντίας, όπου ήταν ο μόνος που αρνήθηκε φανερά να υπογράψει. Υπήρξε ηγετική φυσιογνωμία του κινήματος των ανθενωτικών, προτείνοντας ακραίες λύσεις για την αποφυγή της ένωσης των δύο εκκλησιών («καλύτερα σκλαβωμένα σώματα στους Τούρκους, παρά σκλαβωμένο πνεύμα στον αιρετικό πάπα»). Για το λόγο αυτό εκδιώχτηκε από την αυτοκρατορική αυλή, που επεδίωκε μια συμβιβαστική λύση του ζητήματος, για την αντιμετώπιση του οθωμανικού κινδύνου. Μετά τον θάνατο του τελευταίου Βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου και την αναρρίχηση στο Πατριαρχικό θρόνο του ανθενωτικού Πατριάρχη Γεννάδιου Σχολάριου, ο οποίος υπήρξε μαθητής του, ανακηρύχθηκε σε Άγιο.
Βίος
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη περί το 1393 και έλαβε θεολογική και φιλοσοφική παιδεία κοντά σε περίφημους σοφούς της εποχής (Γεώργιο Πλήθωνα, Ιωάννη Χορτασμένο, Μανουήλ Χρυσοκόκκο), χάρη στις δυνατότητες, που του παρείχε η σχετικά ευκατάστατη οικογένεια του, καθότι ο πατέρας του Γεώργιος κατείχε το υψηλό αξίωμα του «Μεγάλου χαρτοφύλακα του θρόνου». Η προσωνυμία του, Ευγενικός, κληρονομήθηκε από τον πατέρα του, όπως και η κατεύθυνση προς την εκκλησιαστική ζωή. Το 1418 ασπάστηκε τον μοναχικό βίο και μόνασε στη μονή του Αγίου Γεωργίου Μαγγάνων, όπου αφιερώθηκε στη μελέτη και τη συγγραφή. Το 1437 εκλέχθηκε Επίσκοπος Εφέσου, μετά την εκδήλωση σχετικού ενδιαφέροντος και από τον αυτοκράτορα Ιωάννη Η΄ Παλαιολόγο, με κύριο στόχο να λάβει μέρος στη σύνοδο Φεράρας-Φλωρεντίας.
Λόγω των θεολογικών του γνώσεων ορίστηκε εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αντιοχείας και Ιεροσολύμων στην αποστολή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στην ενωτική σύνοδο Φεράρας-Φλωρεντίας (1438-1439).

Τα σημεία των καιρών που αρνήθηκαν να δουν στη Σύνοδο Φερράρας - Φλωρεντίας Γράφει ο Ιωάννης Σ. Κορνιλάκης στην Romfea.gr

concilio firenze1 b
Γράφει ο Ιωάννης Σ. Κορνιλάκης στην Romfea.gr

"Υποκριταί, το μεν πρόσωπον του ουρανού γινώσκετε διακρίνειν, τα δε σημεία των καιρών ου δύνασθε γνώναι; " ( Ματθ. ΙΣΤ, 3 ).
Υπήρξε μια προσπάθεια συνεννόησης μεταξύ Ανατολής και Δύσεως 14-15 χρόνια πριν την Άλωση Κωνσταντινουπόλεως. Είναι ιστορικά γνωστή ως η Σύνοδος Φερράρας - Φλωρεντίας το 1438-39.
Μια ψευδοσύνοδος, που κατέληξε σε μιά ψευδοένωση των Εκκλησιών, αλλά Θεϊκή Ευδοκία εκεί θα λάμψει το άστρο του Στύλου της Ορθοδοξίας, του Μητροπολίτη Εφέσου Αγίου Μάρκου του Ευγενικού.
Τα λόγια του Πάπα Ευγένιου Δ', πληροφορούμενου ότι ο Μάρκος δεν υπέγραψε τον Ενωτικό Όρο τα λέει όλα : "Λοιπόν, ουδέν εποιήσαμεν ".
Όμως, και ανεξάρτητα των πολιτικών κινήτρων του Αυτοκράτορα της εποχής Ιωάννη Η' Παλαιολόγου, που εναγωνίως αναζητά βοήθεια ανθρώπινη απο τη Δύση, έναντι του ερχόμενου εξ' Ανατολών κινδύνου των Τούρκων, η βοήθεια έπρεπε να αναζητηθεί στους Ουρανούς.
Ο Αυτοκράτορας κυρίως, αλλά και οι Εκκλησιαστικοί της εποχής αναζήτησαν τη βοήθεια στη γη.
Η έλλειψη πίστης στο Θεό τους κατέστησε υποκριτές, που αδυνατούσαν εκεί μπροστά στα μάτια τους να Τον δούν. Να δουν δηλαδή τα Σημεία των καιρών.
Απο το 1422 ο Ιωάννης Η' κυβερνά, μιάς και ο πατέρας του Μανουήλ Β' Παλαιολόγος έχει καταπέσει λόγω σοβαρής ασθένειας.
Το έτος αυτό θα στείλει μια επιστολή στον Πάπα Μαρτίνο Ε' ( 1417-1431 ).
Ιδού μερικά της σημεία. "... Δέον να συγκροτηθεί Οικουμενική Σύνοδος κατά τας επτά Οικουμενικάς Συνόδους. Ο τόπος έσται η Κωνσταντινούπολις, όμως αδυνατούμε να υποβληθούμε εις τας δαπάνες ταύτας. Δια τούτο παρακαλούμε Υμάς να φροντίσετε περί των δεόντων... Ημείς εσμέν σχεδόν τελείως κατεστραμμένοι... Ως προς τον χρόνον ημείς ηθέλομεν ίνα η Ένωσις γίνει και σήμερον...".
Όταν ο Αυτοκράτωρ γράφει αυτά υπολείπονται 30 και πλέον ολόκληρα χρόνια για να επέλθει οριστικά και αμετάκλητα ο κίνδυνος των Τούρκων με την άλωση.agios markos
Ο Πάπας Μαρτίνος; Δεν θα χάσει την ευκαιρία. Θα αποστείλει εκπρόσωπο του τον Αντώνιο Μάσσα, ο οποίος ενώπιον του Πατριάρχου Ιωσήφ και της Συνόδου θα πει τα εξής ταπεινωτικά λόγια : " Εάν έχετε σκοπόν ο τε Βασιλεύς και ο Πατριάρχης γενέσθαι την ένωσιν, προς πίστιν ήν κατέχει η Ρωμαϊκή εκκλησία και γενέσθαι υποταγήν προς τον Πάπαν... Όστις θεός έν τη γη...".
Και όμως, ο Πατριάρχης και η Σύνοδος τον ακούν. Έν τω μεταξύ ο Πάπας Μαρτίνος πεθαίνει και τον διαδέχεται ο Πάπας Ευγένιος Δ' το 1431. Ο Ευγένιος βρίσκεται απροετοίμαστος να συμμετέχει σε μια Λατινική Σύνοδο στην Βασιλεία, που ξεκίνησε τις εργασίες της στις 23 Ιουλίου 1431.
Η Σύνοδος αυτή επιθυμούσε πράγματι να κάνει ανάμορφωτικό έργο και ξεκίνησε απ' την κεφαλή, αυτόν τον Πάπα. Ο Πάπας διαμαρτυρήθηκε και αφού δεν εισακούστηκε, διέκοψε την επαφή με τη Σύνοδο.
Η Σύνοδος της Βασιλείας ζήτησε εκπροσώπους της Ανατολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας με σκοπό την ένωση. Οι εργασίες της Συνόδου τραβούν σε μάκρος.
Φθάνουμε έτσι στις 8 Ιανουαρίου 1438, που ο Πάπας Ευγένιος εκήρυξε την έναρξη των εργασιών άλλης Συνόδου στη Φερράρα της Ιταλίας.
Το έτος αυτό η Δυτική Εκκλησία είναι διασπασμένη και υπάρχουν δυο έν λειτουργία Σύνοδοι, που διεξάγουν πόλεμο μεταξύ τους, δια των όπλων του αφορισμού, των καθαιρέσεων και των απαγορεύσεων.
Οι της Ανατολής επιζητούν την ένωση με τους Λατίνους οι οποίοι μεταξύ τους μάχονται και ειναι οι ίδιοι διχασμένοι. Και όμως διακρίνουν το πρόσωπο του ουρανού. " Ο πτωχό-αλαζών Αυτοκράτωρ και ο Πατριάρχης καθώς ετοιμάζοντο, ίνα αποδημήσωσιν εις την Ιταλίαν, ήριζον τις των δυο να λάβη το πλείον των 15.000 Φλωρίων, όσπερ ο Πάπας ως μισθόν δουλείας αυτών, εστειλεν αυτοίς...".
Ποιός μας τα διασώζει αυτά; Μα ένας εκ των Αρχόντων της Εκκληςιας της Κωνσταντινουπόλεως, που συμμετέχει αυτοπροσώπως, ο Μέγας Εκκλησιάρχης και Δικαιοφύλαξ Σίλβεστρος Συρόπουλος.
Θα συμπλήρωνα όχι μόνο ως μισθόν δουλείας αλλά ως ανταπόδοση προδοσίας. Στα χρόνια του Χριστού υπήρξε ένας, ο Ιούδας, τώρα υπάρχουν δυο. Τελικά ο απόπλους απ' την Κωνσταντινούπολη θα γίνει 27 Νοεμβρίου 1437.
Δεν θα προλάβουν να εγκαταλείψουν τον Βόσπορο και τα σημεία των καιρών παρουσιάζονται. Δυο ισχυρότατοι σεισμοί σείουν συνθέμελα την Κωνσταντίνου Πόλιν.
Θα φθάσουν στη Βενετία στις 8 Φεβρουαρίου 1438. Ο Πατριάρχης με τον κλήρο μετέβησαν στον ναό του Αγίου Μάρκου, και ως γράφει ο Συρόπουλος είδαν και τα κλεμμένα. Μπροστά στα μάτια τους ο Θεός τους δείχνει τα σημεία των καιρών και εκείνοι συνεχίζουν να διακρίνουν το πρόσωπο του ουρανού.
Οι Λατίνοι τους οδηγούν στο σημείο που έχουν τοποθετήσει τα κλεμμένα απ' την Κωνσταντινούπολη απο την Δ' Σταυροφορία και δεν αντιλαμβάνονται που, με ποιούς, και γιατί, πρόκειται να συνέλθουν. Μετά απο 20 ημερες αναχώρησαν για τη Φερράρα. Έξι Λατίνοι Επίσκοποι πρόφτασαν στο δρόμο τον Πατριάρχη και απαίτησαν όταν συναντηθεί με τον Πάπα να ασπασθεί τον πόδα του.
Ο Πατριάρχης βέβαια αντέδρασε και δεν το έπραξε. Ο Θεός βοά. Στις Πράξεις των Αποστόλων ( 10, 25-26 ), ο εκατόνταρχος Ρωμαίος Κορνήλιος πέφτει γονατιστός στα πόδια του Αποστόλου Πέτρου. Και ο Απόστολος θα του πει: " Ανάστηθι, καγώ άνθρωπος ειμί ".
Ο Απόστολος Πέτρος δηλώνει άνθρωπος και ο Πάπας, υποτίθεται στην έδρα του Πέτρου καθεζόμενος δηλώνει Θεός. Και όμως και πάλι οι δικοί μας διακρίνουν το πρόσωπο του ουρανού. Τελικώς η Σύνοδος της Φερράρας ανεκηρύχθη την 9η Απριλίου 1438. Ποια όμως ημέρα ήταν αυτή;
"Συμπτωματικά " Μεγάλη Τετάρτη. Μεγάλη Τετάρτη πραγματοποιήθηκε και η προδοσία του Ιούδα. Προϋπήρξαν τα Φλωρία της προδοσίας, ιδού τώρα και η Ουράνια επιβεβαίωση. Και όμως συνεχίζουν να διακρίνουν το πρόσωπο του ουρανού.
Οι μήνες περνούσαν, και ο Αυτοκράτωρ με τους κόλακες του είχαν επιδοθεί στο " πνευματικό " έργο του κυνηγίου.
Έφτασε μάλιστα να ζητιανεύει απ' τον Πάπα να του στείλει άλογα. Και πράγματι μετά απο παρακάλια τριών μηνών του εστειλε δέκα άλογα.
Έν τω μεταξύ ξεσπά στη Φερράρα λοιμώδης νόσος. Πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν καθημερινά. Οι Λατίνοι Καρδινάλιοι φοβήθηκαν. Απο τους έντεκα παριστάμενους έφυγαν οι έξι.
Απο τους 150 Λατίνους Επισκόπους έφυγαν οι 100. Απο τους δικούς μας " Θεία χάριτι ουδείς έπαθεν κακόν η ενόσησεν κατα τον καιρόν τον του λοιμού. Όπερ εφάνη λίαν παράδοξον " ( Συρόπουλος ). Και όμως δεν ηβουλήθησαν συνιέναι.
Ο καιρός περνά και ο Θεός υπομονετικά τους διαφυλάσσει και τους δείχνει Σημεία.
Οι Λατίνοι κυκλοφορούν φυλλάδια στα οποία κατηγορούν την Ορθόδοξη Εκκλησία γαι 54 αιρέσεις. Τελικά στις 10 Ιανουαρίου 1439 αποφασίζεται η μεταφορά στη Φλωρεντία.
Στις 29 Φεβρουαρίου ξεκινούν οι εργασίες στο παλάτι του Πάπα. Ο ´Αγιος Μάρκος ο Ευγενικός ανθίσταται. Βοά ότι η προσθήκη " και εκ του Υιού " δηλαδή το Filoque αποτελεί αίρεση.
Ο Μητροπολίτης Νίκαιας Βησσαρίων θα αποδειχθεί προδότης του δόγματος. Μάλιστα θα αποκαλέσει τον Άγιο Μάρκο Ευγενικό δαιμονισμένο και θα κινηθεί και απειλητικά εναντίον του.
Οι Λατίνοι ζητούν οικονομία και συγκατάβαση απ' τον Μάρκο, ο οποίος απαντούσε ότι δεν επιτρέπεται οικονομία και συγκατάβαση στα της πίστεως. Ο Νίκαιας Βησσαρίων και ο Ρωσίας Ισίδωρος ( έτερος προδότης του δόγματος ), έδιναν τον υπέρ πάντων αγώνα.
Η διάσπαση προ των πυλών. Και όμως τα σημεία των καιρών ου ηδηνήθησαν γνώναι. Και ο Πατριάρχης Ιωσήφ τι απέγινε; Ιδού τα τελευταία του λόγια: " ... Ενούμαι αυτοίς και συγκοινωνώ ". Τελικά ο συγκεκριμένος Πατριάρχης δεν θα υπογράψει τον Ενωτικό Όρο.
Οκτώ μόλις ημερες πριν την υπογραφή του " δειπνήσας, απήλθε εις τον κοιτώνα του, αποθανόντος εκ συγκοπής η αποπληξίας αιφνιδίως ".
Ακόμη και μετά απ' αυτό το αναμφισβήτητο τραγικό Σημείο των καιρών η υποκρισία συνεχίζεται. Θα υπογράψουν όλοι πλην του Εφέσου Μάρκου Ευγενικού, του αδελφού του Ιωάννη Ευγενικού και του Σταυρουπόλεως Ησαια που θα αποδράσει για να μην υπογράψει. Στις 5 Ιουλίου 1439 υπεγράφη ο Όρος της ενώσεως απο Λατίνους και Έλληνες.
Την επόμενη εντός του ναού Ανεγνώσθη μετά την δοξολογία. Τελικά οι υποσχέσεις του Πάπα για βοήθεια παρέμειναν στα λόγια.
Στις 19 Οκτωβρίου η αποστολή των Ελλήνων αναχώρησε απο την Ιταλία και έφτασε στην Κωνσταντινούπολη την 1η Φεβρουαρίου 1440.
Η επιστροφή τους όμως δεν βρήκε αυτούς χωρίς σημεία των καιρών. Η σύζυγος του Αυτοκράτορος ήδη νεκρή.
Η σύζυγος του αδελφού του Δημητρίου Παλαιολόγου και αυτή νεκρή. Στην Κωνσταντινούπολη αναζητείται Πατριάρχης ενωτικός. Το σκάφος της Εκκλησίας κλυδωνίζεται. Η άλωση δεν θα αργήσει ως Υπέρτατο Σημείο.
Όσον αφορά τους προδότες του δόγματος Βησσαρίωνα και Ισίδωρο και οι δυο έγιναν Καρδινάλιοι. Οι πρώτος μαλιστα παρ' ολίγον και Πάπας. Πέθανε στις 18 Νοεμβρίου 1472 στη Ραβένα, στο σπίτι του Διοικητή της πόλης Αντώνιου Δανδόλου.
Αντιλαμβανόμενος το τέλος του ζήτησε να τον μεταφέρουν με το κρεββάτι στην αυλή. Εκεί μπροστά σε πλήθος κόσμου είπε το Σύμβολο της Πίστεως με την προσθήκη του Filioque. Αμετανόητος...
Τα σημεία δεν αποτελούν συμπτώσεις. Η λέξη ειναι απλά περιγραφική των φαινομένων και όχι επεξηγηματική. Ο Λόγος που επεξηγεί τα φαινόμενα ειναι ο Λόγος του Ιησού. " Τα Σημεία των καιρών ".

* O Iωάννης Κορνιλάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης.kornilakis
Στην Αθήνα θα παρακολουθήσει κατωτέρα, μέση και ανώτατη εκπαίδευση στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Από νεαρή ηλικία αποκτά μεγάλη αγάπη στη μελέτη, η οποία και παραμένει έως σήμερα σε θέματα ιστορίας, φιλοσοφίας, πολιτικής, οικονομίας, γεωστρατηγικής, θεολογίας και ψυχολογίας.
Στον επαγγελματικό στίβο έχει εργαστεί σε τραπεζοασφαλιστικούς οργανισμούς, αναλαμβάνοντας διευθυντικές θέσεις ευθύνης.
Συμμετέχει σε πλήθος Ελληνικών και Ευρωπαϊκών επαγγελματικών συνεδρίων, όπου και λαμβάνει αντίστοιχο αριθμό Βραβείων και διακρίσεων.
Επίσης είναι συγγραφέας του έργου "Ιωάννης Καποδίστριας ο Άγιος της πολιτικής."

Η σύνοδος της Φερράρας-Φλωρεντίας 1438-1439


 
 
 
Ο αυτοκράτορας Ιωάννης Η' Παλαιολόγος εισέρχεται έφιππος στη Φλωρεντία για τη σύνοδο του 1439, όπου υπογράφηκε η Ενωση των Εκκλησιών. Φλωρεντία, τμήμα νωπογραφίας (περ. 1459-63) του Μπενότσο Γκότσολι στο Παλάτσο Μέντιτσι-Ρικάρντι.

            

Ο μητροπολίτης Εφέσου Μάρκος Ευγενικός, μέλος της βυζαντινής αποστολής στη σύνοδο Φερράρας-Φλωρεντίας υποστήριξε σταθερά την ανυπαρξία συμβιβαστικής λύσης με τους Δυτικούς. Είναι ο μόνος που δεν υπέγραψε τον «όρο» της Ενωσης και γύρω του συσπειρώθηκαν οι ανθενωτικοί.
 

Η σύνοδος της Φερράρας-Φλωρεντίας 1438-1439

 
            Η άλωση της Θεσσαλονίκης το 1430 και  ο αποκλεισμός της Πόλης από τους Οθωμανούς έφερε σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση τους Βυζαντινούς που βρίσκονταν  μπροστά σε ένα δυσκολαπάντητο δίλημμα : την προσέγγιση και αναζήτηση βοήθειας από τη Δύση που έθετε ως προϋπόθεση την υποταγή της Ανατολικής Εκκλησίας ή την άμεση υποταγή στους Τούρκους και την κατοπινή προσπάθεια για ανάκαμψη και επανασύσταση του κράτους.
            Ο μεγαλύτερος γιος του Μανουήλ, Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος ήταν σίγουρος ότι μόνο η βοήθεια από τη Δύση μπορούσε να σώσει την αυτοκρατορία, για αυτό και πίεσε και στράφηκε προς αυτήν την κατεύθυνση. Ο πάπας, που αποτελούσε ένα ισχυρό κέντρο εξουσίας, αν επιτυγχάνετο η ένωση, θα μπορούσε να παρακινήσει τους Ευρωπαίους για να βοηθήσουν την Πόλη. Η παπική Εκκλησία είχε πάντα ως στόχο την εξάπλωσή  της στην Ανατολή. Τώρα ο στόχος αυτός θα μπορούσε να επιτευχθεί μέσω της ένωσης… Από την άλλη, για να γίνει δεκτή από τον κλήρο και το λαό η ένωση, θα έπρεπε να είναι απόφαση μιας Οικουμενικής (αν αυτό ήταν δυνατό) Συνόδου. Το θέμα μιας Συνόδου άρχισε να συζητείται και τελικά προκρίθηκε, ως ασφαλής επιλογή για τη διεξαγωγή της συνόδου, η Φερράρα της Ιταλίας.
              Η βυζαντινή αντιπροσωπεία, αφού επιβιβάστηκε σε βενετικά πλοία, αναχώρησε στο τέλος του Νοέμβρη του1437 για την Ιταλία. Ήταν η πολυπληθέστερη αντιπροσωπεία στη ιστορία των αποστολών που είχαν φύγει από την Πόλη, με τη συμμετοχή 700 ατόμων κληρικών και λαϊκών,  έχοντας ως επικεφαλής τον αυτοκράτορα αλλά και τον ίδιο τον πατριάρχη Ιωσήφ Β΄. Συμμετείχαν ακόμα ο αδερφός του αυτοκράτορα Δημήτριος, αντιπρόσωποι των υπολοίπων πατριαρχείων, οι επίσκοποι Νίκαιας Βησσαρίων ,Κιέβου Ισίδωρος, Εφέσου Μάρκος Ευεγενικός, αλλά και σπουδαίοι λόγιοι της βυζαντινής διανόησης όπως ο Γεώργιος Σχολάριος, ο Γεώργιος Αμοιρούτζης, ο Γεώργιος Γεμιστός Πλήθων κά.
            Ο πατριάρχης Ιωσήφ εξοργίστηκε, όταν πληροφορήθηκε ότι έπρεπε να φιλήσει τα πόδια του Πάπα Ευγένιου Δ΄, όπως όλοι οι αξιωματούχοι και αρνήθηκε να κατέβει από το πλοίο, μέχρι που βρέθηκε μια συμβιβαστική λύση, καθώς Πάπας και Πατριάρχης χαιρέτησαν απλά ο ένας τον άλλον.
            Οι εργασίες της Συνόδου άρχισαν στις 9 Απριλίου 1438,  στο μητροπολιτικό ναό της Φερράρας.  Ήταν πολύωρες, έντονες και κοπιαστικές. Τα προβλήματα που είχαν να κάνουν με το γάμο των κληρικών, το καθαρτήριο των ψυχών, προς στιγμήν φαινόταν ότι θα ξεπεραστούν, μέχρι που άρχισε η συζήτηση για το Σύμβολο της Πίστης και το Filioque. Οι βυζαντινοί εξακολουθούσαν να πιστεύουν ότι η προσθήκη της φράσης και <<εκ του Υιού>> στο λατινικό σύμβολο της Πίστεως, αναφορικά με την προέλευση του Αγίου Πνεύματος ήταν λανθασμένη. Πέρα από την καθαρά δογματική διάσταση το ίδιο το Filioque σχηματοποιούσε την διαφορά, την έχθρα, και την άρνηση και των δύο πλευρών να υποχωρήσουν . Όλα τα στοιχεία  προμηνούσαν αποτυχία…
                                              

                                         Η σύνοδος μεταφέρεται στην Φλωρεντία
 
             Τον Ιανουάριο του 1439 η σύνοδος θα μεταφερθεί στη Φλωρεντίας εξαιτίας μιας επιδημίας πανώλης αλλά και της έλλειψης χρημάτων. Στην Φλωρεντία η οικογένεια των Μεδίκων αναλάμβανε να στηρίξει την διεξαγωγή της Συνόδου. Οι πολύωρες συζητήσεις και συνεδριάσεις συνεχίζονταν και στην Φλωρεντία με κεντρικό θέμα πάντα το  filioque , άρχισαν να υπάρχουν διαφωνίες μεταξύ των βυζαντινών – ιδιαίτερα ανάμεσα στον αυτοκράτορα και στο Μάρκο Ευγενικό-, ενώ παρουσιάστηκαν προβλήματα στην επικοινωνία λόγω της διαφορετικής γλώσσας. Τελικώς επήλθε ένας συμβιβασμός με τους Ορθόδοξους να δέχονται ότι το Άγιο Πνεύμα πορεύεται <<δια του Υιού>>, κάτι που οι Λατίνοι θα μπορούσαν να το εκλάβουν ως <<εκ του Υιού>>. Το θέμα των πρωτείων της Ρώμης , που οι επίσκοποι της διεκδικούσαν την υπέρτατη εξουσία έναντι όλων των εκκλησιών, ήταν ένα άλλο σημαντικό θέμα.  Με την ένωση θα υποτάσσονταν οι πατριάρχες του Βυζαντίου στη Ρώμη, κάτι που θα σήμαινε την κατωτερότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας που πάντα πρέσβευε την ανατολική θεωρία της Πενταρχίας των Πατριαρχείων. Και στο θέμα αυτό φαινόταν ότι οι Βυζαντινοί θα μπορούσαν να αναγνωρίσουν μια υπεροχή της Ρώμης. Οι λόγοι της υποχώρησης τους έχουν  να κάνουν με το ότι ο χρόνος περνούσε και έπρεπε κάπου να καταλήξουν, συν το γεγονός ότι κανείς δεν ήθελε να πάρει την ευθύνη της αποτυχίας, ενώ και οι πιέσεις ήταν έντονες και οι συνθήκες διαβίωσής τους  ήταν άσχημές.
               Στις 6 Ιουλίου 1439, όταν διαβάστηκε μεγαλόφωνα ο Όρος της Συνόδου και στα λατινικά και στα ελληνικά, οι Εκκλησίες ενώθηκαν επίσημα σε μια Πίστη. Το κείμενο άρχιζε με τη φράση στα λατινικά <<Ας χαρούν οι ουρανοί>> και έφερε τις υπογραφές πρώτου από όλους του Πάπα, του αυτοκράτορα, και όλων των Λατίνων και Βυζαντινών επισκόπων εκτός από του Μάρκου Ευγενικού που αρνήθηκε την υπογραφή  του πατριάρχη Ιωσήφ που στο μεταξύ είχε πεθάνει.
               Η επιστροφή  της αντιπροσωπείας στην Βασιλεύουσα το Φεβρουάριο του 1440,θα επιφύλασσε μια έκπληξη για τον αυτοκράτορα και τους υπέρμαχους της ένωσης. Κλήρος και λαός, ενωμένοι ήταν σφόδρα αντίθετοι στην ένωση ενώ οι διαμαρτυρίες και οι σκληροί χαρακτηρισμοί όπως <<προδότες>>, <<αιρετικοί>>, εκτοξεύονταν για αυτούς που υπέγραψαν την ένωση. Το μόνο τελικά που είχε επιτευχθεί ήταν η  μεταφορά τη πικρίας και της διχόνοιας μέσα στην πόλη που πέθαινε. Ο επίσκοπος Μάρκος Ευγενικός αναδεικνύεται σε ηγετική μορφή των Ανθενωτικών, ενώ ο εμφύλιος διχασμός είναι απόλυτος. Ο αδερφός του αυτοκράτορα εκμεταλλεύεται πολιτικά το διχασμό, αρνείται την ένωση και κάνει με την υποστήριξη των Τούρκων αποτυχημένο πραξικόπημα. Τελικά ο πάπας θα ανταποκριθεί στο αίτημα για βοήθεια πρωτοστατώντας στην οργάνωση νέας σταυροφορίας που όμως θα αποτύχει (Βάρνα, 1444)
             Όταν αυτοκράτορας έγινε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, προσπάθησε με επιδέξιους χειρισμούς, να γεφυρώσει το χάσμα των δυο πλευρών. Ηγέτης των Ανθενωτικών ήταν τώρα ο Γεώργιος Σχολάριος.  Οι Τούρκοι ήταν έξω από τα τείχη, η ανάγκη για βοήθεια επιτακτική όσο ποτέ άλλοτε, οι πιέσεις του Πάπα ισχυρές και οι εκδηλώσεις και αντιδράσεις των Ανθενωτικών το ίδιο έντονες. Στις 12 Δεκεμβρίου του 1452 θα γίνει στην Αγία Σοφία συλλειτουργία  Ορθόδοξων και Καθολικών που δεν μετέβαλλε την κατάσταση ούτε καταλάγιασε την ένταση.  Ο Κωνσταντίνος, χάρη στο κύρος του , προσπαθούσε να ισορροπήσει τις αντίρροπες καταστάσεις, κρίνοντας ότι την δεδομένη στιγμή εκείνο που είχε σημασία ήταν η υπεράσπιση της  Πόλης. Και αυτό έκανε μέχρι την τελευταία στιγμή…

             Η ίδια η Ένωση θα αποδεχτεί κενό γράμμα και ουσιαστικά δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Μετά την άλωση, γύρω στο 1480, σε σύνοδο που θα πραγματοποιηθεί στο πατριαρχικό ναό της Παμμακαρίστου, με τη συμμετοχή αντιπροσώπων και από τα αλλά τρία πατριαρχεία της Ανατολής, η σύνοδος της Φερράρας-Φλωρεντίας θα κριθεί αντικανονική και οι αποφάσεις της άκυρες.
                                                                                
                                                                       Θάνος Δασκαλοθανάσης





  Τζούντιθ Χέριν   - τα αποτελέσματα της συνόδου

            Η σπουδαία βυζαντινολόγος σε διάλεξή της για τη σύνοδο της Φερράρας -Φλωρεντίας και τα αποτελέσματά της τονίζει:

          Αν και, φαινοµενικά, η επιτυχία της ήταν µεγάλη, εντούτοις ο σκοπός της –η Ένωση µεταξύ Ανατολικής και ∆υτικής Εκκλησίας – δεν επετεύχθη. Γιατί;
         Το 1438, ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ Παλαιολόγος προσέβλεπε στην Ένωση της Ορθόδοξης µε την Ρωµαιοκαθολική Εκκλησία για έναν στρατηγικό σκοπό: να προσελκύσει στρατιωτική βοήθεια από την ∆ύση, προκειµένου να σωθεί από τους Οθωµανούς η Βυζαντινή Αυτοκρατορία – ή µάλλον ό,τι είχε αποµείνει από αυτήν. Θα έπρεπε όµως να γνωρίζει ότι µια τέτοια Ένωση θα µεγάλωνε την εξουσία του Πάπα και θα ελάττωνε την εξουσία του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης και, κατά φυσική συνέπεια, θα υπέτασσε την Ανατολική Εκκλησία στην δύναµη της Ρώµης.

         Εντούτοις, οι πιθανές θεολογικές και εκκλησιολογικές συνέπειες δεν ήταν ο σηµαντικότερος παράγοντας αποτυχίας στην Φερράρα και την Φλωρεντία. Ο καθοριστικός παράγοντας ήταν η ίδια η αρνητική γνώµη και η καχυποψία όλου του απλού λαού της Κωνσταντινούπολης και του χαµηλότερου, ιεραρχικά, ορθόδοξου κλήρου και των µοναχών απέναντι στην ∆ύση, η οποία χρονολογείται δύο και πλέον αιώνες πρωτύτερα, στο 1204, έτος κατάληψης της Κωνσταντινούπολης από τους χριστιανούς Σταυροφόρους. Η ανάµνηση των τροµερών ιεροσυλιών, σφαγών και λεηλασιών από τους χριστιανούς αδελφούς Σταυροφόρους το 1204 και µέχρι το 1261 υπερίσχυσε πλήρως στην συνείδηση του βυζαντινού λαού. Έτσι, δύο αιώνες αργότερα, την εποχή της Συνόδου, οι Λατίνοι δεν θεωρούνταν χριστιανοί, αλλά εχθροί και ξένοι, οι οποίοι κατέστρεψαν µεγάλο µέρος του ορθόδοξου «µωσαϊκού» της Πόλης, αλλά και του ίδιου του Βυζαντίου.

         Γι’ αυτό και η οθωµανική νοµοθεσία µετά την Άλωση της Πόλης, που επέτρεψε την θρησκευτική ελευθερία των Ελλήνων υπηκόων, ευνόησε ακόµη περισσότερο το αντιλατινικό µίσος του βυζαντινού λαού και των ανώτερων κληρικών της Εκκλησίας, όπως συνοψίζεται στην γνωστή ρήση: «καλύτερα τουρκικό τουρµπάνι, παρά λατινική τιάρα». Φυσικά, αν οι δυτικές δυνάµεις είχαν σπεύσει τότε να απωθήσουν τους Οθωµανούς πολιορκητές, σεβόµενοι τους Βυζαντινούς ως συµµάχους, η ανωτέρω ρήση θα είχε τροποποιηθεί. Καθώς οι Οθωµανοί κύκλωναν, πια, την Πόλη, την άνοιξη του 1453, οι κάτοικοι της Βασιλεύουσας και ο Αυτοκράτορας Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος εναπόθεσαν την ζωή τους στα χέρια του Θεού, στην βοήθεια των Ιταλών κατοίκων της Πόλης και των µισθοφορικών δυνάµεων, για να πολεµήσουν και να πεθάνουν όλοι µαζί ηρωικά, το πρωινό της Άλωσης, την 29η Μαΐου 1453.

         Παρά την τελική αποτυχία ως προς τον σκοπό της, η Σύνοδος είχε άλλες σηµαντικές θετικές προεκτάσεις. Αυξήθηκε πολύ το ενδιαφέρον για την λατινική µετάφραση και επιµέλεια πρώιµων ελληνικών χριστιανικών έργων, ενώ, έργα του Βαρλαάµ, του Νικόλαου Καβάσιλα και του Μεγάλου Φωτίου, Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης, µελετήθηκαν εκ νέου. Το έργο του Πλήθωνα ενθάρρυνε το ανθρωπιστικό ενδιαφέρον για τα πλατωνικά έργα και τις λατινικές τους µεταφράσεις. Τέλος, το ενδιαφέρον του Βησσαρίωνα για την επιστήµη και τα µαθηµατικά, ιδίως δε για τα θεωρήµατα του ∆ιόφαντου και τον Στράβωνα, ενέπνευσε πολλούς φηµισµένους ανθρωπιστές, µελετητές και µαθηµατικούς. Όλα αυτά αναδεικνύουν τον πολυδιάστατο ρόλο που διαδραµάτισε η Σύνοδος Φερράρας-Φλωρεντίας. Αυτή η συνάντηση Ανατολής και ∆ύσης αποτελεί µια µνηµειώδη στιγµή στην ιστορία των Ανατολικών Σπουδών και φαίνεται να άγγιξε σχεδόν κάθε πολιτιστική προσπάθεια στην Ιταλία: από την Κλασική Φιλολογία µέχρι τα Μαθηµατικά και από την Φιλοσοφία µέχρι την Τέχνη.


π. Ζησης - ακτινες Τὸ παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Μαξίμου καὶ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ ΑΠΟΤΕΙΧΗΣΗ



Θὰ παραθέσω δύο μόνο μαρτυρίες ἐπιφανῶν Ἁγίων, Πατέρων, Διδασκάλων καὶ Ὁμολογητῶν, γιὰ νὰ φανεῖ ποῦ εἶναι Ἐκκλησία καὶ ποιοί φεύγουν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, ὥστε οἱ μὲν αἱρετίζοντες Οἰκουμενισταὶ νὰ κλείσουν τὰ ἀπύλωτά τους στόματα καὶ τὴν τρομοκράτηση τῶν ἀγνοούντων μὲ τὸ φόβητρο τοῦ σχίσματος, οἱ δὲ ἡμέτεροι ὀπαδοὶ τῆς σιγῆς καὶ τοῦ ἐφησυχασμοῦ νὰ σκεφθοῦν καλύτερα καὶ νὰ ἐνεργήσουν τολμηρότερα καὶ πατερικώτερα, νὰ φοβοῦνται ὄχι τὴν ἀπομόνωση ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὴν ἀπομόνωση ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς Ἁγίους. Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητὴς τὸν 7ο αἰώνα, ἁπλὸς μοναχός, ἀλλὰ λόγῳ τῆς τεράστιας μόρφωσης καὶ τοῦ θεϊκοῦ φωτισμοῦ ὑπεροχώτερος καὶ ὑψηλότερος πολλῶν πατριαρχῶν καὶ ἐπισκόπων[2], ἐσήκωσε σχεδὸν μόνος τὸ βάρος τῆς ἀντίδρασης ἀπέναντι στὴν αἵρεση τοῦ Μονοθελητισμοῦ, ἡ ὁποία εἶχε καταλάβει ὅλα τὰ πατριαρχεῖα, γιὰ κάποιο διάστημα καὶ τὴν Ἐκκλησία τῆς Ρώμης, ὅπως τώρα ἡ παναίρεση τοῦ Οἰκουμενισμοῦ ἔχει καταλάβει τὴν πλειονότητα τῶν τοπικῶν ἐκκλησιῶν μὲ συνοδική του κατοχύρωση στὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης. Ἀκόμη καὶ οἱ αὐτοκράτορες εἶχαν πεισθῆ ὅτι γιὰ νὰ ἐπικρατήσει εἰρήνη καὶ ἑνότητα καὶ στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸ κράτος ἔπρεπε νὰ παύσει νὰ ἀντιδρᾶ ὁ Ἅγιος Μάξιμος, τὴν θεολογικὴ γραμμὴ τοῦ ὁποίου ἀκολουθοῦσε μεγάλο μέρος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πληρώματος. Ἔπρεπε εἴτε μὲ τὴν πειθὼ εἴτε μὲ τὴν βία νὰ δεχθεῖ τὸ συμβιβαστικὸ καὶ διπλωματικὸ κείμενο τοῦ «Τύπου», ὅπως ὀνομάσθηκε τὸ ἔγγραφο ποὺ ἑτοίμασαν οἱ θεολόγοι τοῦ αὐτοκράτορος Κώνσταντος Β´, ἐγγονοῦ τοῦ Ἡρακλείου, στὶς αὐλὲς τῶν ἀνακτόρων καὶ τοῦ Πατριαρχείου, σὰν τὰ διπλωματικὰ κείμενα ποὺ ἑτοίμασε ἡ ψευδοσύνοδος τῆς Κρήτης, γιὰ νὰ ἑνωθοῦμε τώρα ὄχι μὲ μία αἵρεση ἀλλὰ συλλήβδην μὲ ὅλους τοὺς αἱρετικούς. Οἱ ἐπίσκοποι τῆς τότε διπλωματικῆς θεολογίας σταλμένοι ἀπὸ τὸν πατριάρχη στὸν τόπο φυλακίσεως τοῦ Ἁγίου Μαξίμου προσπαθοῦσαν νὰ τὸν ἐκφοβίσουν ὅτι μὲ τὴν ἄκαμπτη καὶ ἀνυποχώρητη στάση του ἀπέναντι σὲ ὅ,τι ἀποφάσισαν ὅλες οἱ τοπικὲς ἐκκλησίες, μὲ τὴν διακοπὴ κοινωνίας, βγάζει τὸν ἑαυτό του ἐκτὸς Ἐκκλησίας, φεύγει ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Εἶναι παραδειγματικὴ καὶ καθοδηγητικὴ διαχρονικὰ ἡ ἀπάντηση τοῦ Μεγάλου Θεολόγου καὶ Ὁμολογητοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δὲν βρίσκεται ἐκεῖ ποὺ βρίσκονται αὐτοὶ οἱ ὁποῖοι τὴν διοικοῦν, οἱ πατριάρχες, οἱ ἐπίσκοποι, οἱ σύνοδοι, ἀλλὰ ἐκεῖ ποὺ ὑπάρχει ἡ σωτήρια ὁμολογία τῆς πίστεως. Τὶς συνόδους δὲν τὶς νομιμοποιεῖ ὁ συγκαλῶν καὶ οἱ συγκαλούμενοι, ἀλλά «ἡ τῶν δογμάτων ὀρθότης». Παραθέτουμε τὸ ἡρωϊκὸ ὁμολογητικὸ κείμενο: «Ἔφασκον δ᾽ οἱ ἀφιγμένοι πρὸς τοῦ πατριάρχου ἐστάλθαι· οἳ καὶ ταῦτα, ὡς εἶχον, προὔτειναν τῷ ἁγίῳ· “Ποίας εἶ, φασίν, ὦ οὗτος, Ἐκκλησίας;”. Αὐτοῖς γὰρ τοῖς ἐκείνων χρήσομαι ρήμασι· “Βυζαντίου, Ρώμης, Ἀντιοχείας, Ἀλεξανδρείας, Ἱεροσολύμων; Ἰδοὺ πᾶσαι μετὰ τῶν ὑπ᾽ αὐτὰς ἐπαρχιῶν ἡνώθησαν. Εἶ τοίνυν εἶ τῆς Καθολικῆς καὶ αὐτὸς Ἐκκλησίας, ἑνώθητι, μήπως ξένην ὁδὸν τῷ βίῳ καινοτομῶν, πάθῃς ἅπερ οὐ προσδοκᾶς”. Πρὸς οὓς ὁ μακάριος πῶς ἂν εἴποις ἐπικαίρως καὶ συνετῶς ἀποκρίνεται: “Καθολικὴν Ἐκκλησίαν, τὴν ὀρθὴν καὶ σωτήριον τῆς πίστεως ὁμολογίαν, ὁ Κύριος εἶναι εἰπών, ἐπὶ τούτῳ καὶ Πέτρον καλῶς ὁμολογήσαντα, ἐμακάρισεν”»[3]. Σὲ ἄλλο σημεῖο τῆς ἀνακρίσεως, λόγου γενομένου περὶ συνόδων καὶ περὶ τῆς κανονικῆς ἢ μὴ κανονικῆς συγκλήσεώς τους, ὁ Ἅγιος Μάξιμος ἔθεσε τὸ οὐσιαστικὸ κριτήριο γιὰ νὰ θεωρηθεῖ μία σύνοδος ὀρθόδοξη. Εἶπε ὅτι ὁ εὐσεβὴς κανόνας τῆς Ἐκκλησίας θεωρεῖ ἅγιες καὶ ἔγκυρες συνόδους ἐκεῖνες ποὺ χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὴν ὀρθότητα τῶν δογμάτων: «Ἐκείνας οἶδεν ἁγίας καὶ ἐγκρίτους συνόδους ὁ εὐσεβὴς τῆς Ἐκκλησίας κανὼν ἃς ὀρθότης δογμάτων ἔκρινεν»[4]. Στὴν κατηγορία ὅτι μὲ τὴ στάση του προκαλεῖ σχίσμα, ὅπως κατηγοροῦν καὶ ἐμᾶς τώρα, ὅσους ἀπορρίπτουμε τὴν ψευδοσύνοδο τῆς Κρήτης, ἀπήντησε λέγοντας μὲ ἐρωτηματικὸ λόγο: «Ἂν αὐτὸς ποὺ λέγει ὅσα διδάσκουν ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ οἱ Πατέρες σχίζει τὴν Ἐκκλησία, τί θὰ ἀποδειχθεῖ ὅτι διαπράττει εἰς βάρος τῆς Ἐκκλησίας αὐτὸς ποὺ ἀναιρεῖ τὰ δόγματα τῶν Ἁγίων, ἄνευ τῶν ὁποίων δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρξει ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία;»[5].

Οι ορθόδοξες ρίζες της Δύσης ως παράγοντας πανευρωπαϊκής ενότητας



Στον απόηχο των πανηγυρικών εορτασμών της επετείου των 1700 χρόνων από το Διάταγμα των Μεδιολάνων. Συμβολή στον εορτασμό της μνήμης των αγίων Ισαποστόλων και Φωτιστών των Σλάβων Κυρίλλου και Μεθοδίου (11 Μαΐου).
 
ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΟ ΑΤΟΜΟ Θ. Ι. Ρηγινιώτης

Ο άθρησκος χαρακτήρας που έχει λάβει η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι απολύτως αντίθετος με τις χριστιανικές πνευματικές ρίζες της Ευρώπης.
Ο χαρακτήρας αυτός (που εμφορείται και από ένα «αμυντικό» πνεύμα, οδηγώντας π.χ. στη δράση πολιτικών ομάδων για τον αποκλεισμό της θρησκείας από τη δημόσια ζωή, ενώ παρατηρούνται και άφθονα φαινόμενα «χριστιανοφοβίας» σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες, δηλ. ρατσιστικής συμπεριφοράς προς ανθρώπους που εκφράζουν δημόσια τις χριστιανικές πεποιθήσεις τους) οφείλεται κατά κύριο λόγο στα αθεράπευτα τραύματα των δυτικών κοινωνιών από τους εκπροσώπους της χριστιανικής θρησκείας, που κυριάρχησαν σ’ αυτές τα τελευταία χίλια χρόνια. Ο φρικτός Μεσαίωνας, αλλά και η Αποικιοκρατία, οι θρησκευτικοί πόλεμοι, ο ηθικισμός και πλείστα άλλα πόνεσαν και πονούν το δυτικοευρωπαίο τόσο, ώστε τον ανάγκασαν να πετάξει από πάνω του τη χριστιανική θρησκεία σαν βαρύ πάπλωμα.

Δε γνωρίζει ωστόσο ο δυτικοευρωπαίος αδελφός μας ότι όλες οι εκδοχές του χριστιανισμού που κυριάρχησαν στο δυτικοευρωπαϊκό κόσμο τα τελευταία χίλια χρόνια, τόσο στο ρωμαιοκαθολικό χώρο όσο και στον προτεσταντικό, είναι αιρετικές και συνιστούν εκτροπή από την αυθεντική διδασκαλία και ζωή της Εκκλησίας που ίδρυσε ο Ιησούς Χριστός, σε όλα τα βασικά σημεία της (1).
Η εκτροπή αυτή δεν είναι θεωρητική: ο Θεός εξελήφθη ως σκληρός δυνάστης, ο άνθρωπος υποτιμήθηκε και εκμηδενίστηκε, αποκλείστηκε από τη δυνατότητα ένωσης με το Θεό (που συνιστά τη σωτηρία και αυτό ήρθε να πραγματοποιήσει ο Χριστός) και θεωρήθηκε υπόδικος απέναντί Του, η Εκκλησία διαχωρίστηκε από το λαό και ανέλαβε απόλυτη εξουσία επί του ανθρώπου και ο πάπας επί της Εκκλησίας. Ο Μεσαίωνας με όλη την παθολογία του συνιστά προϊόν αυτών των εκτροπών, που οι συνέπειές τους συνεχίζονται ώς σήμερα.

Είναι αυτονόητο πως η διδασκαλία του Ιησού Χριστού για την αγάπη στον πλησίον δεν έχει σχέση με το φανατισμό, τη σκληρότητα, τον ευσεβισμό και τον ηθικισμό, που γνωρίζουν οι δυτικοευρωπαίοι ως χαρακτηριστικά της χριστιανικής θρησκευτικότητας. Δε γνωρίζουν όμως – αν και κάποιοι σιγά σιγά το ανακαλύπτουν – ότι η αυθεντική, αρχέγονη Εκκλησία που ίδρυσε Εκείνος, η Εκκλησία των φτωχών αποστόλων και των μαρτύρων, των πνευματικών αγωνιστών και των ανοιχτόμυαλων διδασκάλων της αγάπης, ποτέ δεν έπαψε να υπάρχει. Υπήρχε και υπάρχει σε απόσταση μιας ανάσας από τα σπίτια τους. Είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία.

Επηρεασμένοι από τις κρίσεις προκατειλημμένων μελετητών, κυρίως παλαιότερων, για τον ιστορικό χώρο της Ορθοδοξίας, πιθανόν οι περισσότεροι δυτικοευρωπαίοι ταυτίζουν την Ορθοδοξία με βυζαντινές αυτοκρατορικές ραδιουργίες ή με την τσαρική φεουδαρχία. Όμως η Ορθοδοξία δεν ταυτίζεται καθόλου με αυτά – αντίθετα, οι πραγματικοί άγιοι ορθόδοξοι διδάσκαλοι αγωνίστηκαν ενάντια στην αδικία και την καταπίεση, απ’ όπου κι αν προερχόταν. Η Ορθοδοξία επίσης δεν ταυτίζεται με κάποιο πλούσιο και ισχυρό εκκλησιαστικό κατεστημένο, που διαχειρίζεται την πίστη και τη δεισιδαιμονία των ανθρώπων. Είναι ο λαός του Θεού, το Σώμα του Χριστού, στο οποίο όλοι οι άνθρωποι, κληρικοί και λαϊκοί, άντρες και γυναίκες, παιδιά και ενήλικες, πλούσιοι και φτωχοί, μορφωμένοι και αγράμματοι, άρχοντες και εργάτες, ακόμη και ενάρετοι και αμαρτωλοί, γενναίοι και δειλοί, πιστοί και άπιστοι, είναι προσκεκλημένοι ισότιμα να ενωθούν με το συνάνθρωπο, με τον Ιησού Χριστό, με τον Τριαδικό Θεό και κατ’ επέκτασιν με όλα τα όντα, και να φτάσουν (ενώ ακόμη ζουν, όχι απλώς «μετά θάνατον») στην τελειότερη δυνατή πνευματική κατάσταση: να γίνουν κατά χάριν θεοί, δηλαδή άγιοι, και να βασιλεύσουν μαζί με το Χριστό στην αιώνια Βασιλεία Του.

Πρόκειται για ένα τρόπο ζωής, που, όταν ακολουθείται με σοβαρότητα και συνέπεια, οδηγεί τον άνθρωπο στη θεραπεία της ψυχής του από τα πάθη (δηλαδή από ό,τι του προκαλεί εξάρτηση) και την εγκατάσταση μέσα του της ταπεινής και ανιδιοτελούς αγάπης προς όλους τους ανθρώπους και προς όλα τα όντα. Όλα τα στοιχεία που περιέχει αυτός ο τρόπος ζωής, όπως η εξομολόγηση, η θεία κοινωνία, η προσευχή, η νηστεία, αλλά και η άσκηση των αρετών, υπάρχουν για να βοηθήσουν τον άνθρωπο να βαδίσει αυτό το δρόμο, το δρόμο που δίδαξε ο Χριστός.

Ιστορικά, εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κάθε εποχής έχουν προοδεύσει πνευματικά σ’ αυτή την πορεία και έχουν γίνει άγιοι. Βέβαια, ακόμη και στους παραδοσιακά ορθόδοξους λαούς δεν ακολουθούν αυτή την πορεία όλοι οι άνθρωποι. Ιδιαίτερα στην εποχή μας, που τα ιδεολογικά ρεύματα της Δύσης πνέουν και στα μέρη μας, η πνευματική σύγχυση εξαπλώνεται ολοένα και περισσότερο ακόμη και στις χώρες μας. Όμως η πορεία αυτή αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο του πολιτισμού μας και ακολουθείται ακόμη και σήμερα από πολλούς – μάλιστα, ανακαλύπτεται από ολοένα και περισσότερους.
  Σημαντικοί άγιοι διδάσκαλοι του 20ού αιώνα, αλλά και ορθόδοξοι διανοητές (από τον άγιο Ιωάννη Μαξίμοβιτς ώς το γέροντα Σωφρόνιο του Essex κι από τους πατέρες και πανεπιστημιακούς Γεώργιο Φλωρόφσκι και Ιωάννη Ρωμανίδη ώς τον π. Νικόλαο Λουδοβίκο κ.ά. – παρακάτω θα αναφέρουμε ορισμένους από δυτικές χώρες), έχουν πλουτίσει την πρόσφατη βιβλιογραφία με εξαίρετα έργα, που μπορούν πλέον να κατατοπίσουν τον αναγνώστη για τον αυθεντικό χαρακτήρα της Ορθοδοξίας.

Στη δυτική Ευρώπη, η απελευθέρωση από τη θρησκεία μοιραία δεν συνοδεύτηκε από κάποια ηθική πρόοδο, ούτε φυσικά από την κατάκτηση της ευτυχίας. Ακόμη και σήμερα τον κόσμο τον κυβερνούν οι ισχυροί του χρήματος, ενώ ο λαός είναι βυθισμένος στην απελπισία και την εξαθλίωση, αν και με διαφορετικό τρόπο απ’ ό,τι την εποχή της φεουδαρχίας ή, αργότερα, της βιομηχανικής επανάστασης. Και, αναζητώντας υποκατάστατα στο πνευματικό κενό που άφησε ο εξοβελισμός της θρησκείας, καταφεύγει σε νέα «όπια», όπως η γιόγκα, ο οικολογικός και κοινωνικός ακτιβισμός, οι πολιτισμικές εκδηλώσεις, τα καλλιτεχνικά προγράμματα, η τηλεόραση και το διαδίκτυο και τα καταναλωτικά αγαθά υψηλής τεχνολογίας (κοινώς, gadgets). Το αίτημα για ελευθερία και δικαιοσύνη εξακολουθεί να ταλανίζει τη δυτική Ευρώπη, ακριβώς όπως την εποχή του Διαφωτισμού.
***

Όπως ο δυτικοευρωπαίος δεν υποψιάζεται ότι ο χριστιανισμός που γνώρισαν οι μεσαιωνικοί πρόγονοί του είναι ένα μωσαϊκό αιρέσεων, όμοια δεν υποψιάζεται ότι σε παρελθόν παλαιότερο των χιλίων ετών (πριν το Μεγάλο Σχίσμα του 1054) η δυτική Ευρώπη ήταν μια ορθόδοξη χριστιανική ήπειρος.

Πολλοί σήμερα λένε πως με τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μοιραζόμαστε μια κοινή θρησκευτική κληρονομιά των πρώτων χιλίων ετών του χριστιανισμού. Δυστυχώς, δε μπορώ να συμφωνήσω. Αν και είναι αυτονόητο ότι στο ρωμαιοκαθολικό χώρο (όπως και σε όλες τις θρησκείες) έχουν αναδειχθεί πολλές αξιέπαινες προσωπικότητες, γεμάτες ειλικρίνεια και αγάπη, η αλήθεια είναι ότι η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αποτελεί την απόρριψη και αναίρεση των αυθεντικών χριστιανικών καταβολών. Η Ορθοδοξία όντως διαθέτει κοινή θρησκευτική παράδοση με τη δυτική Ευρώπη των πρώτων δέκα χριστιανικών αιώνων, αλλά η νεώτερη δυτική Ευρώπη δεν ακολούθησε αυτή την παράδοση.

Οι δυτικοί ευρωπαϊκοί λαοί έχουν στο παρελθόν τους εκατοντάδες αγίους, ασκητές, μάρτυρες, πνευματικούς αγωνιστές και διδασκάλους, που είναι ορθόδοξοι άγιοι, ασκητές, αγωνιστές κ.τ.λ. (2), η πνευματική κληρονομιά των οποίων αγνοήθηκε, όταν στο δυτικοευρωπαϊκό χώρο κυριάρχησε ο Καθολικισμός, μεταλλάσσοντας το χριστιανισμό, από οδό αγάπης, θεραπείας, αυτογνωσίας και αγιότητας, σε καταπιεστική δεισιδαιμονία.
Πανάγιον Ορθοδόξων ΑγίωνΓια τις ορθόδοξες ρίζες της Δύσης παραπέμπω ενδεικτικά και ταπεινά τον ελληνόφωνο αναγνώστη στα βιβλία του καθηγητή Γεωργίου Πιπεράκι Η εν Ορθοδοξία Ηνωμένη Ευρώπη, Επτάλοφος, Αθήνα 1997, και Πανάγιον Ορθοδόξων Αγίων, Η Μεταμόρφωσις του Σωτήρος, Μήλεσι 2006, στο βιβλίο του Χριστοφόρου Κομμοδάτου, επισκόπου Τελμησσού, Οι άγιοι των Βρεττανικών Νήσων, Αθήναι 1985, αλλά και στο Ιερομονάχου Δαμασκηνού, Πατήρ Σεραφείμ Ρόουζ, Η ζωή και τα έργα του, τόμ. Β΄, Μυριόβιβλος 2006, κεφ. 78, «Ορθόδοξες ρίζες στη Δύση», σελ. 520-543. Επίσης, τις ηλεκτρονικές διευθύνσεις Ορθόδοξοι άγιοι της Δύσης, Οι ορθόδοξοι άγιοι που ευαγγέλισαν τη δυτική Ευρώπη και τη Σκανδιναβία και Ορθόδοξοι άγιοι στις χώρες της Δύσης. Για τους αγγλόφωνους αναγνώστες προτείνω, επίσης ενδεικτικά, τους ιστότοπους oodegr.com/english/biographies, Orthodox England και Western Orthodox, αλλά και σχετικά αφιερώματα στο περιοδικό The Orthodox Word, τεύχη 64, 72 και 74 (μπορούν να αναζητηθούν εδώ).
Προβάλλει λοιπόν έντονο και επιτακτικό το αίτημα, όχι απλώς για ανακάλυψη από τους δυτικοευρωπαίους αδελφούς μας των αρχαίων χριστιανικών καταβολών τους, αλλά για επιστροφή τους σ’ αυτές.

Η επιστροφή αυτή είναι αναγκαία και επείγουσα, για σοβαρούς λόγους όπως:

Α) Η Ορθοδοξία αποτελεί την αυθεντική ευρωπαϊκή πνευματική κληρονομιά, αυτήν που θα προσφέρει στον Ευρωπαίο εσωτερική ειρήνη, αυτογνωσία και χαρά και θα γιατρέψει τις πληγές προσώπων και κοινωνίας. Ο διαρκής και ασυμβίβαστος αγώνας των αγίων Πατέρων και Διδασκάλων της Ορθοδοξίας υπέρ του πλησίον φανερώνει πως έχουμε να κάνουμε με ένα θησαυροφυλάκιο πνευματικής ενέργειας, που ωθεί σε δράση, αλλά δράση με κίνητρο την αγάπη και τη συγχώρηση (παρέχοντας και όλα τα μέσα για την κατάκτηση και καλλιέργειά τους), όχι το μίσος ή το αμείλικτο αίτημα για δικαιοσύνη ή τη δίψα για εκδίκηση.

Β) Ανεξάρτητα από τις πεποιθήσεις του καθενός, πρέπει να διαβεβαιώσουμε με επίγνωση και εντιμότητα ότι η Ορθοδοξία αποτελεί το δρόμο της ένωσης του ανθρώπου με το Θεό διά του Χριστού – ένωσης που συνιστά και την ένωση αγάπης των ανθρώπων μεταξύ τους και με ολόκληρη τη δημιουργία του Θεού (όλα τα όντα). Αυτό που αναζητά σήμερα ο δυτικός άνθρωπος στον πανθεϊσμό των αυτοχθόνων της Αμερικής ή των σαμάνων ή στις μυστικιστικές πρακτικές του βουδισμού και του ινδουισμού (την αρμονία με τον εαυτό του και με το σχεδόν κατεστραμμένο από τον πολιτισμό του φυσικό περιβάλλον, το να γίνει «ένα με τα πλάσματα»), είναι η καρδιά της ίδιας της δικής του πνευματικής παράδοσης, εγκαταλελειμμένης από αιώνες, που όμως ακριβώς δίπλα του – στις ορθόδοξες χώρες – δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ. Για να είμαστε ακριβείς, δεν εγκαταλείφθηκε ποτέ εντελώς, γιατί οι κοινωνίες μας έχουν υποστεί σοβαρές ήττες από το δυτικό (πνευματικό κυρίως) επεκτατισμό και οι απώλειές μας είναι βαριές. Αλλά, δόξα τω Θεώ, ακόμη ζούμε και στους δρόμους των πόλεών μας, στα χωριά μας, στα δάση και στα μοναστήρια μας κυκλοφορούν άγιοι και αγίες.

Γ) Η πραγματικά κοινή χριστιανική παράδοση όλης της Ευρώπης, η Ορθοδοξία, είναι ο ενοποιητικός παράγοντας των ευρωπαϊκών λαών Ανατολής και Δύσης. Η Ορθοδοξία ενώνει τους λαούς της ανατολικής Ευρώπης και αποτελεί τον πολυτιμότερο θησαυρό μας. Αυτή μας ενώνει και με τους λαούς της Δύσης. Χωρίς την Ορθοδοξία, κατ’ ουσίαν – ας μου επιτραπεί να το πω – δύσκολα θα βρούμε συνδετικούς κρίκους με τη Δύση. Η ιστορία των τελευταίων αιώνων μας χωρίζει από τη Δύση (και χωρίζει και τους δυτικούς λαούς από τις ηγεσίες τους, αλλά και τους μη ευρωπαϊκούς λαούς από τους Ευρωπαίους αποικιοκράτες), ενώ η Ορθοδοξία μας συνδέει.
***
Προ ετών, ο πάπας Ιωάννης Παύλος Β΄ ανακήρυξε προστάτες αγίους της Ευρώπης τους ορθόδοξους αγίους Κύριλλο και Μεθόδιο και τον (επίσης ορθόδοξο) δυτικό άγιο Βενέδικτο της Νουρσίας (14 Μαρτίου).
Στην πραγματικότητα, ως ορθόδοξους χριστιανούς, η πράξη αυτή (και οποιαδήποτε πράξη) του αρχηγού της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας δε μας αφορά καθόλου. Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία δεν ανήκει στην ίδια παράδοση με μας, αλλά, αντίθετα, συνιστά την άρνηση αυτής της παράδοσης, της ίδιας της αρχέγονης και αυθεντικής χριστιανικής ευρωπαϊκής παράδοσης (η οποία είναι και παγκόσμια παράδοση, καθώς περιλαμβάνει μεγάλο μέρος των ασιατικών και αφρικανικών λαών, που ανέδειξαν πλήθος ορθόδοξων αγίων, μαρτύρων και διδασκάλων, ιδίως πριν την κατακτητική εξάπλωση του Ισλάμ αλλά και πριν την επικράτηση του μονοφυσιτισμού σε αρκετές χώρες, δηλ. των λεγόμενων «Oriental Orthodox Churches»).

Ιδέες και πρακτικές των Φράγκων και, στη συνέχεια, του Καθολικισμού, έχουν καταδικαστεί ως αιρετικές από τις εκκλησιαστικές συνόδους του 879-880 και του 1341 (που από κάποιους θεωρούνται 8η και 9η Οικουμενικές Σύνοδοι ["Ν": σχετική μελέτη εδώ]), ενώ ευθεία και αναλυτική καταδίκη των παπικών αιρέσεων συναντούμε στη Σύνοδο των Πατριαρχείων της Ανατολής του 1848, και βέβαια σε πλήθος μεμονωμένων αγίων Πατέρων και Διδασκάλων της Ορθοδοξίας, από τον άγιο Μάρκο Εφέσου ώς το σύγχρονο άγιο Ιουστίνο Πόποβιτς (ακόμη και δυτικούς, όπως οι πάπες Ιωάννης Η΄, που συμμετείχε στη Σύνοδο του 879-880, και Λέων Γ΄). Συνεπώς, δεν τίθεται θέμα μήπως ο Καθολικισμός «δεν αποτελεί αίρεση». Αλλά το πράγμα αποκαλύπτεται και διά της κοινής λογικής: μια απλή σύγκριση της ιστορίας του Καθολικισμού με το Ευαγγέλιο (με φωτεινές εξαιρέσεις, επαναλαμβάνω) αρκεί για να φανερώσει το μεγάλο χάσμα που τα χωρίζει.

Παρόμοια ισχύουν και για τον προτεσταντικό χώρο και φυσικά για το χώρο των πεντηκοστιανών και των λεγόμενων «αναγεννημένων» ή «χαρισματικών χριστιανών» (ομάδων που πέφτουν σε έκσταση και πιστεύουν ότι «το Άγιο Πνεύμα» μπαίνει μέσα τους και τους οδηγεί σε διάφορες προφητικές και θαυματουργικές καταστάσεις), με τον οποίο σχεδόν τίποτε κοινό δε μοιραζόμαστε, εκτός από την επίκληση κάποιας πίστης στο Χριστό (3).

Με όλους τους ανωτέρω η Ορθοδοξία διεξάγει διάλογο, για να βοηθήσει στην αυτοσυνειδησία τους και την ανακάλυψη από πλευράς τους του θησαυρού που οι πρόγονοί τους κάποια στιγμή έχασαν και, στη συνέχεια, λησμόνησαν.

Ωστόσο, το αίτημα για επιστροφή του δυτικοευρωπαίου στις ορθόδοξες ρίζες του δεν σημαίνει καθόλου μια επιστροφή του «σε μας», στην «ορθόδοξη αγκαλιά μας», γιατί κι εμείς χρειαζόμαστε μια παρόμοια επιστροφή εις Χριστόν. Σημαίνει ακριβώς αυτό που είπαμε προηγουμένως: μια επιστροφή στον εαυτό του. Η Δύση ανακάλυψε τα δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη, κάθε ηλικίας, φύλου, μορφωτικού και οικονομικού επιπέδου, ακόμη και τα δικαιώματα των ζώων, των φυτών και του ίδιου του πλανήτη (πράγματα, για τα οποία συχνά εμπνέεται από την παγανιστική ή πανθεϊστική κουλτούρα αλλότριων πολιτισμών), αλλά δεν ανακάλυψε τον τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος θα υπερβεί τα πάθη του και θα σεβαστεί στην πράξη τα ανωτέρω δικαιώματα (του άλλου), ούτε το δρόμο που, μέσα από αυτό το σεβασμό, οδηγεί τον άνθρωπο στο θείο προορισμό του. Φυσικά δε γνωρίζει τις δικές της πηγές έμπνευσης γι’ αυτά τα θέματα, που θα μπορούσαν να την καθοδηγήσουν, και που είναι οι βίοι και η διδασκαλία των δικών της αρχαίων αγίων, της ενιαίας και Ορθόδοξης – δυτικής, με ιδιαίτερα πολιτισμικά χαρακτηριστικά, αλλά Ορθόδοξης – Εκκλησίας. Ανάλογη κρίση, όπως είπαμε, υφιστάμεθα ώς ένα βαθμό και εμείς, εκδυτικισμένοι και αλλοτριωμένοι.
Ο π. Πήτερ Γκίλκουιστ († 2012)
Τα τελευταία χρόνια εμφανίζονται στο δυτικό κόσμο αρκετοί πνευματικοί ερευνητές, που ανακαλύπτουν την αρχαία χριστιανική Εκκλησία, την Ορθοδοξία, και βρίσκουν το σθένος να ενταχθούν σ’ αυτήν. Ας αναφέρω ενδεικτικά τον Ισπανό φραγκισκανό μοναχό Παύλο ντε Μπαγεστέρ Κονβαλλιέρ (που δολοφονήθηκε στο Μεξικό, ως ορθόδοξος επίσκοπος πλέον, το 1984), το Γάλλο μοναχό π. Πλακίδα Deseille, το Γάλλο καθηγητή Πατρολογίας Ζαν Κλωντ Larcet (συγγραφέα του έργου Η θεραπευτική των πνευματικών νοσημάτων, όπου αναδεικνύει τον θεραπευτικό χαρακτήρα της Ορθοδοξίας), τον Άγγλο καθηγητή του πανεπιστημίου της Οξφόρδης και επίσκοπο Διοκλείας π. Κάλλιστο Ware, τον Ελβετό θεολόγο και μοναχό π. Γαβριήλ Bunge, τον Αμερικανό φιλόσοφο π. Σεραφείμ Ρόουζ, τον πολυπλάνητο πνευματικό αναζητητή Κλάους Κένεθ κ.π.ά. Φυσικά υπάρχουν χιλιάδες ακόμη, ενώ ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η περίπτωση μιας προτεσταντικής Ομολογίας στις ΗΠΑ, που επέστρεψε ομαδικά στην Ορθοδοξία τη δεκαετία του 1980, μαζί με τους ιερείς και τους επισκόπους της, μετά από προσεκτική έρευνα των αρχαίων πηγών του χριστιανισμού. Η ιστορία της καταγράφεται από τον επίσκοπό της π. Πήτερ Γκίλκουιστ στο βιβλίο του Καλώς ήλθατε στο σπίτι σας (Becoming Orthodox).

Αν και εκτός της Ευρώπης, ας αναφέρουμε ότι στη Λατινική Αμερική αυτή τη στιγμή παρατηρείται κίνηση προς την Ορθοδοξία εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, ιδιαίτερα στη Γουατεμάλα, προερχόμενων από τον Καθολικισμό και το «χαρισματικό κίνημα».

Αυτό είναι το μέλλον της Ευρώπης. Με μεγάλη αγάπη και σεβασμό προς όλους, οφείλω να ομολογήσω ότι εκτός της Ορθοδοξίας, ακόμη και στον ευγενέστερο αθεϊστικό ανθρωπιστικό ακτιβισμό ή στις περιπλανήσεις στους δρόμους του αρχαίου ευρωπαϊκού παγανισμού, της μαγείας και του ασιατικού μυστικισμού, μαίνεται η κόλαση: η προσωπική κόλαση της μοναξιάς, της απελπισίας, της κατάθλιψης, και η κοινωνική κόλαση της κυριαρχίας των νεοαποικιοκρατικών οικονομικών κολοσσών, που διαχειρίζονται τις τύχες των λαών όχι μόνο της ηπείρου, αλλά και ολόκληρου του πλανήτη μας.
Σημειώσεις:

(1) Αν και μάλλον περιττεύει, για τυχόν Ρωμαιοκαθολικούς αναγνώστες παραπέμπω ενδεικτικά στο άρθρο του μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου «Βασικά σημεία διαφοράς μεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας και Παπισμού», εδώ (& εδώ).
dromoi kelton dromoi saxonon photo
Κλικ εδώ
(2) Κατονομάζω πρόχειρα και από μνήμης τους αρχαίους δυτικούς αγίους Ειρηναίο της Λυών, Κλήμεντα Ρώμης, Ιλάριο του Πουατιέ, Μαρτίνο Ρώμης, Γρηγόριο το Διάλογο, Ιωάννη Κασσιανό, Αμβρόσιο Μιλάνου, Μαρτίνο της Τουρ, Διονύσιο και Γενεβιέβη των Παρισίων, Βενέδικτο της Νουρσίας, Δαβίδ της Ουαλίας, Κολούμπα της Αϊόνα, Κάθμπερτ του Λίντισφαρν, Πατρίκιο της Ιρλανδίας, Χίλντα του Γουΐτμπυ, Ισίδωρο και Λέανδρο της Σεβίλλης κ.π.ά. [ιστολόγιο για την αρχαία Βρετανική και Κελτική Ορθοδοξία εδώ]. Σημειωτέον ότι ο ιερός Αυγουστίνος, αν και άγιος της Ορθοδοξίας και μεγάλο ηθικό ανάστημα, αντιμετωπίζεται με προσοχή, λόγω σοβαρών φιλοσοφικών αστοχιών του, που οδήγησαν – αιώνες μετά – σε κάποιες από τις παπικές αποκλίσεις.

(3) Για το θέμα θα παραπέμψω στα π. Σεραφείμ Ρόουζ, Η Ορθοδοξία και η Θρησκεία του Μέλλοντος (ολόκληρο εδώ), Μορφή εκδοθήτω 2011, και π. Αλεξίου Καρακαλλινού, Εν ειρήνη του Κυρίου δεηθώμεν – Πρόσκληση στους Πεντηκοστιανούς με ερμηνεία των πνευματικών χαρισμάτων (εδώ), Μακρυγιάννης, Κοζάνη 2006, αλλά και στον ιστότοπο: http://www.egolpion.com/others.el.aspx.