-Τι εγχείρηση κάνατε; «Αλλαγής φύλου!» Ο Γιώργος Βέλτσος έπαιζε ανέκαθεν τον προβοκάτορα, αλλά η Ησυχία (Ίνδικτος), το βιβλιαράκι που προέκυψε από τις δέκα μέρες που πέρασε πρόσφατα στο Ευγενίδειο, δεν είναι καθόλου προβοκατόρικο, ούτε ποντάρει στα ευφυολογήματα, ίσως μάλιστα να είναι ό,τι πιο ταπεινό έχει γράψει ώς τώρα. Πρόκειται για μια μαρτυρία με τη μορφή αποφθεγμάτων· ένα «σώμα με σώμα» με τον θάνατο μέσω του πόνου και (κυρίως) του φόβου. Σαν μια «διαθήκη που στέλνει κανείς στον εαυτό του πριν αναχωρήσει για ένα μεγάλο ταξίδι», καθώς γράφει ο Γάλλος αποδομιστής φιλόσοφος Ντεριντά ο οποίος τον έχει καθορίσει και τον οποίο συνεχώς τσιτάρει... Και ταυτόχρονα, σαν ένα ξόρκισμα που αντανακλά τη δίψα του για τη ζωή. Σ΄ αυτές τις 65 σελίδες μικρού σχήματος, ο Βέλτσος μιλάει για αιμοπετάλια, κρεατινίνη, δονεπεζίνη (ουσία για την άνοια), παρατηρεί τον «ανήσυχο» ακτινολόγο, τον «διαρρήκτη» χειρουργό, την αποκλειστική που είναι «σαν άντρας», αλλά παράλληλα στοχάζεται το μέσα-και-έξω από τη νόσο. Σε τόνο εξομολογητικό. Κι επιπλέον κεντάει ανάμεσα στις σκέψεις του, σχόλια αγαπημένων του συγγραφέων (Μπέκετ, Κάφκα, Φρόυντ, Σαρ, Σιοράν, Μπλανσό, Πόε αλλά και Καρούζου ή Σινόπουλου), «συγκείμενα» τα λέει, που διευρύνουν τον διάλογό του με τον αναγνώστη. Κι όλα αυτά είναι βαπτισμένα σε ένα μαύρο χιούμορ και σε έναν καθαρόαιμο αυτοσαρκασμό: «Ευερέθιστον κόλον, κώλος αναίσθητος. Άνωκάτω, η οδός μία και η αυτή», «Πτυχία στον τοίχο, στη γωνία στέφανα», «Και γιατί να σκιαχτώ από την έκλειψη της ζωής, αφού στη γλώσσα μου κουβαλούσα το τίποτα;», «Μια που θα πεθάνω ας πεθάνω μια και καλή. (Ούτε η Λογοτεχνία θα χάσει, ούτε η Βενετιά)». Όμως υπάρχει ακόμα ένας Βέλτσος, πιο κρυπτικός, πιο «δύσκολος», που μιλάει... «σαν Βέλτσος» με σωρεία διακειμενικών αναφορών, με κάποια οίηση επίσης- αν και εκεί ανιχνεύονται εξομολογήσεις του- στο Από Βηθανίας (Ίνδικτος). Είναι η 15η ποιητική συλλογή του, η οποία αναφέρεται στην έγερση από τον τάφο και χαρακτηρίζεται από τον άκρατο σκεπτικισμό του. Ενδιαφέρον έχουν εδώ τα πεζοποιήματά του- σαν νεκρολογίες που κλείνουν το μάτι στους μυημένουςγια τον Μαλαρμέ, τον Τσέλαν, τον Αντόρνο, τον Πάουντ, τον Ντεριντά κ.ά. Κοινό στα δύο βιβλία (που κυκλοφόρησαν ταυτόχρονα), ένα κείμενο-κλειδί που διαχωρίζει τον Βέλτσο της δημοσιογραφίας από τον Βέλτσο της ποίησης. Ο πρώτος, περιμένει κάθε βράδυ την είδηση σαν «πειραματόσκυλο» για «να στείλω στην εφημερίδα τις σαχλαμάρες μου», ενώ ο δεύτερος, που παίρνει την σκυτάλη, ονειρεύεται «πως είμαι ξανά άνθρωπος».
Είναι ο Βέλτσος ποιητής;Ή απλώς γράφει ποίηση για το κέφι του... ως διανοούμενος που θέλει να δηλώσει τον αντικομφορμισμό του, ως media celebrity που θέλει να κατοχυρώσει τις ευαισθησίες του, ως αιωνίως έφηβος που θέλει να εξερευνήσει τα ταλέντα του ή να σκοτώσει την ανία του; Κι απ΄ την άλλη, πόσο εύκολο είναι στα ελληνικά συμφραζόμενα για έναν πανεπιστημιακό με 19 επιστημονικά βιβλία στο ενεργητικό του, να κριθεί αμερόληπτα ως λογοτέχνης; Μην ξεχνάμε τη δυσπιστία με την οποία τον αντιμετώπισαν πολλοί λόγιοι από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε ποιήματά του. Τώρα όμως θα επιλεγεί κι αυτός σε ανθολογία νεοελληνικής ποίησης: του καθηγητή Ευριπίδη Γαραντούδη! Τέτοια εμμονή που είχε, θα περίμενε κανείς να θριαμβολογεί. Κι όμως πάλι σε ξαφνιάζει με την απάντησή του. «Δεν περίμενα ότι θα γίνω ποιητής αλλά τώρα είμαι μέσα στο πεδίο της Ποίησης. Το κατάλαβα από τονΑπάνθρωπο», (αργά δηλαδή, το 2002-3)· «το ξέρω από τη στιγμή που όλο μου το 24ωρο κεντρώνεται γύρω από το πώς θα μπορέσω να μπω στη διαδικασία της γραφής». Έχει αλλάξει πολλά πεδία ο Γιώργος Βέλτσος.Προοριζόταν για μεγαλοδικηγόρος, πήγαινε για κοινωνιολόγος μετά το διδακτορικό του με τον Πουλαντζά, δεν έγινε όμως («ο Π. με βοήθησε, δεν με καθόρισε· με καθόρισαν κυρίως ο Σεφέρης, ο Τσαρούχης και ο Ντεριντά»), αλλά κατάφερε να διαχειριστεί δύο κουλτούρες- την ελληνική και τη γαλλική- και μπήκε στο Πάντειο το 1975 ως επιμελητής (σήμερα διδάσκει Θεωρία της Επικοινωνίας και Θεωρία της Ανάγνωσης σε πρωτοετείς, τριτοετείς και μεταπτυχιακούς) ενώ την ίδια χρονιά άρχισε να αρθρογραφεί στα «ΝΕΑ» («...το Πανεπιστήμιο είναι ένα λούνα-παρκ· παραμένει ένα κλειστό κύκλωμα που αναπαράγει κάτι πολύ στατικό, εκτός από λίγες εξαιρέσεις ·ενώ το εφήμερο της εφημερίδας διαμορφώνει προσωπικότητα· ως πεδίο εντάσεως, η εφημερίδα είναι ασύγκριτη»). Δεκαοκτώ χρόνια αργότερα (1993) δραστηριοποιείται σε δύο ακόμα πεδία: του θεάτρου (4 έργα) και της ποίησης («η ποίηση είναι το σκάφανδρο μιας εσωτερικής καταβύθισης· γράφω για να σκέφτομαι») και παράλληλα εξελίσσεται σε ένα είδος «σύμβουλου ζωής» του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Σε λίγες μέρες (14/2) μάλιστα, θα τιμηθεί και με τον γαλλικό τίτλο του «Ιππότη του Ακαδημαϊκού Φοίνικος»! Απέκτησε λοιπόν χρήμα, δόξα και γυναίκες- πρόσφατα (ξανα)παντρεύτηκε την από χρόνια σύντροφό του καθηγήτρια Μυρτώ Ρήγου- ωστόσο στα 63 του εξακολουθεί να ζει σε 90 τ.μ. και να σπαράσσεται από μια (το γράφει)... «θανατηφόρα επιθυμία να απαθανατιστεί»! «Η απόλυτη νίκη μου», παραδέχεται, «θα είναι να πάψω να ενδιαφέρομαι για την διάδοση του έργου μου»!
Είναι ο Βέλτσος ποιητής;Ή απλώς γράφει ποίηση για το κέφι του... ως διανοούμενος που θέλει να δηλώσει τον αντικομφορμισμό του, ως media celebrity που θέλει να κατοχυρώσει τις ευαισθησίες του, ως αιωνίως έφηβος που θέλει να εξερευνήσει τα ταλέντα του ή να σκοτώσει την ανία του; Κι απ΄ την άλλη, πόσο εύκολο είναι στα ελληνικά συμφραζόμενα για έναν πανεπιστημιακό με 19 επιστημονικά βιβλία στο ενεργητικό του, να κριθεί αμερόληπτα ως λογοτέχνης; Μην ξεχνάμε τη δυσπιστία με την οποία τον αντιμετώπισαν πολλοί λόγιοι από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε ποιήματά του. Τώρα όμως θα επιλεγεί κι αυτός σε ανθολογία νεοελληνικής ποίησης: του καθηγητή Ευριπίδη Γαραντούδη! Τέτοια εμμονή που είχε, θα περίμενε κανείς να θριαμβολογεί. Κι όμως πάλι σε ξαφνιάζει με την απάντησή του. «Δεν περίμενα ότι θα γίνω ποιητής αλλά τώρα είμαι μέσα στο πεδίο της Ποίησης. Το κατάλαβα από τονΑπάνθρωπο», (αργά δηλαδή, το 2002-3)· «το ξέρω από τη στιγμή που όλο μου το 24ωρο κεντρώνεται γύρω από το πώς θα μπορέσω να μπω στη διαδικασία της γραφής». Έχει αλλάξει πολλά πεδία ο Γιώργος Βέλτσος.Προοριζόταν για μεγαλοδικηγόρος, πήγαινε για κοινωνιολόγος μετά το διδακτορικό του με τον Πουλαντζά, δεν έγινε όμως («ο Π. με βοήθησε, δεν με καθόρισε· με καθόρισαν κυρίως ο Σεφέρης, ο Τσαρούχης και ο Ντεριντά»), αλλά κατάφερε να διαχειριστεί δύο κουλτούρες- την ελληνική και τη γαλλική- και μπήκε στο Πάντειο το 1975 ως επιμελητής (σήμερα διδάσκει Θεωρία της Επικοινωνίας και Θεωρία της Ανάγνωσης σε πρωτοετείς, τριτοετείς και μεταπτυχιακούς) ενώ την ίδια χρονιά άρχισε να αρθρογραφεί στα «ΝΕΑ» («...το Πανεπιστήμιο είναι ένα λούνα-παρκ· παραμένει ένα κλειστό κύκλωμα που αναπαράγει κάτι πολύ στατικό, εκτός από λίγες εξαιρέσεις ·ενώ το εφήμερο της εφημερίδας διαμορφώνει προσωπικότητα· ως πεδίο εντάσεως, η εφημερίδα είναι ασύγκριτη»). Δεκαοκτώ χρόνια αργότερα (1993) δραστηριοποιείται σε δύο ακόμα πεδία: του θεάτρου (4 έργα) και της ποίησης («η ποίηση είναι το σκάφανδρο μιας εσωτερικής καταβύθισης· γράφω για να σκέφτομαι») και παράλληλα εξελίσσεται σε ένα είδος «σύμβουλου ζωής» του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Σε λίγες μέρες (14/2) μάλιστα, θα τιμηθεί και με τον γαλλικό τίτλο του «Ιππότη του Ακαδημαϊκού Φοίνικος»! Απέκτησε λοιπόν χρήμα, δόξα και γυναίκες- πρόσφατα (ξανα)παντρεύτηκε την από χρόνια σύντροφό του καθηγήτρια Μυρτώ Ρήγου- ωστόσο στα 63 του εξακολουθεί να ζει σε 90 τ.μ. και να σπαράσσεται από μια (το γράφει)... «θανατηφόρα επιθυμία να απαθανατιστεί»! «Η απόλυτη νίκη μου», παραδέχεται, «θα είναι να πάψω να ενδιαφέρομαι για την διάδοση του έργου μου»!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου