1. Άφιλοι και υπεροπτικοί οι Λατίνοι Είναι γνωστόν ότι ο Άγιος
Μάρκος Εφέσου ο Ευγενικός υπήρξε πρωταγωνιστής και ομολογητής της
Ορθοδόξου πίστεως στην προδοτική αυτή σύνοδο (1437-1439), την οποία
ακύρωσε η συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας, εξ αιτίας των ιδικών
του αγώνων. Εκτός των άλλων πηγών, από τις οποίες αντλούμε πληροφορίες
για την σύγκληση και την λειτουργία της συνόδου, αυθεντικώτερη των
οποίων είναι τα «Απομνημονεύματα» του Σιλβέστρου Συροπούλου, υπάρχει
και ένα μικρό έργο του ιδίου του Αγίου Μάρκου, στο οποίο εξιστορεί σε
γενικές γραμμές την πορεία των εργασιών της συνόδου και εξηγεί και την
ιδική του στάση, που κατέληξε σε ολοκληρωτική διαφοροποίηση από τα
υπόλοιπα μέλη της Ορθοδόξου αντιπροσωπείας. Το έργο έχει τίτλο «Έκθεσις
του Αγιωτάτου μητροπολίτου Εφέσου τίνι τρόπω εδέξατο το της
αρχιερωσύνης αξίωμα και δήλωσις της συνόδου της εν Φλωρεντία
γενομένης». Αναίρεση του σπουδαίου αυτού έργου επεχείρησε ο γνωστός
αποστάτης Ιωσήφ Μεθώνης. Μας εξηγεί λοιπόν στην αρχή ότι, ενώ ήταν
απλός ιερομόναχος και δεν ενδιαφερόταν για το αξίωμα της αρχιερωσύνης,
για το οποίο θεωρούσε τον εαυτό του ανάξιο, δέχθηκε τελικά να γίνει
επίσκοπος και να ακολουθήσει τον πατριάρχη και τον αυτοκράτορα στην
Ιταλία, μολονότι ήταν φιλάσθενος και το ταξείδι μεγάλο και κοπιαστικό,
γιατί πίστεψε στον Θεό και στους ανωτέρους του ότι όλα θα πάνε καλά,
και θα κατορθωθεί κάτι πολύ μεγάλο, αντάξιο των ελπίδων και των κόπων.
Μόλις όμως έφθασαν εκεί και συναντήθηκαν με τους Λατίνους, που τους
συμπεριφέρθηκαν διαφορετικά από ότι ήλπιζαν, αμέσως απελπίσθηκαν για το
αίσιο τέλος της συνόδου και κάποιος από τους Ορθοδόξους είπε: «Δύσκολα
αυτοί οι άνθρωποι, που μας συμπεριφέρονται τόσο υπερήφανα, θα δεχθούν
να αλλάξουν κάτι από τα δόγματά τους και τα έθη τους». 2. Δεν έχουν
ούτε Ιερωσύνη ούτε μυστήρια. Αφού επί αρκετούς μήνες παρέμειναν
άπραγοι, τελικώς άρχισαν σε κοινές συνελεύσεις με τους Λατίνους να
συζητούν τις διαφορές σε θέματα πίστεως. Το πρώτο θέμα που συζητήθηκε
ήταν η προσθήκη του filioque στο Σύμβολο της Πίστεως εκ μέρους των
Λατίνων. Κατά προτροπήν των υπολοίπων άρχισε πρώτος να ομιλεί ο Άγιος
Μάρκος, απέδωσε εις εκείνους την αιτίαν της διαιρέσεως και κατηγόρησε
«το άφιλον και υπεροπτικόν» της συμπεριφοράς τους, ενώ εκείνοι, όπως
συνήθιζαν, απολογούνταν, ανταπέδιδαν τις κατηγορίες και εδικαίωναν τους
εαυτούς των. Κατόπιν στις επόμενες συνελεύσεις τους παρουσίασε τα
πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων και τους όρους της πίστεως, όπου οι
Άγιοι Πατέρες απαγορεύουν την οποιαδήποτε αλλοίωση στο Σύμβολο, ακόμη
και το να αλλάξει κανείς μία λέξη η μία συλλαβή. Εκφωνούν δε φρικτές
κατάρες και επιβάλλουν μεγάλες ποινές σε όσους τυχόν θα τολμούσαν να
προβούν σε αλλαγές. Αν είναι επίσκοποι και κληρικοί, χάνουν την
Ιερωσύνη και την Χάρη, ενώ οι λαϊκοί αναθεματίζονται, πράγμα που
σημαίνει χωρισμό από τον Θεό: «Ώστε τους επισκόπους μεν και τους
κληρικούς ανιέρους είναι το από τούδε και της δεδομένης αυτοίς Χάριτος
αλλοτρίους, τους δε λαϊκούς υποκείσθαι τω αναθέματι, τούτο δε εστίν ο
από του Θεού χωρισμός». Η θέση αυτή του Αγίου Μάρκου, ερειδόμενη σε
αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων, αποδεικνύει συν τοις άλλοις πόσο άδικο
έχουν και πόσο μακριά βρίσκονται από την ορθόδοξη αυτοσυνειδησία οι
λατινόφρονες
της εποχής μας που ισχυρίζονται ότι ο Παπισμός είναι
Εκκλησία και ταμιούχος της Χάριτος με έγκυρα τα μυστήρια που τελεί. Και
μόνο η αίρεση του filioque καθιστά «ανιέρους» τους ιερείς του
Παπισμού, στερουμένους δηλαδή της Ιερωσύνης, και αλλοτρίους της
Χάριτος. 3. Δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια. Καλή και κακή
ένωση. Στην σοβαρή και αναντίρρητη επιχειρηματολογία του Αγίου Μάρκου η
αντίδραση των Λατίνων ήταν αποκαλυπτική. Έδειξαν και εφανέρωσαν ότι
δεν ενδιαφέρονται για την αλήθειαν, «ου προς αλήθειαν αυτοίς ο σκοπός
ουδέ το ταύτην ευρεθήναι διά σπουδής τίθενται». Ήθελαν απλώς
αντιλέγοντες να δείξουν στους δικούς τους ότι διαλύουν τα επιχειρήματα
των Ορθοδόξων και ότι η αλήθεια είναι με το μέρος τους. Μπροστά σ’
αυτήν την ηθελημένη κακοπιστία εσταμάτησε ο Άγιος Μάρκος να συνομιλεί,
απλώς επίμονα παρακαλούσε να επανέλθουν οι Λατίνοι «προς την καλήν
συμφωνίαν» που υπήρχε μεταξύ αυτών και των Ορθοδόξων, ;αλλά και προς
τους Αγίους Πατέρες, στην εποχή δηλαδή που όλοι είχαν την ίδια πίστη
και δεν υπήρχαν σχίσματα: «Επανελθείν προς την καλήν συμφωνίαν εκείνην,
ήν είχομεν πρότερον και προς ημάς αυτούς και προς τους πατέρες ημών,
ηνίκα το αυτό πάντες ελέγομεν, και ουκ ήν εν ημίν σχίσμα». Η θέση αυτή
του Αγίου Μάρκου υποδεικνύει ότι μία είναι και σήμερα η οδός της
ενώσεως και της συμφωνίας, η επάνοδος στην κοινή πίστη και η ενότητα
προς τους Αγίους Πατέρας. Ένωση που αγνοεί την ενότητα και ταυτότητα
στην πίστη, που επιδιώκεται να γίνει παρά τις διαφορές στην πίστη, και
σε αντίθεση με την διδασκαλία των Αγίων Πατέρων, δεν είναι καλή αλλά
κακή ένωση και συμφωνία. Χρησιμοποιεί διάφορες παροιμίες ο Άγιος Μάρκος
για να δείξει ότι είναι αδύνατο να διορθωθούν οι Λατίνοι, ήταν σαν να
ψάλλαμε σε κωφούς ή σαν να ψήναμε την πέτρα ή σαν να σπέρναμε σε πέτρες ή
να γράφαμε πάνω στο νερό. Αποδείχθηκε ανίατη η ασθένειά τους. 4.
Από την προσθήκη στην διδασκαλία. Από την Φερράρα στην
Φλωρεντία. Παρεκάλεσαν στη συνέχεια να αφήσει η σύνοδος το θέμα της
προσθήκης στο Σύμβολο, και να ασχοληθούν με το δόγμα, με τη διδασκαλία
περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος «και εκ του Υιού» ( filioque
), γιατί ενόμιζαν ότι θα απεδείκνυαν πως η διδασκαλία είναι υγιής, και
έτσι θα εκάλυπταν και το τόλμημα της προσθήκης. Οι Ορθόδοξοι δεν
εδέχοντο στην αρχή να ασχοληθούν με την διδασκαλία, πριν να διορθωθεί η
προσθήκη. Εκτιμά ο Άγιος Μάρκος ότι έπρεπε να παραμείνουν σ’ αυτήν
τους την ένταση αμετακίνητοι, και ας διαλυόταν ακόμη και η σύνοδος.
Παρασύρθηκαν όμως από μερικούς δικούς τους, που είπαν ότι δεν είναι
σωστό να αναχωρήσουν, πριν να πουν κάτι και για τη διδασκαλία περί της
εκπορεύσεως. Και έτσι δέχθηκαν την μετάβαση από την προσθήκη στο δόγμα,
και συγχρόνως την μεταφορά της συνόδου από την Φερράρα στη Φλωρεντία.
Όταν άρχισαν εκεί οι συζητήσεις, οι Λατίνοι προσεκόμισαν χωρία, που
άλλα μεν ήσαν από απόκρυφα και άγνωστα βιβλία και άλλα από νοθευμένα
και παραποιημένα. Με αυτά προσπαθούσαν να στηρίξουν το δόγμα του
filioque . Ανέλαβε πάλιν ο Άγιος Μάρκος εκ μέρους των Ορθοδόξων να
διατυπώσει την θέση τους, και μολονότι παρουσίασε ολοκάθαρα ότι τα
κείμενα που επικαλούνται δεν είναι γνήσια, οι Λατίνοι δεν επείθοντο και
έχανε απλώς τον καιρό του. Παρουσίασε τελικά δια μακρών από γνήσια
κείμενα, αγιογραφικά και πατερικά, την ορθή διδασκαλία ότι το Άγιο
Πνεύμα εκπορεύεται εκ μόνου του Πατρός. Από όλα προέκυπτε ότι το
καινοφανές δόγμα των Λατίνων ήταν απαγορευμένο. Γι’ αυτό είπε ότι δεν
έχουν νόημα περισσότερες συζητήσεις και ότι αυτός ή θα απείχε από τις
συνελεύσεις ή θα σιωπούσε. Δυστυχώς οι Ορθόδοξοι παρασύρθηκαν και
συνέχισαν τις συζητήσεις. Μιλούσαν μόνον οι Λατίνοι, απόντος του Αγίου
Μάρκου, και κανείς από τους Ορθοδόξους δεν τολμούσε να αντιπαραταχθεί.
Αυτό έγινε κατά σύσταση των αρχόντων, ώστε να αποφευχθούν οι έριδες και
οι προστριβές. Έτσι οι Λατίνοι χωρίς αντίπαλο εμφανίσθηκαν ως νικηταί.
5. Οικονομίες και μεσότητες. Εκβιάζονται ακόμη και με την πείνα οι
Ορθόδοξοι. Άλλοι πείθονται με αξιώματα και με χρήματα. Στο σημείο
αυτό άρχισαν να διατυπώνονται οι απόψεις για οικονομία και συγκατάβαση,
φανερώθηκε ολοκάθαρα ο λατινισμός, η λατινοφροσύνη, μερικών Ορθοδόξων,
που πρότειναν να βρεθεί μία διατύπωση ανάμεσα στις δύο διδασκαλίες,
συμβιβαστική, ενδιάμεση. Αυτό που αποφασίσθηκε όμως ήταν ολοκληρωτική
συμφωνία προς το δόγμα των Λατίνων και ομολογία περί του ότι το Άγιο
Πνεύμα εκπορεύεται και εκ του Υιού. Μετά από αυτήν την συμφωνία πέρασε
πάλι αρκετός καιρός σε απραξία. Οι Ορθόδοξοι ήθελαν να επιστρέψουν,
διότι εκτός των άλλων άρχισαν ακόμη και να πεινούν. Δεν τους έδιναν
πλέον την συμφωνηθείσα οικονομική ενίσχυση, για να τους αναγκάσουν να
υποκύψουν σε όλα, «μηδενί μηδέν διδόναι των συγκειμένων αναλωμάτων, ίν’
αναγκασθέντες εκ τούτου, κατά μικρόν αυτοίς υποκύψωσι». Έπραξαν τα
πάντα οι εκ των Ορθοδόξων «προδόται της ευσεβείας και της εαυτών
σωτηρίας». Ώστε να συνέλθει η σύνοδος και φανερά να διακηρύξει τον
λατινισμό, παρόντων του αυτοκράτορος , του πατριάρχου και του δεσπότου
(Δημητρίου Παλαιολόγου). Παρουσίασαν, όπως ήθελαν, την διδασκαλία των
Αγίων Πατέρων. Έφθασαν μέχρι του σημείου να ισχυρίζονται απροκάλυπτα
ότι ο Υιός είναι αίτιος του Πνεύματος, πράγμα που ούτε στα κείμενα των
Λατίνων λέγεται φανερά. Δεν διστάζει ο Άγιος Μάρκος να πει ότι αυτό
έγινε, διότι μερικοί Ορθόδοξοι επώλησαν την πίστη τους, γιατί τους
δόθηκαν ως αντάλλαγμα χρήματα και αξιώματα, όπως άλλωστε αποδείχθηκε εκ
των υστέρων, «επαγγελίαις λαμπραίς υπαχθέντες και δόμασι». Δυστυχώς
συνεργάσθηκε με αυτούς τους προδότες και ο πατριάρχης, γιατί και αυτός ο
ταλαίπωρος είχε ήδη παρασυρθή και γιατί διψούσε να επιστρέψει στην
Κωνσταντινούπολη, μολονότι οδηγήθηκε εκεί στον θάνατο. Ο Άγιος Μάρκος
είχε ήδη ετοιμάσει την ιδική του γνώμη, ως ένα είδος ομολογίας, γιατί
αυτό είχε ζητηθή από όλους. Η Ομολογία αυτή σώζεται και θα την
παρουσιάσουμε εν καιρώ. Όταν λοιπόν είδε ότι εκθύμως όλοι σπεύδουν προς
την ένωση, ακόμη και εκείνοι που προηγουμένως του συμπαραστέκονταν,
δεν παρέδωσε την γραπτή του γνώμη, για να μη τους εξερεθίσει, αλλά
προφορικώς εδήλωσε ότι δεν υπάρχει άλλος τρόπος να συμφωνήσουν τα ρητά
των δυτικών και των ανατολικών πατέρων παρά μόνον κατά την εξήγηση που
δίνει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, ότι δηλαδή δεν μπορούμε να πούμε
ότι ο Υιός είναι αίτιος του Πνεύματος. Επί πλέον δεν συγχωρεί την
προσθήκη του filioque στο Σύμβολο της Πίστεως, γιατί δεν έγινε καλώς
και ευλόγως. 6. Χωρισμός από τους λατινόφρονες σημαίνει ένωση με
τους Αγίους Πατέρας Ο επίλογος του μικρού αυτού έργου θα έπρεπε να
είναι καθοδηγητικός και για όσους σήμερα σπεύδουν να ενωθούν με το
Πάπα και τους Προτεστάντες, χωρίς να διορθωθούν οι πλάνες και οι
αιρέσεις τους. Λέγει λοιπόν ότι από τότε χωρίσθηκε από αυτούς, διέκοψε
την κοινωνία, το μνημόσυνο θα λέγαμε σήμερα, είναι μόνος του, ώστε να
είναι ενωμένος με τους Αγίους Πατέρες και Διδασκάλους, αλλά και για να
μπορεί ο καθένας στο μέλλον να κρίνει αν υποστήριξε την Ορθοδοξία και
έχαιρε για τα υγιή δόγματα ή αν δέχθηκε την ένωση με διεστραμμένα
δόγματα και διδασκαλίες. Παραθέτουμε το κείμενο επί λέξει: «Εντεύθεν οι
μεν τα εαυτών έπραξαν και προς την συνθήκην του όρου και τα λοιπά της
ενώσεως έβλαψαν, εγώ δε χωρισθείς αυτών έκτοτε και εμαυτώ σχολάσας, ίνα
τοις αγίοις μου πατράσι και διδασκάλοις διατελώ συνημμένος, πάσι
καταφανή ποιώ την εμαυτού γνώμην δια τήσδε μου της γραφής, ως αν εξή τω
βουλομένω δοκιμάζειν πότερον υγιέσι δόγμασι χαίρων ή διεστραμμένοις
τισί την γεγενημένην ένωσιν ου παρεδεξάμην».
(Του Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ Εκ του περιοδικού Ιερά Παρακαταθήκη)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου